ΕΟΚ: Μιά νέα πολιτική πορεία

Κύπρος – ΕΟΚ: Η ώρα της υπογραφής ενός συμφώνου τελωνειακής ένωσης – 22 Μαίου ’87.Αλλά και ταυτόχρονα ο καιρός του δράματος. Του υπαρκτού «δραματικού» διλήμματος ή της «σκηνοθεσίας δράματος», κατά Τσάγκερι.

Η κρίση βασίζεται σε κείμενα ουσίας. Από τη μια εκδόσεις που έχει κάνει η «Επιτροπή Αγώνα ενάντια στην Τελωνειακή Ένωση Κύπρου – ΕΟΚ». Εκεί και η φιλοσοφία του «θανάτου». Με την υπογραφή της Τελωνειακής Ένωσης (Τ.Ε.) η Κύπρος (οικονομικά και πολιτικά) θα τεθεί επί της κλίνης του Προκρούστη. Και ο Προκρούστης των καιρών

(τα μονοπώλια) θα κινήσουν (θα αποκόψουν στην ουσία) ότι πρέπει ώστε να επιτευχθεί η λογική του. Δηλαδή:

α) Πλήρης οικονομική υποδούλωση της Κύπρου στα πολυεθνικά μονοπώλια της ΕΟΚ…

β) Πολιτική εξάρτηση και υποδούλωση. Η αδέσμευτη πολιτική της Κύπρου θα εκπορθηθεί…

γ) Οι εργαζόμενοι θα πληρώσουν βαρύ τίμημα για την τελωνιακή ένωση… (Τα στοιχεία αυτά από μπροσούρα που κυκλοφόρησε η «Επιτροπή Αγώνα» ενάντια στην Τ.Ε.).

Από την άλλη, οι φωνές που συνέβαλαν στην υπογραφή της, επιχειρούν να δουν το θέμα μέσα από τη «φιλοσοφία ενός συγκρατημένου θριάμβου». Στο υπό κυβερνητικό έλεγχο «Κυπριακό Δελτίο» τονίζεται πως «η κυπριακή γεωργία προστατεύεται αποτελεσματικά».

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Σπύρος Κυπριανού τόνιζε σε δήλωση του πως «η Τ.Ε. της Κύπρου με ένα τόσο ισχυρό από οικονομική και πολιτική άποψη χώρο, με τον οποίο μας συνδέουν κοινή ιστορία και πολιτισμός αναμφίβολα θα συμβάλει στη σταθερή οικονομική μας ανάπτυξη, αλλά και στην περαιτέρω πολιτική και διπλωματική επικράτηση της Κύπρου και της κρατικής μας οντότητας». («Κυπριακό δελτίο», αρ. 120, 29 Μαίου).

Το θέμα γράφεται και με ύφος απόλυτο: «Πλήρης οικονομική και πολιτική υποδούλωση» – «αναμφίβολα θα συμβάλει στη σταθερή οικονομική μας ανάπτυξη». Τα χρώματα κάτι παραπάνω από βέβαια: μαύρο ή άσπρο, το φόντο του. Αυτό το ύφος του απόλυτου, «το μαύρο και το άσπρο» του πράγματος, πόσο έχει βοηθήσει ώστε ο Κύπριος πολίτης να ενημερωθεί – δίπλευρα ή πολύπλευρα – και επομένως να σχηματίσει ολική γνώση και κατ’ επέκταση, ΘΕΣΗ σφαιρική;

Αν αυτός ο τρόπος προσέγγισης (μαύρο – άσπρο) θεωρηθεί σαν υπαρκτός, ΠΩΣ συμβάλλει στη δημιουργία κλίματος ΔΙΑΛΟΓΟΥ όταν το βάθρο που το κινεί μοιάζει περισσότερο σαν ΔΟΓΜΑ, που επιβάλλεται και όχι σαν ΠΡΟΤΑΣΗ που ΔΙΑΛΕΓΕΤΑΙ με τις αναζητήσεις ενός πολυσύνθετου είδους προβλημάτων;

Αλλά, το σημαντικό του πράγματος βρίσκεται ακριβώς αλλού: Αν η πρόταση περί Δημοψηφίσματος, «περπατήσει», είναι σε θέση αυτός ο ιδιότροπος αντίλογος περί ΕΟΚ να δημιουργήσει προϋποθέσεις γνώσης, συμμετοχής για τους πολίτες, ώστε τα αποτελέσματα του να διαλέγονται αρμονικά με τη συνείδηση του – όποιου – επόμενου βήματος;

Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΔΙΑΣΤΑΣΗ

 «Η Δημοκρατία είναι φτιαγμένη από επιλογές. Γι’ αυτό θα πρέπει αργά ή γρήγορα να πάψουμε να σκηνοθετούμε δράματα πάνω σε κάθε πράγμα…».

Ρενάτο Τσάγκερι

Το διεθνές πλαίσιο της όποιας κίνησης (ή μη) προς την κατεύθυνση της ΕΟΚ, αποτελεί ένα σημαντικό άθροισμα ποσοτικών και ποιοτικών δυνατοτήτων, ανάλυσης και – βεβαίως – θέσης. Πιο συγκεκριμένα, και κατά είδος:

  1. Οι σχέσεις των Δυο Υπερδυνάμεων. Η μαχητική συνύπαρξη τους, οι προοπτικές της «πυρηνικής» ειρήνης. Δηλαδή να αναλυθούν οι στρατηγικές επιλογές των Υπερδυνάμεων τόσο στις μεταξύ τους διαταγμένες ισορροπίες, όσο και στις σχέσεις με (τους) συμμάχους, αλλά και «τρίτους». Και το κλειδί: Πώς μια χώρα (λ.χ. Κύπρος) τοποθετείται απέναντι στις Υπερδυνάμεις, πώς ταυτίζει ή παραπλέει ή κρατά τις αποστάσεις της; Με ποιους το τρίτο σκέλος επιλογών.
  2. Μέσα σ’ ένα κόσμο όπου ο απομονωτισμός δεν φαίνεται να αποτελεί λύσεις εθνικής σημασίας (πλην της Αλβανίας), αυτή η υπέρβαση σημαίνει στην πράξη ανάπτυξη σχέσεων με ομάδες χωρών (γεωπολιτικές ενώσεις) ή επί μέρους ενότητες χωρών  (γεωγραφικές ενώσεις). Σ’ αυτό το σημείο και μέρος του ζητουμένου: Η Δ. Ευρώπη ΠΩΣ αντιμετωπίζει το μεταπολεμικό της κηδεμόνα (ΗΠΑ), ποιες οι δυνατότητες αυτόνομης πολιτικής της; Με ΠΟΙΟΥΣ η ύπαρξη των δυνατοτήτων ανάπτυξης της; ΠΟΤΕ η άσκηση αυτής; Σε ποια επίπεδα κ.ο.κ. Αλλά και όχι μόνο της Δ. Ευρώπης: Ποιες οι προοπτικές πια της ΕΝΙΑΙΑΣ Ευρώπης σαν μιας μακρόχρονης πολιτικής διαδικασίας; Και αυτή η ενιαία Ευρώπη, που θέλει να βαδίσει, με ΠΟΙΟΥΣ δυνάμει συμμάχους, με ΠΟΙΟΥΣ δυνάμει αντιπάλους, ώστε να κατοχυρώσει πρόσωπο ΑΥΤΟΝΟΜΟ;
  3. Το κίνημα των Αδεσμεύτων και οι προδιαγραφές πορείας του. Η ιστορία του, η ιστορική του ηγεσία Τίτο – Νάσερ – Νεχρού). Οι φιλοδοξίες της αρχής και ΠΩΣ αυτές «περπάτησαν» μέσα στο χρόνο. Αλλά και σήμερα: Ποιες είναι οι ισορροπίες εντός του, ποιες οι προϋποθέσεις (τρία ρεύματα εντός) ώστε (τουλάχιστον) να έχει φωνή; Και σήμερα, κυρίως ΠΟΙΑ η πιστευτότητα του κινήματος; ΠΟΥ φαίνεται να έχει ασκηθεί; Και βεβαίως ΠΟΣΟΥΣ έχει πείσει ότι το όνομα (Κίνημα των Αδεσμεύτων), μπορεί να συμβαδίσει με τη διακήρυξη (Αδέσμευτη Πολιτική);
  4. Τα πιο πάνω σημεία, βεβαίως και εισάγουν σε μια θέση. Η πιο σωστά μέσα από τα ερωτήματα υποκρύπτεται και θέση: Εκείνη που θεωρεί πως ένα πολύπλοκο ζήτημα (Κύπρος – ΕΟΚ) βρίσκεται ακριβώς στα επίκεντρα ενός κόσμου που⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪⨪ θα καθορίσει την κυρίαρχη επιλογή. Τι μπορεί από το παλιό να πάει στο «μουσείο» της πολιτικής, τι καινούργια στοιχεία ΝΕΑΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ είναι σε θέση να αντικαταστήσουν το «παλιό»; Να δώσουν δηλαδή στη διεθνοπολιτική παρουσία της Κύπρου περισσότερες δυνατότητες σταθερής πολιτικής πορείας και επομένως, να της δώσουν ένα συγκριτικό πλεονέκτημα σε σχέση με το «παλιό»; Εδώ και η θέση: Το «Ναι» στην ΕΟΚ, σημαίνει καταγραφή των ΣΥΝ και των ΠΛΗΝ του. Ωστόσο πρωταρχικό στοιχείο μένει σαν κυρίαρχη επιλογή) η καταγραφή της δύναμης του – συμμετοχή της Κύπρου στην ΕΟΚ. Και που η δύναμη αυτής της συμμετοχής βρίσκεται ακριβώς η δυναμική των όσων θα υπάρχουν. Δηλαδή των αρνητικών και της γνώσης τους, των θετικών και της «παρουσίας» τους. Επομένως η συμμετοχή της Κύπρου στην ΕΟΚ συνιστά ένα προκλητικό πεδίο άσκησης ΝΕΑΣ Πολιτικής Πορείας. Στον κοινωνικό, τον πολιτικό, και (κυρίως) τον πολιτικό τομέα.
ΚΥΠΡΟΣ – ΕΟΚ

Σταθερό εργαλείο ανάλυσης των όποιων επιλογών ανάμεσα σε Κύπρο και ΕΟΚ μπορεί να είναι οι σχέσεις του «σιδερένιου» τριγώνου Κύπρος – Τουρκία – ΕΟΚ. Δηλαδή οι επιλογές οφείλουν να διέρχονται πολυεπίκεντρα από τις σχέσεις που αναπτύσσονται (και τις επιπτώσεις τους στο Κυπριακό) ανάμεσα σε Τουρκία και ΕΟΚ.

Αλλά και γενικότερα: Το εθνικό ζήτημα, οι σχέσεις και οι επιπτώσεις των – όποιων – επιλογών, μένει σαν κεντρικό εργαλείο προσέγγισης. Οι θέσεις βεβαίως της «Επιτροπής Αγώνα ενάντια στην Τ.Ε.», αν γίνονται πλήρως αντιληπτές, δίνουν (ποσοτικά) περισσότερο βάρος στις οικονομικές επιπτώσεις (¨οικονομική υποδούλωση») μα και αυτές αναφέρονται (συγκριτικά) στη μεγάλη πλειοψηφία των επιχειρημάτων της.

Ωστόσο, εδώ και η απορία: Αν, πράγματι, με βάση τη λογική της «Επιτροπής Αγώνα», η Τ.Ε. θα κοστίσει στις διαδικασίες παραγωγής και διάθεσης λ.χ. των πορτοκαλιών της Κύπρου, τότε ασφαλώς τα ερωτήματα έρχονται φυσιολογικά. Πώς η λογική της πιο δύσκολης διάθεσης των πορτοκαλιών μπορεί να αντιμετωπίσει τις προοπτικές των σχέσεων Τουρκίας – ΕΟΚ; Πώς η λογική της πιο δύσκολης διάθεσης των πορτοκαλιών μπορεί να υπερκαλύψει τις δυνάμεις και δυνατότητες πολιτικών πρωτοβουλιών στο Εθνικό ζήτημα; Εδώ, οι πιο κάτω πέντε παρατηρήσεις :

  1. Αν τελικά κατά μια λογική οι οικονομικές επιπτώσεις από την Τ.Ε. είναι «δυσμενείς», τότε θα αναρωτηθούμε: Τελικά την πολιτική την ασκούν οι οικονομολόγοι ή οι πολιτικοί; Δηλαδή η πολυδιάστατη σχέση οικονομίας – πολιτικής θα σταθεί και θα μείνει στη σφαίρα της οικονομικής της διάστασης – και μόνο;
  2. Αλλά βεβαίως προβάλλεται και η άποψη: Ναι, είμαστε υπέρ της πλήρους ένταξης, αλλά είμαστε αντίθετοι σε πορεία «Τελωνειακής Ένωσης». Αν και είναι γενικά δύσκολο εγχείρημα να οδηγηθείς στο «ρετιρέ» της πολυκατοικίας χωρίς να περάσεις από ενδιάμεσους ορόφους, είναι ενδιαφέρον και τούτο: Μπορείς να επιβάλεις τέτοιον όρο στα αρμόδια όργανα της ΕΟΚ; Δηλαδή να ζητήσεις  και να λάβεις «πύραυλο» της πολιτικής για τη δική σου εκτόξευση; Αλλά η ουσία βρίσκεται αλλού. Στο κάτω – κάτω, την πολιτική δεν την ασκείς με όρους απόλυτα μονούς. Στο τραπέζι των συνομιλιών υπάρχουν δυο μέρη … Υπάρχει και άλλο μέρος που έχει και «κανόνες» και πολιτικές διαδικασίες γνώστές σε όλους. Επομένως αυτή η πρόταση (ΝΑΙ στην ΕΟΚ, ΟΧΙ σε τελωνειακή ένωση) θα είχε ένα πολιτικό συλλογισμό με συνοχή αν ήταν: Ναι στην πλήρη ένταξη, αλλά όχι στη συγκεκριμένη Τ.Ε. που υπογράφτηκε από την Κυπριακή Κυβέρνηση 22 Μαίου ’87. Ακριβώς γιατί οι όροι αυτής της Εμπορικής Συμφωνίας δεν διασφαλίζουν τις οικονομικές απαιτήσεις τάξεων και στρωμάτων της Κυπριακής Κοινωνίας. Επομένως το «όχι» στηρίζεται σε μια λογική που έχει μεν βάση οικονομική, αλλά που ερμηνεύεται και κινείται σε πορεία πολιτική – διεθνείς συσχετισμοί, οικονομικό κόστος, εθνικό ζήτημα κ.ο.κ.
  3. Κάθε κοινωνική αντιπροσώπευση του τόπου (κόμματα με αντίθετες κοσμοθεωρίες) χρησιμοποιούν ακριβώς το κυρίαρχο τους πολιτικό «εργαλείο» για να προσεγγίσουν το ζήτημα. Δηλαδή εκείνο της ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ τους που ερμηνεύει τα φαινόμενα (τοπικά – διεθνή) και βεβαίως, τα τοποθετεί στη σφαίρα της κίνησης τους – μετά την ερμηνεία. Ίσως γι’ αυτό να ήταν χωρίς αντικείμενο μια συζήτηση του τύπου «αυτοί βλέπουν το θέμα ιδεολογικά, εμείς εθνικά, οι άλλοι οικονομικά» κ.ο.κ. Γιατί ακριβώς έχουμε να κάνουμε συζητήσεις και επιλογές ΠΡΩΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΗΣ (Κύπρος – Κόσμος). Δεν θα ήταν  περιττό να καταγγέλλουμε τους «άλλους» ότι κάνουν «δεύτερης ποιότητας επιλογές» όταν όλοι καλούνται να κάνουν (και έχουν ήδη κάνει) την πρώτιστη ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΗ τους τοποθέτηση;
  4. Τόσο οι σχέσεις ανάμεσα στην Κύπρο και τον Κόσμο (Διεθνής διάσταση) όσο και οι ιδιαιτερότητες των σχέσεων Κύπρου – ΕΟΚ δημιουργούν την πρόκληση, επομένως, εισάγουν στην πρόταση: Μια αναθεώρηση της πρωτεύουσας φοράς της εξωτερικής πολιτικής της Κύπρου συνιστά μια ρεαλιστική ανάγνωση συσχετισμών και δυνατοτήτων της πολιτικής, που, χωρίς να θέτει διλήμματα του Τύπου «ΕΟΚ ή Αδέσμευτοι», κάνει νέες ιεραρχήσεις, προτείνει συμμετοχή σε ΠΟΙΟΤΙΚΑ ΑΝΩΤΕΡΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΝΩΣΕΙΣ. Δηλαδή δεν τίθεται λ.χ. το δίλημμα ΕΟΚ ή Κίνημα των Αδεσμεύτων γιατί ακριβώς η συμμετοχή στην πρώτη δεν συνιστά σύγκρουση με το δεύτερο. Σημαίνει ωστόσο συλλογική (και νέα) πολιτική της πρώτης απέναντι στο δεύτερο. Γιατί πια οι σχέσεις θα αναπτύσσονται και ΚΡΑΤΙΚΑ και ΣΥΛΛΟΓΙΚΑ. Επομένως εδώ κάνουμε λόγο για ιεραρχήσεις, όχι διλήμματα. Και αυτή  η νέα ιεράρχηση με κεντρική επιλογή την «επιλογή ΕΟΚ» συνιστά μια σταθερή και εξελισσόμενη ενδυνάμωση της πολιτικής ισχύος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Στήριξη με νέες θέσεις της πολιτικής διαδικασίας γύρω από το εθνικό ζήτημα – τις ισορροπίες, τις προοπτικές του.
  5. Και λόγοι περί δημοψηφίσματος έγιναν, μα δημοψήφισμα δεν φαίνεται «εύκολα» σον ορίζοντα. Δηλαδή θα μπορούσε αυτό το χρονοδιάγραμμα συνομιλιών ανάμεσα στα δυο μέρη, μια και ουσιαστικά έδειξε το πρόσωπο του (22 Μαίου), να τεθεί σε τροχιά (καθορισμένη και επίκαιρη) ενός ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ. Ακριβώς για να εκφραστούν (και όχι μόνο σαν δίλημμα) οι επιλογές, οι προτάσεις των Κυπρίων πολιτών. Ασφαλώς και το όλο κλίμα θα μπορούσε να συμβάλει εν μέρει και στην αναβάθμιση των συνθηκών άσκησης της πολιτικής αντιπαλότητας, και σε ένα καινούργιο πεδίο συγκρούσεων (διεθνής προσανατολισμός Κύπρου. Αυτό  το επίκαιρο (και τώρα) βήμα θα μπορούσε να γίνει ΠΡΙΝ από τις προεδρικές εκλογές του 1988. Για να γίνει ένα αυτόνομο και αυτοδύναμο πλαίσιο διαλόγου και σύγκρουσης (διεθνής προσανατολισμός). Για να μπορέσουν οι συσχετισμοί σε επίπεδο λαϊκών επιλογών να καταγραφούν σφαιρικά – επομένως να μην τίθενται μελλοντικά θέματα αμφισβητήσεων. Άλλωστε και αυτό ενδιαφέρει, ιδιαίτερα οι Κύπριοι πολίτες θα εκφράσουν τις προσδοκίες, τις αγωνίες, την ωριμότητα, τις εμπειρίες τους. Πτυχές της πολιτικής ιστορίας της σύγχρονης Κύπρου μπορούν να καταγράψουν τον ισχυρισμό: Εκπλήξεις δεν πρέπει να αποκλείονται κατά την ώρα ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων του δημοψηφίσματος. Άλλωστε σε αυτό πιστεύουν όσοι εμπιστεύονται το πολιτικό αισθητήριο  και την πολιτική παιδεία των κυπρίων εργαζομένων.
ΤΟ ΓΙΑΤΙ ΤΟΥ «ΝΑΙ»

Έστω κι αν προτάσεις ή σκέψεις έχουν κατατεθεί, μένει πάντοτε η ουσία: Ποια είναι η σκέψη πίσω από τις προτάσεις; Ποιο είναι εκείνο που σαν εργαλείο ανάλυσης καταθέτει εν συνεχεία θέσεις; Ποια η φιλοσοφία που τις κινεί;

Α) Η Ευρώπη, από τα Ουράλια Όρη ως τον Ατλαντικό Ωκεανό, δίνει ένα στίγμα πορείας. Αυτός ο ιστορικός χαρακτήρας της ΕΝΙΑΙΑΣ ΕΥΡΩΠΗΣ (κοινές πολιτικές παραδόσεις, συγγενικές πολιτικές φόρμες κ.ο.κ.) αποτελεί ένα ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΟ ΟΡΑΜΑ που, ενώ λαμβάνει υπόψη του διαμορφούμενες σήμερα ισορροπίες (και δεν τις υποτιμά), δικαιούται ωστόσο να αποκτήσει ένα ρεαλιστικό προσανατολισμό. Εκείνον δηλαδή που υπερβαίνει δημιουργικά το σχίσμα του Βερολίνου στοιχίζει όρους και προϋποθέσεις για μια ΕΥΡΩΠΗ των ΛΑΩΝ της. Δημιουργεί ένα πλαίσιο πορείας σε δύο άξονες:

1) Απορρίπτει τη λογική που θέλει την Ευρώπη χώρο άσκησης πολιτικής κηδεμονίας. Ούτε υποτιμά ή παρασιωπά το γεγονός πως σήμερα οι Ατλαντιστές (Νατοϊσμός) στην ΕΟΚ έχει τεράστιο κύρος και προσβάσεις και  πιστεύει σε μια σχέση καλού συγγενή (ΕΟΚ) απέναντι στον Καλύτερο Κηδεμόνα (ΗΠΑ). Το δείγμα της Μ. Θάτσερ είναι ένα καλό δείγμα…

Β) Ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση ασκείται ήδη. Οι για πρώτη φορά διεξαχθείσες συνομιλίες ΕΟΚ – Σ. Ένωσης (Μπενεβίτες – Μποζίχιν) και οι νέες προϋποθέσεις για οικονομική συνεργασία ΕΟΚ – Κομεκόν. Η κρούση της Σ. Ένωσης προς τις Βρυξέλλες για την υποστήριξη των 12 προς την πρωτοβουλία της για Σύγκληση Διεθνούς Διάσκεψης για το Κυπριακό και το Μεσανατολικό. Οι νέες δυνατότητες για δυτικοευρωπαϊκές επενδύσεις μέσα στη (νέα) Σοβιετική Ένωση. Ο διάλογος των δυο Γερμανών. Μικρά βήματα, δειλά, βέβαια, αλλά προς το σωστό προσανατολισμό που είναι (συγκριτικά) πιο ρεαλιστικές σήμερα: Ναι χαλαρώσει δηλαδή το ιδεολογικό τσιμέντο που περιβάλλει και διασχίζει τις δυο Ευρώπες. Όσο βελτιώνεται αυτό το κλίμα, τόσο θα αυξάνονται και οι δυνατότητες πιο δημιουργικών σχέσεων ανάμεσα στον ιστορικό τους χώρο που χωρίς εθνικολαϊκές ψήφους έγινε (σχηματικά) Ανατολή –  Δύση… Μια πυξίδα πλεύσης και προοπτικής το «Κοινό Πανευρωπαϊκό Σπίτι». Ακριβώς μέσα σε αυτό το «Σπίτι» ΔΙΕΚΔΙΚΕΙ και η Κύπρος τη δική της θέση. Θέση Κυπριακή. Θέση Πανευρωπαϊκή.

Γ) Η συμμετοχή (ολικό επίπεδο) μέσα στην ΕΟΚ προνοεί ΤΑΞΙΚΕΣ επιλογές των «εθνικών» τάξεων. Επομένως έχει τις προϋποθέσεις για ένα σφαιρικό και πολυεπίπεδο σύστημα σχέσεων. Γίνεται λόγος για συμμετοχή σε ένα πολιτικό βήμα που περπατά με διαφορετικές ταχύτητες, έχει αντιθετικές ταχύτητες, έχει αντιθετικές λογικές, συγκρούεται με τον εαυτό του, αναζητεί τρόπους υπέρβασης τους. Μερικές φορές τα καταφέρνει, πολλές όχι. Για παράδειγμα Σύνοδοι Κορυφής των τελευταίων ετών.

Με την παρουσία, ωστόσο, αναδεικνύεται η βούληση και καταγράφεται η προοπτική: Με τη συμμετοχή και τις ασταμάτητες προσπάθειες, τις κατακτήσεις και τις παραλείψεις, δημιουργείται, με μικρές πράξεις, ΑΓΩΝΑΣ ΕΛΠΙΔΟΦΟΡΟΣ. Που το μόνο που δεν ζητεί είναι η θριαμβολογία,  ο εφησυχασμός και η μετάθεση ευθυνών…

Επομένως, η επιλογή της ΕΟΚ σημαίνει συμμετοχή σε ένα πεδίο όπου η ταξική πάλη απαιτεί και γνώσεις και προγραμματισμό. Και τη σταθερή πίστη πως «παράδεισοι» δεν υπάρχουν. Υπάρχουν όμως πεδία για αγώνες και προϋποθέσεις για νέους ορίζοντες. για τις κοινωνίες και τους δημιουργούς τους.

Δ) Αλλά κι αν όλα τούτα μοιάζουν σαν κουβέντα με την ουτοπία, ο Ευρωπαϊκός χώρος, ας σημειωθεί ιδιαίτερα πως είναι εκείνος, που για αιώνες εξέθρεψε τις δημιουργικές ουτοπίες μέσα στα δικά του ιδεολογικά εργαστήρια, στον ενιαίο πανευρωπαϊκό του χώρο. Τότε ήταν ουτοπίες. Σήμερα πολλές έγιναν δημιουργίες. Άλλες έμειναν ουτοπίες. Γι’ αυτό, όταν μιλάμε για το «Κοινό Πανευρωπαϊκό Σπίτι», σημαίνει πως καλούμε τη δημιουργική ουτοπία να πάρει θέση σε ιστορικό ραντεβού. Εκείνο της Ευρώπης και των λαών της μαζί με εκείνο του πολιτικού, κοινωνικού και πολιτιστικού πλουραλισμού της.

Του Λάρκου Π. Λάρκου
Άρθρο στην εφημερίδα ο Φιλελεύθερος