Η «Χαμηλή» πτήση του Ερτογάν

Αφού έχει κατακάτσει ο κουρνιαχτός από τις συζητήσεις σχετικά με την επίσκεψη Ερτογάν στην Αθήνα μπορούμε με περισσότερη ψυχραιμία να δούμε αν και τι προέκυψε από αυτήν. Θεωρώ ότι ο διάλογος, η επικοινωνία ανάμεσα σε γειτονικά κράτη είναι σταθερά μια ωφέλιμη πρακτική. Κατά μείζονα λόγο, η επικοινωνία είναι σημαντική εάν τα γειτονικά κράτη έχουν μεταξύ τους προβλήματα προς επίλυση. Επί τούτου τα εξής ειδικότερα:

Α. Οι επαφές μπορεί να διεξάγονται σε «χαμηλό επίπεδο» (υπηρεσιακό, αρμόδιες Διευθύνσεις, Γενικοί Διεθυντές), αυτή η πρακτική διευκολύνει την προετοιμασία του εδάφους για συναντήσεις σε  υψηλότερο επίπεδο-Υπουργοί Εξωτερικών, Πρωθυπουργοί, Πρόεδροι. Οι συναντήσεις σε χαμηλό επίπεδο κατά κανόνα συζητούν λύσεις σε ζητήματα «χαμηλής πολιτικής» (εκπαίδευση, τρέχουσες εμπορικές εκκρεμότητες, προξενικές υποθέσεις κλπ).

Β. Οι συνατήσεις σε υψηλό επίπεδο όπως αυτές με την επίσκεψη Ερτογάν στην Αθήνα στις 7 Δεκεμβρίου υπακούουν σε κανόνες: υψηλού επιπέδου προετοιμασία, συμβολή τους σε μια κατεύθυνση όπως είναι η βελτίωση του κλίματος ανάμεσα στις δύο χώρες και η υπογραφή ορισμένων συμφωνιών.

Γ. Από τους πιο πάνω κανόνες της καλής διπλωματίας,  ελάχιστα έγιναν με τον κατάλληλο τρόπο. Ελάχιστος επαγγελματισμός από το αρμόδιο υπουργείο εξωτερικών της Ελλάδας, προχειρότητα στις διαβουλεύσεις ανάμεσα στο υπουργείο εξωτερικών και το πρωθυπουργικό μέγαρο στο Μαξίμου και εν συνεχεία με την προεδρία της Ελληνικής Δημοκρατίας. Οι προχειρότητες βγήκαν στον αέρα. Κατά κανόνα, όλα την τελευταία στιγμή.

Δ. Επί της ουσίας η δήλωση Ερτογάν στο «Βήμα» στις 10 Δεκεμβρίου αποτελεί μια ενδιαφέρουσα εξέλιξη. Η προηγηθείσα της επίσκεψης δήλωσή του στο «Ανατολού» περί «επικαιροποίησης» της Λωζάνης στερείται εγκυρότητας. Έτσι, αντιλαμβανόμενος ότι τα πράγματα πήραν λάθος τροπή, διόρθωσε την πρώτη δηλώνοντας τα εξής στη δεύτερη: «Η Συνθήκη Ειρήνης της Λωζάνης είναι η βασική συμφωνία η οποία ρυθμίζει τις σχέσεις μας με την Ελλάδα και ορισμένες άλλες χώρες. Η Τουρκία δεσμεύεται και σέβεται τη Λωζάννη, όπως και όλες τις άλλες συμφωνίες και υποχρεώσεις της».

 

Ε. Το ζήτημας των μειονοτήτων αποτελεί πραγματικό ζήτημα και επ’ αυτού χρειάζεται άσκηση της κοινής λογικής. Οι μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης έχουν το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού και επ’ αυτού οι βασικές διακηρύξεις της ΕΕ και του ΕΔΑΔ δίνουν την κατεύθυνση. Γι’ αυτό και κάτω από τον συντακτικό όρο «μουσουλμάνοι» συναντά κανείς τις τρεις εσωτερικές τους ταυτότητες: τούρκοι, πομάκοι και αθίγγανοι. Είναι αυτό που θέλουν να είναι.  Το να αρνείται κανείς την κοινή λογική σημαίνει πως κάτι στραβό έχει συντελεστεί εδώ και δεκαετίες στη δημόσια συζήτηση επί του θέματος.

Στ. Τα ζητήματα που συνδέονται με τη  ελληνική μειονότητα στην Κ/πολη, διαθέτουν τα δικά τους χαρακτηριστικά. Οι παλαιές πολιτικές της καταστολής και της εξώθησης σε εκπατρισμό ανήκουν στο παρελθόν-και χρεώνονται στον κύκλο των κεμαλιστών. Επί Ερτογάν συντελείται μερική πρόοδος σε διάφορα επίπεδα όπως ανακατασκευές εκκλησιών, θρησκευτικές τελετές όπως λ.χ στη Σμύρνη, δυνατότητες επιστροφής των ελλήνων στις κατοικίες τους,  μετ’ εμποδίων αναγνώριση της κυριότητας σε ιδρύματα. Το καλοκαίρι του 2018 ολοκληρώνεται η πλήρης επιδιόρθωση των κτηρίων της Μονής της Παναγίας Σουμελά. Κεντρική εκκρεμότητα παραμένει η επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης την οποία η Τουρκία, και προσωπικά ο Τ. Ερτογάν, διασυνδέουν με τη λειτουργία ενός τζαμιού στην Αθήνα.

Ζ. Η συζήτηση αφορά και τα πιο πολύπλοκα: υφαλοκρηπίδα στο Αιγαίο, εναέριος χώρος, αιγιαλίτιδα ζώνη. Επ’ αυτού υπάρχει σημαντικό υλικό προς αξιοποίηση τόσο στα αντίστοιχα Υπουργεία Εξωτερικών όσο και στα πρωθυπουργικά  μέγαρα. Το 2003 με τη δουλειά των τότε κυβερνήσεων στην Αθήνα και την Άγκυρα έτυχαν σοβαρής επεξεργασίας οι δυνατότητες για την από κοινού προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Αυτό το υλικό προσφέρει την πολιτική και νομική βάση για να αλλάξει η κατάσταση στο Αιγαίο καθώς μόνο το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης μπορεί να προτείνει αποδεκτές λύσεις στηριγμένες στο διεθνές δίκαιο. Αυτό απαιτεί ισχυρή πολιτική βούληση, λύσεις ικανές να οδηγήσουν τη σημερινή κατάσταση πραγμάτων (λ.χ. παραβιάσεις από τουρκικά πολεμικά αεροπλάνα του ελληνικού εναέριου χώρου από τα 12νμ στα 6νμ) σε  μια κανονική γειτονία.

Η. Τίποτε δεν θα προχωρήσει από τη στιγμή που τα κυρίαρχα ΜΜΕ στην Αθήνα αντιδρούν με τον γνωστό τρόπο. Η άγνοια, η τυφλή ανάλυση, η μονομέρεια, η παραποίηση, φτιάχουν μια κοινή γνώμη ικανή μόνο να περιχαρακώνεται πίσω από συνθήματα, όχι να επιλύει προβλήματα και να κοιτάζει μπροστά. Το σκοπιανό δεν φαίνεται να δίδαξε και πολλά στην ελληνική κοινότητα των ΜΜΕ, συνεπώς σε ένα τέτοιο κλίμα ελάχιστα μπορεί να γίνουν, καθώς, εκτός αυτού, τα πρόσωπα που «διαμορφώνουν» πολιτική ατζέντα στα Μέσα, συνήθως επιλέγονται για να μοιάζουν με τον Καμμένο.

Θ. Συνολικά κάθε επικοινωνία ανάμεσα στην πολιτική ηγεσία της Ελλάδας και της Τουρκίας βοηθά στο να γίνονται τα πράγματα πιο κατανοητά εκατέρωθεν. Αυτό, προφανώς, δεν φτάνει. Χρειάζεται κάτι παραπάνω: επιχειρήματα, κατανόηση της ωφέλειας που θα προκύψει από μια νέα πολιτική πρόταση, δημιουργία του αναγκαίου κλίματος και, κυρίως,  ηγεσίες που δεν φοβούνται να λάβουν αποφάσεις.

Λάρκος Λάρκου