Κυρώσεις ή Λύσεις; Ιδού Ρόδος…

Το τέλος μιας ψευδούς πρόσληψης των πραγμάτων είναι εδώ! Σύμφωνα με ρεπορτάζ στην εφ/δα «ο Φιλελεύθερος» ο Πρόεδρος Αναστασιάδης «ζήτησε από τον Σαρλ Μισέλ και την Άνγκελα Μέρκελ να περάσουν από τα λόγια στις πράξεις γιατί η ανεκτικότητα που επιδεικνύει η ΕΕ έναντι της Τουρκίας είναι αναποτελεσματική. Πληροφορίες «καταδεικνύουν ότι Βρυξέλλες και Βερολίνο δεν έχουν ακόμα απάντηση ως προς την αποτελεσματική αντιμετώπιση των προκλήσεων της Τουρκίας. Παράλληλα, ενισχύονται οι ανησυχίες πως η ΕΕ προσπαθεί εντέχνως να αποφύγει τη λήψη μέτρων κατά της Τουρκίας», (10/9). Η διαρροή των εκτιμήσεων Αναστασιάδη αποδεικνύει ότι η στρατηγική του έχει οδηγηθεί στο πιο ακραίο της αδιέξοδο. Η εγκατάλειψης της πολιτικής της ειρήνευσης και στη συνέχεια «μάχες» για κυρώσεις κατά της Τουρκίας χωρίς ταύτιση με τα κείμενα του ΟΗΕ για το κυπριακό, έχει καταρρεύσει εφ’ όλης της ύλης.

Γίνεται συνεχώς λόγος για κρίση στην Ανατολική Μεσόγειο, για προβλήματα που οδηγούν σε κίνδυνο ανάφλεξης. Ποια όμως είναι η πρώτη πηγή του προβλήματος; Στη δική μου εκτίμηση, η πηγή βρίσκεται στην οργανωμένη απόφαση Αναστασιάδη να εγκαταλείψει τις συνομιλίες για επίλυση, και με άλυτο το κυπριακό,  να επιβάλει τους όρους του στην γεωπολιτική σκακιέρα της Α. Μεσογείου με τη στήριξη Νετανιάχου και με μικρές βοήθειες από το εβραϊκό λόμπι στις ΗΠΑ. Αυτό που βλέπουμε σήμερα είναι η συντριβή του ανορθολογισμού, η παταγώδης αποτυχία να διαβάσουμε τα δεδομένα και να τα προσαρμόσουμε στη σύγχρονη εποχή. Η Τουρκία αξιοποιώντας τη ναυτική της ισχύ διέλυσε πλήρως τις εκτιμήσεις Αναστασιάδη, ο οποίος, επιχειρεί καθημερινά να δείχνει άλλους ως «ενόχους» για τις δικές του λανθασμένες επιλογές.

Οι ελληνικές κυβερνήσεις με πρωθυπουργούς τους Τσίπρα και Μητσοτάκη έχουν οδηγηθεί στις ατραπούς που επέβαλε σε αυτές ο Ν. Αναστασιάδης-συμμετοχή στις «τριμερείς» ως photo opportunity δίπλα από τον Β. Νετανιάχου. Η υποταγή της Αθήνας στις επιταγές της κυπριακής ακροδεξιάς και του περίφημου «κυπριακού» λόμπι στην Αθήνα εκτρέφει το κίνδυνο για ανεξέλεγκτες καταστάσεις.  Ο φόβος Μητσοτάκη να μην τον «παραλάβει» είτε το κυπριακό λόμπι, είτε το λόμπι των διεθνολόγων της αγέρωχης ρητορείας, είτε η εθνικολαϊκίστικη κομπανία, τον οδηγεί από το ένα λάθος στο άλλο με αποτέλεσμα την αδυναμία του να σταθεί με ψυχραιμία απέναντι στις εξελίξεις και να διαμορφώσει τις προϋποθέσεις που οδηγούν στη Χάγη. Ο καθημερινός καταγγελτικός του λόγος, με τη συμβολή στρατευμένων στα στερεότυπα ΜΜΕ,  δυσκολεύει κάθε του κίνηση και παρεμποδίζει τη στροφή στον ορθολογισμό.

Η ΕΕ συζητά στις 24 Σεπτεμβρίου τρόπους καλύτερης αντιμετώπισης της κατάστασης στην Α. Μεσόγειο και βέβαια της ευρωτουρκικής σχέσης μέσα στις σημερινές συνθήκες. Στις 4/9 ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σ. Μισέλ πρότεινε «τη διεξαγωγή μιας πολυμερούς διάσκεψης για να εκτονωθούν οι εντάσεις στην ανατολική Μεσόγειο. Αυτός μπορεί να είναι ο καλύτερος τρόπος για την αποκλιμάκωση στην περιοχή και για να υπάρξει ένας δίαυλος για διάλογο». Η εισήγηση Μισέλ δύσκολα θα αποδώσει καρπούς, το αδιέξοδο πιθανόν να συνδέεται με τη μη αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Τουρκία και το ζήτημα της εκπροσώπησης της τ/κ κοινότητας, κάτι που πιθανόν να οδηγήσει σε τεχνικές δυσκολίες για «το πόσοι και ποιοι».

Μέσα στην παραζάλη της καθημερινής συνθηματολογίας, λίγες φωνές παραμένουν ψύχραιμες, σφαιρικές, προτείνοντας ρεαλιστικές προτάσεις με ουσιαστική προοπτική. Μια τέτοια στρατηγική αναδεικνύει ο καθηγητής Π. Ιωακειμίδης. Γράφει: «Επειδή συμμετείχα στην προετοιμασία του πρώτου «Ελσίνκι» θυμάμαι ότι και τότε η αντίδραση πολλών ήταν ότι «αυτά τα πράγματα δεν γίνονται!».  Γίνονται εάν υπάρχει βούληση, ευρηματικότητα, στρατηγική. Και έγιναν και ως αποτέλεσμα η Κύπρος είναι τώρα μέλος της Ένωσης και έχουμε ένα κεκτημένο διερευνητικών συνομιλιών με την Τουρκία που μπορούμε να αξιοποιήσουμε». Ο καθηγητής εισηγείται «Ειδική σχέση – νέο «Ελσίνκι» με την Τουρκία που θα περιλαμβάνει:

Πρώτον, εκσυγχρονισμό της Τελωνειακής Ένωσης ΕΕ – Τουρκίας για να καλύψει αγροτικά προϊόντα και υπηρεσίες.

Δεύτερον, δέσμη ρυθμίσεων για την απελευθέρωση του καθεστώτος θεωρήσεων (visas) για την είσοδο Τούρκων πολιτών στην ΕΕ.

Τρίτον, ρυθμίσεις για προσφυγικό – μεταναστευτικό (νέα Δήλωση ΕΕ – Τουρκίας).

Τέταρτον, πακέτο στήριξης της Τουρκικής οικονομίας και

Πέμπτον, σε δεύτερο στάδιο, συμμετοχή της Τουρκίας στη «μόνιμη διαρθρωμένη συνεργασία» (PESCO) της αμυντικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω συγκεκριμένων projects.  Όλα αυτά, όμως, με σαφείς, συγκεκριμένους όρους και προϋποθέσεις. Τίποτα δεν θα δοθεί free. Η εκτίμησή μου είναι ότι ένα τέτοιο πακέτο δεν μπορεί να απορριφθεί από την Άγκυρα. Άλλη στρατηγική ανάμεσα σε ΕΕ και Τουρκία δεν υπάρχει. Στρατηγική που να οδηγεί στην ομαλοποίηση της κατάστασης και τελικά στη λύση των προβλημάτων και σταθεροποίηση της Αν. Μεσογείου». (ηλ. Κόμβος, «Μεταρρύθμιση», 30/8/20).

Συμπληρώνω στα όσα σημαντικά γράφει ο Π. Ιωακειμίδης πως η Κύπρος, υποστηρίζοντας τα πιο πάνω, θα είναι σε θέση να εργαστεί για το ξεπέρασμα των εντάσεων στην Α. Μεσόγειο πάνω στην κατεύθυνση «ανασυγκρότηση της ευρωτουρκικής σχέσης έναντι επίλυσης». Η επιστροφή στο τραπέζι των συνομιλιών μετά την εκλογική διαδικασία ανάμεσα στους τ/κ, αποτελεί τη μόνη οδό που μπορεί να αλλάξει πραγματικά τους όρους διεξαγωγής του παιχνιδιού.  Η ευρηματική πολιτική μπορεί να «εμβαθύνει» το «Πλαίσιο Γκουτέρες» με την αξιοποίηση υλικού από το κεκτημένο της ΕΕ προσφέροντας ακόμα περισσότερες δυνατότητες για να σφραγίσουμε τις εξελίξεις με σύγχρονο υλικό. Όπως η αποχώρηση του κατοχικού στρατού με κατάργηση των εγγυητικών δικαιωμάτων του 1960 όπως προνοεί το Πλαίσιο Γκουτέρες στο σημείο 1, όπως ένα νέο σύστημα ασφαλείας με ρόλο-κλειδί στην ΕΕ, όπως ένα πρόγραμμα σταθεροποίησης της οικονομίας, όπως προγράμματα ανοικοδόμησης και μετεγκατάστασης, υποδομές, η ανοικοδόμηση της Αμμοχώστου και τα προγράμματα συμφιλίωσης.