ΟΙ «ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΙ» της διχοτόμησης

Η συμπλήρωση 53 ετών από τις διακοινοτικές συγκρούσεις στις 22/23 Δεκεμβρίου 1963 επαναφέρουν στην ιστορική μνήμη γεγονότα που σημάδεψαν την σύγχρονη ιστορία της νήσου. Τι δεν πήγε καλά και μόλις 3 και μισό χρόνια μετά την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας το σύστημα που δημιούργησε κατέρρευσε;

Πρώτο, η ολοφάνερη έλλειψη πίστης ότι η νέα κατάσταση πραγμάτων  μπορούσε να εκφράσει το, υπό τις περιστάσεις, εφικτό. Σε ισχυρά πολιτικά ρεύματα στις δύο κοινότητες το σύνταγμα της Ζυρίχης φαινόταν «λειψό». Μια τάση στη μια κοινότητα έβλεπε τη νέα δημοκρατία ως το ενδιάμεσο βήμα για την «ένωση», μια τάση στην άλλη κοινότητα ως μια ενδιάμεση στάση για τη «διχοτόμηση» ή την ευθεία ανάμειξη της Τουρκίας στις κυπριακές υποθέσεις.

Δεύτερο, σημειώνω ότι η συμφωνία Ζυρίχης-Λονδίνου υπογράφηκε από τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο ο οποίος είχε την στήριξη από τα 27, της αποτελούμενης από 35 μέλη ε/κ αντιπροσωπείας, στο Λονδίνο. Χάριν της τεκμηρίωσης του κειμένου, η μεγάλη πλειοψηφία της δεξιάς /κεντροδεξιάς (27 άτομα) προέτρεψε το Μακάριο να συμφωνήσει με την συνταγματική πρόταση, ενώ διαφώνησαν οι 5 αντιπρόσωποι του ΑΚΕΛ, συν Β. Λυσσαρίδης, Τ. Παπαδόπουλος, Γ. Χρίστης.

Τρίτο, η ε/κ ηγεσία επέδειξε ασύγγνωστη επιπολαιότητα και πρωτοφανή άγνοια πάνω σε στοιχειώδεις κανόνες λειτουργίας κανόνων στη διεθνή δικαιακή πρακτική. Το νέο Σύνταγμα, όπως συμφωνήθηκε τον Φεβρουάριο του 1959, «εγκρίθηκε» από μεγάλη λαϊκή πλειοψηφία με την ψήφο στον πρώτο Πρόεδρο Μακάριο να φτάνει σχεδόν στο 70%, στις πρώτες προεδρικές εκλογές (Δεκέμβριος, 1959). Σε χρόνο ρεκόρ στα διεθνή χρονικά (1963), ο πρόεδρος Μακάριος ζήτησε την τροποποίησή του σε 13 σημεία. Πρακτικά ζήτησε την εξ αρχής αναδιαμόρφωσή του!

Τέταρτο, όταν υπογράφεις μια συμφωνία και σχεδόν αμέσως αναιρείς την υπογραφή σου, δυο τινά μπορεί να συμβαίνουν. Είτε υπέγραψες λάθος συμφωνία, είτε πήγες να την διορθώσεις με το χειρότερο δυνατό τρόπο. Επιχειρείς να ακυρώσεις πρόνοιες του συντάγματος που έδιναν ορισμένα πλεονεκτήματα στην άλλη πλευρά, πιστεύοντας ότι η τ/κ κοινότητα, είτε  θα συμφωνήσει στη συρρίκνωση όσων από κοινού συμφωνήθηκαν, ή ότι θα δεχόταν τις αλλαγές εξαιτίας του μεγέθους της!

Πέμπτο, με την υπογραφή και τα πρώτα στάδια λειτουργίας της ανεξάρτητης δημοκρατίας, πρόσωπα σε θέσεις κλειδιά στο νέο σύστημα εξουσίας,  όπως λ.χ ο Υπουργός Εσωτερικών Π. Γιωρκάτζης ή ο Ν. Σαμψών, θεωρούσαν ότι μπορούσαν να επιβάλουν τη δική τους πολιτική επιρροή, σε μια λογική που ήταν οργανωμένη σε ελεγχόμενα, στρατιωτικής δομής, «καπετανάτα». Αυτή η εκτός νομιμότητας ανεξέλεγκτη δράση τους, χρεώθηκε από την ακραία τ/κ ηγεσία συνολικά στην ε/κ κοινότητα και έτσι οι σχέσεις των δύο κοινοτήτων πήγαιναν από το κακό στο χειρότερο.

Έξι, αυτή η τυφλή πρακτική ήταν βούτυρο στο ψωμί κύκλων στην τ/κ κοινότητα και στην κεμαλική Τουρκία που ζητούσαν, πρώτα «μη επικοινωνία» ανάμεσα σε τ/κ και ε/κ και, μετά, στο βάθος, «ταξίμ». Κάτω από το σύνθημα της παρεμπόδισης του ελέγχου από ομάδες ε/κ «καπετάνιων», οδήγησαν την τ/κ κοινότητα, είτε με την πειθώ, είτε με την άσκηση βίας στο δρόμο της αποξένωσης από το σύστημα εξουσίας που ήθελε να οικοδομήσει η Ζυρίχη, ανοίγοντας έτσι τον κύκλο της επιδίωξης σταδιακής «διοικητικής αυτοτέλειας».

Επτά, ε/κ «καπετάνιοι», μεθυσμένοι από την άσκηση εξουσίας, έχοντας μηδενική γνώση γύρω από για τους συσχετισμούς δύναμης και, κυρίως, απαίδευτη περί την εξωτερική πολιτική, έβλεπαν τις ένοπλες ομάδες τους ως το εργαλείο για την πλήρη επικράτηση επί των τ/κ. Πίσω από αυτά ήταν διάφορες ασυναρτησίες του τύπου  «η ελληνική ιστορία το απαιτεί», «η Κύπρος είναι δική μας», «αυτοί οφείλουν να υποταχθούν σε πολύ λιγότερα από όσα η Ζυρίχη προέβλεπε».

Οκτώ, οι «καπενάνιοι» δεν είχαν γεωγραφικό χάρτη στο σπίτι τους, ούτε στα γραφεία καθώς οργάνωναν το σχέδιο «Ακρίτας»-σχέδιο επιβολής της «ελληνικής τάξης» στο σύνολο της νήσου. Έβλεπαν την Κύπρο ως μια απομονωμένη νησίδα, χωρίς άλλες διαστάσεις ή διασυνδέσεις με γεωπολιτικά συμφέροντα. Πίστευαν ότι η Κύπρος ήταν μόνο γεωγραφία- από τον Απ.  Ανδρέα μέχρι την Πάφο. Αγνοούσαν ότι ήταν και γεωπολιτική, γι’ αυτό έπαιξαν στο γήπεδο που ευνοούσε τους πιο ακραίους κύκλους της Άγκυρας. Η αντίστροφη μέτρηση άρχισε με τους βομβαρδισμούς στην Τυλληρία-Αύγουστος 1964. Με την πολιτική του τύπου «ο εχθρός στη θάλασσα» έφεραν την Κύπρο κάτω από την στρατιωτική υπεροπλία της Τουρκίας.

Εννέα, η συνέχεια έφερε πολύ χειρότερες εξελίξεις-Εθνικό Μέτωπο, ΕΟΚΑ Β, πραξικόπημα, εισβολή. Στη δική μου γνώμη, αυτό συνέβη γιατί ελάχιστοι κύπριοι πολιτικοί διάβασαν σωστά την γεωπολιτική του κυπριακού και λίγοι πίστεψαν στο εγχείρημα του νέου συντάγματος της Ζυρίχης. Γι΄αυτό δεν μπορούσαν να κατανοήσουν τον Ε. Βενιζέλο (1931), που ζητούσε όπως η Ελλάδα μη παρέμβει στο κυπριακό ώστε να μην αλλάξουν τα ισοζύγια ισχύος υπέρ της Τουρκίας.  Θεωρούσε ότι οι ίδιοι οι κύπριοι με ισχυρότερη δύναμη τους ε/κ, έπρεπε να ηγηθούν της προσπάθειας για περισσότερες ελευθερίες σε διαπραγμάτευση με την Μ. Βρετανία. Η γεωγραφία, τοπικοί και περιφερειακοί συσχετισμοί δύναμης, η πληθυσμιακή σύνθεση της νήσου, δυνατότητες και αδυναμίες των παικτών μέσα και έξω από την Κύπρο καθόρισαν τη θέση ενός μεγάλου πολιτικού και διπλωμάτη όπως ήταν ο Ε. Βενιζέλος.  Η θέση Βενιζέλου δικαιώθηκε πλήρως. Από το 1931 στο 1974 η ε/κ πολιτική τάξη πίστευε ότι γνώριζε τα πράγματα καλύτερα από τον Ε. Βενιζέλο, παρά τη διαρκή ήττα των κατά καιρούς αιτημάτων της.

Δέκα, κανένα μείζον μάθημα δεν βγήκε για την ε/κ κοινότητα μέσα από τις περιπέτειες του 1963/64. Αδίστακτοι τυχοδιώκτες, υπό το μανδύα της «ελληνικότητας», οδήγησαν την Κύπρο  στο γκρεμό. Μέχρι σήμερα η κυρίαρχη αφήγηση παραμένει στα στερεότυπα: «όλα τα κάναμε σωστά» και οι «καπετάνιοι» ήταν «πατριώτες» γιατί το «δίκαιο ήταν με το μέρος τους». Ούτε οι ήττες μάς δίδαξαν κάτι, ούτε ανάλογες διεθνείς εμπειρίες μάς λένε κάτι. Καμμία αυτοκριτική, κανένα δίδαγμα για το μέλλον!

Ένδεκα, για τους πιο πάνω λόγους δεν υπήρχε έδαφος για την ανάπτυξη της κοινής λογικής. Τι θα μπορούσε να γίνει;

Πρώτο, έντιμη εφαρμογή των Συμφωνιών της Ζυρίχης-Λονδίνου,

δεύτερο, άνοιγμα της ε/κ κοινότητας στην τ/κ και ιδιαίτερα στις δυνάμεις που εξέφραζε ο μετριοπαθής αντιπρόεδρος Φ. Κουτσιούκ,

τρίτο, κοινές δράσεις που θα ανέτρεπαν την σκληροπυρηνική γραμμή του ανερχόμενου τ/κ εθνικιστή ηγέτη Ρ. Ντενκτάς,

τέταρτο, προβολή μιας πολιτικής που θα δημιουργούσε «κοινά συμφέροντα» ανάμεσα στις δύο κοινότητες, η μόνη που θα οικοδομούσε  μορφές πραγματικής συνεργασίας.

Τίποτε από τα πιο πάνω δεν έγινε. Η ομφαλοσκόπηση στην ε/κ κοινότητα άνοιξε το δρόμο στις αυταπάτες και αυτές με τη σειρά τους έστρωσαν «μερσίνια» στην τουρκική στρατοδημοκρατία  της δεκαετίας του `70.

Λάρκος Λάρκου