Τριάντα εννέα χρόνια μετά

Τριάντα εννέα χρόνια μετά την εισβολή στις 20 Ιουλίου 1974 το πολιτικό τοπίο στην Κύπρο παραμένει σε σύγχυση, κυριαρχούν η αβεβαιότητα και οι αντιφάσεις. Σε αυτό το τεράστιο χρονικό διάστημα είχαμε σημαντικές οπισθοδρομήσεις και δύο σημαντικές νίκες. Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν η μη επίλυση του κυπριακού και η χρεοκοπία της οικονομίας. Εξαιτίας της μη επίλυσης, ενισχύθηκαν τα τετελεσμένα της εισβολής στην κατεχόμενη Κύπρο -έποικοι, δημογραφική αλλοίωση, για δεκαετίες δεσπόζουσα θέση στον «ντενκτασισμό», νέες γενιές τ/κ εμπεδώνουν τα νέα δεδομένα, χωριστή ανάπτυξη. Εξαιτίας της χρεοκοπίας της οικονομίας στις περιοχές που ελέγχει η Κυπριακή Δημοκρατία, η ανάπτυξη έχει υποστεί μεγάλη συρρίκνωση και το επίπεδο διαβίωσης των ε/κ έχει πληγεί σημαντικά. Η σκληρή διαδρομή από το 1974 μέχρι σήμερα έχει πλήθος από σημαντικές σημειώσεις. Τι κρατάμε από το 1974 έως σήμερα;

1. Η τυφλή αμφισβήτηση της εφικτής πολιτικής προκάλεσε το πραξικόπημα το 1974 και άνοιξε την πόρτα στην καταστροφή. Το πολιτικό σκεπτικό του Γ. Γρίβα παρέμεινε ανώριμο, εγωκεντρικό, συνεπώς επικίνδυνο και καταστροφικό. Το πραξικόπημε έδωσε στην Τουρκία την αφορμή για την εισβολή και οι συσχετισμοί όπως είχαν διαμορφωθεί το 1960 με το Σύνταγμα της Ζυρίχης-Λονδίνου άλλαξαν επί του εδάφους. Η επίλυση άλλαξε παραμέτρους και τέθηκε σε νέα βάση.

2. Η πολιτική συζήτηση σχετικά με το είδος της κάθε φορά επιδιωκόμενης λύσης κρατά εδώ και έναν αιώνα -διαμάχη ανάμεσα στους δύο υποψήφιους Αρχιεπισκόπους Κύριλλο και Κύριλλο (από τη μια οι «αδιάλλακτοι», κιτιακοί, με εκφραστή τον ογκώδη «Κυρίλλατσο», από την άλλη, οι «διαλλακτικοί», κυρηνειακοί, με εκφραστή τον μικρό το δέμας, «Κυριλλούιν»), το 1909. Η μάχη ανάμεσα στο κάθε φορά εφικτό και κάθε φορά ευκταίο δεν έχει ακόμα κριθεί με σταθερότητα και σαφήνεια στην ε/κ κοινωνία. Η μάχη μετά το 1974 φαινόταν να γέρνει αισθητά προς την πλευρά του εφικτού -ομοσπονδιακή λύση, ψηφίσματα του ΟΗΕ. Τα τελευταία χρόνια δεν μπορεί κανείς να πει το ίδιο με βεβαιότητα- ορισμένες διαθέσεις άλλαξαν και η πολιτική της σύγχυσης κυριάρχησε.

3. Στα 39 αυτά χρόνια απουσίασε πανηγυρικά η πολιτική της συνεργασίας ανάμεσα στα ε/κ κόμματα, της στοιχειώδους αντίληψης ότι απέναντι σε κοινούς κινδύνους, έστω, σε ένα βαθμό, ένα επίπεδο συνεργασίας ήταν αναγκαίο. Κυριάρχησε ο κομματισμός, η ρουσφετολογική εκδοχή της πολιτικής και το κράτος από εργαλείο ανάπτυξης μετατράπηκε σε μέσο για την απόκτηση λαφύρων και διανομής τιμαρίων στον κυπριακό μικρόκοσμο.

4. Η κάθε φορά προεδρική αναμέτρηση βασιζόταν στην πλειοδοσία και τον συναγωνισμό στο γήπεδο της αμετροέπειας. Έτσι κάθε πέντε χρόνια στις εκλογικές περιόδους διαμορφωνόταν μια «ηρωική» ατζέντα, (S300, «ενταφιασμός» των Ιδεών Γκάλι, άρνηση στην προσέγγιση Κουεγιάρ, στον κάλαθο των αχρήστων τα ψηφίσματα του ΟΗΕ για πέντε ψήφους). Ύστερα ακολουθούσαν συνομιλίες, με δημόσια πίστη στην ομοσπονδιακή διευθέτηση, και τελικά είχαμε τα πραγματικά αδιέξοδα με τη σφραγίδα του δεδηλωμένου υποστηρικτή της λύσης των «δύο κρατών», Ρ. Ντενκτάς. Όταν η Άγκυρα αποφάσισε να θέσει στο περιθώριο τον Ρ. Ντενκτάς, η ε/κ ηγεσία δεν μπόρεσε να πείσει για την αποφασιστικότητά της να ακολουθήσει τη βάση λύσης όπως αυτή συμφωνήθηκε σε επίπεδο κορυφής το 1977 (Μακάριος-Ντενκτάς) και το 1979 (Κυπριανού-Ντενκτάς). Η αξιοπιστία της ε/κ πλευράς έχει τρωθεί στο διεθνές πεδίο και τα προβλήματα πολλαπλασιάστηκαν.

5. Μένει ως πρότυπο πολιτική νίκης η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ το 2004. Επετεύχθη, κυρίως, χάρις στις μεγάλες διπλωματικές νίκες που κέρδισε η Αθήνα το 1988, το 1995 και το 1999. Χάρις στο κύρος και την συστηματική εργασία του Κ. Σημίτη «ξεκλείδωσε» ο δρόμος για την ένταξη το 1999. Αν τα πράγματα τα έλεγχε η πολιτική κουλτούρα που αναπτύχθηκε για δεκαετίες στην πολιτική ζωή στη Λευκωσία, η ενταξιακή διαδρομή της Κύπρου θα ήταν ακόμα ανολοκλήρωτη, ίσως σε αναζήτηση φόρμουλας μεταξύ ένταξης και επίλυσης του κυπριακού, όπως ήταν τα πράγματα το 1999. Η ένταξη δεν «κατακτήθηκε» από την Λευκωσία, δεν κατέβαλε το πολιτικό προσωπικό στη Λευκωσία τον αναγκαίο διπλωματικό κόπο, δεν αντιμετώπισε άμεσα τις δυσκολίες, και, έτσι, δεν απέκτησε (ή δεν θέλησε να αποκτήσει) τις εμπειρίες που αποκτώνται από τους αναγκαίους σχεδιασμούς και την απαιτούμενη κινητοποίηση για την υπέρβασή τους. Η υπερφίαλη διπλωματική σκέψη που αναπτύχθηκε στη Λευκωσία, η αγνόηση των διεθνών συσχετισμών και συμφερόντων, δεν βοήθησε στην ανάπτυξη του σχεδίου ώστε η ένταξη στην ΕΕ να αξιοποιηθεί ως καταλύτης για την επίλυση του κυπριακού, ειδικά σε κρίσιμα στάδια της εξέλιξης της ευρωτουρκικής σχέσης το 2005, ή το 2009.

6. Η δεύτερη ανατροπή δεδομένων, συνδέεται με την ανεύρεση κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην κυπριακή ΑΟΖ. Το χαρτί αυτό εμπεριέχει στοιχεία ελπίδας. Μια νέα κατάσταση πραγμάτων σχηματίζεται που μπορεί να δημιουργήσει θετικές εξελίξεις στα ζητήματα της οικονομίας, της ανάπτυξης, της επίλυσης του κυπριακού και της πολιτικής ασφάλειας στην περιοχή.