Τρία συν ένα, ίσον κανένα!
Η διοίκηση Τραμπ διαθέτει εξωτερική πολιτική; Εξ όσων προκύπτει από τα πράγματα, γι’ αυτόν προείχε η αποδόμηση της εξωτερικής πολιτικής του Μ. Ομπάμα (Ιράν, Κούβα, Μ. Ανατολή) και στη συνέχεια η ανάδειξη της ασυναρτησίας σε καρικατούρα εξωτερικής πολιτικής, όπως οι ιστορίες με την Β. Βορέα, τη Συρία, την υπονόμευση της ΕΕ μέσω Brexit, τις αντιφάσεις στις σχέσεις με τη Ρωσία κλπ. Οι εξελίξεις δείχνουν ότι η προηγούμενη διοίκηση Ομπάμα διέθετε σε αρκετά ζητήματα, επεξεργασμένη αντίληψη για την εξωτερική πολιτική και πιστώνεται σημαντικές επιτυχίες μεγάλης εμβέλειας, όπως η συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, η συμφωνία συμφιλίωσης στην Κολομβία, η ομαλοποίηση των σχέσεων με την Κούβα και οι αλλεπάλληλες προσπάθειες για επίλυση του Μεσανατολικού σε διαβούλευση με την Ισραηλινή και την Παλαιστινιακή ηγεσία. Σήμερα ουδείς μπορεί να διαμορφώσει αντίληψη για το ποια είναι η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, καθ’ ότι ορίζεται από διαφορετικά και ασύνδετα μεταξύ τους κέντρα εξουσίας, εξ αυτού και χαρακτηρίζεται από παραιτήσεις υπουργών, συμβούλων κλπ. Ο τρόπος που λειτουργεί προσωπικά ο Τραμπ οδήγησε σε μηδενική επικοινωνία με την ΕΕ, και σε πλήρη αναξιοπιστία της διοίκησής του στο διεθνές πεδίο-με εξαίρεση το μονόπλευρο παιχνίδι με το Ισραήλ.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο αναπτύσσονται εσχάτως διάφορες εκτιμήσεις ότι οι ΗΠΑ ευνοούν μια νέα γεωπολιτική συνθήκη στην περιοχή στην οποία οι ΗΠΑ με βραχίονες το Ισραήλ, την Κύπρο και την Ελλάδα («3 συν 1») θα αναπτυχθεί σε νέον άξονα προώθησης κοινών συμφερόντων στην περιοχή της Α. Μεσογείου. Η πιο πρόσφατη εκδοχή αυτής της αντιληψης εκφράστηκε με την επίσκεψη στη Λευκωσία του Υφυπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, αρμόδιου για θέματα ενέργειας Φράνσις Φάνον στις 5 Φεβρουαρίου 2020. Σε δηλώσεις του στη Λευκωσία Φ. Φάνον ανέφερε ότι «αυτό το οικοδόμημα 3+1 είναι ένα πολύ σημαντικό όχημα για διευκόλυνση αυτού του είδους της συνεργασίας μεταξύ κρατών, την ανάπτυξη των ενεργειακών πόρων στην Ανατολική Μεσόγειο. Η ενέργεια είναι καταλύτης για τη συνεργασία και οι ΗΠΑ παραμένουν δεσμευμένες σε ανώτατο επίπεδο». Ταυτόχρονα, έκανε έκκληση «προς όλα τα μέρη να μην προβαίνουν σε προκλητικές ενέργειες που μπορεί να προκαλέσουν περαιτέρω αστάθεια στην περιοχή».
Στο ανισοσκελές οικοδόμημα του «3 συν 1», δεσπόζει η παρουσία Β. Νετανιάχου. Ταυτόχρονα και μέσω του εβραϊκού λόμπι στις ΗΠΑ δίνει μερικά ψίχουλα στους άλλους δύο του οικοδομήματος, κυρίως με εικόνες για εσωτερική κστανάλωση, όπως ο Eastmed ή πιο γρήγορες επαφές με παράγοντες στην Ουάσιγκτον. Αυτό το θεωρητικό σχήμα διαθέτει σημαντικά μειονεκτήματα: Πρώτο, δεν αφορά τον ίδιο τον πρόεδρο των ΗΠΑ, ο οποίος έχει άλλες προσεγγίσεις, λ.χ σε σχέση με την Τουρκία και τον Τ. Ερτογάν, συνεπώς δεν προκύπτει μια πολιτική διαδικασία που να υπακούει σε κάποιο πλάνο. Δεύτερο, επικεντρώνεται σε ζητήματα εξωτερικών εντυπώσεων γιατί από τη φύση του δεν μπορεί να προωθήσει σοβαρά θέματα λόγω της μη επίλυσης του κυπριακού. Τρίτο, το Ισραήλ, ήδη, πωλεί φυσικό αέριο στην Αίγυπτο και την Παλαιστινιακή Αρχή και ετοιμάζεται με την Ιορδανία. Η Κύπρος έμεινε στις ασκήσεις επί χάρτου και η Ελλάδα ταλαντεύεται ανάμεσα στη Χάγη και τις εσωτερικής της φοβίες. Τέταρτο, το «3 συν 1» συνενώνει, δυστυχώς, φαινομενικά, αντιθετικά συμφέροντα ανάμεσα στους Ν. Αναστασιάδη και Β. Νετνιάχου. Ο Ν. Αναστασιάδης εμφανίζει στην κοινή γνώμη έναν συνομιλητή με σημαντική ισχύ και ο Νετανιάχου, εκτός άλλων, αξιοποιεί την πολιτική της μη λύσης στο κυπριακό που ακολουθεί ο Ν. Αναστασιάδης για να δημιουργεί φθορά στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας. Λογικά ασύμπτωτα συμφέροντα που χειρίζονται δύο πρόσωπα με συγκλίσεις πάνω στις αρνητικές διαστάσεις που παράγουν οι διεθνείς σχέσεις. Πέμπτο, η οικοδόμημα «3 συν 1» στηρίζεται από χαμηλόβαθμους αξιωματούχους στο αμερικάνικο Υπεξ που ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για τα συμφέροντα του Ισραήλ, κάτι που προσφέρει μόνο δευτερεύουσας σημασίας χειρισμούς για τους άλλους δύο. Σε αντίθεση με τις σημερινές προχειρότητες, θυμίζω ότι επί Ομπάμα είχαν επισκεφθεί την Κύπρο, τόσο ο Αντιπρόεδρος Τ. Μπάιντεν όσο και ο υπεξ Τ. Κέρυ (2015) στηρίζοντας τις συνομιλίες Αναστασιάδη-Ακιντζί και τις κινήσεις του ΟΗΕ υπό τον ΓΓ Μπα-κι Μουν, προτείνοντας ολοκλήρωση των συνομιλιών μέχρι το τέλος του 2016.
Η «3 συν 1» υπόθεση συνιστά μια στρεβλή αντίληψη των πραγμάτων, και, βέβαια, δυσκολεύει περαιτέρω χειρισμούς μέσα στο ευρωπαϊκό πλαίσιο, στον οποίο ανήκει η Κύπρος. Η Τουρκίας στις 30 Ιανουαρίου πρότεινε «να σταματήσουν από κοινού όλες οι παράκτιες εργασίες στο νότιο τμήμα του νησιού μέχρι τη λύση του Κυπριακού». Η Λευκωσία απορρίπτει την πρόταση γιατί «τα προσχήματα που η Τουρκία επικαλείται, για δήθεν προστασία των δικαιωμάτων των Τ/Κ, είναι αβάσιμα και έρχονται σε πλήρη αντίθεση με το Διεθνές Δίκαιο». Ωστόσο, ένα moratorium, για κάποιο διάστημα είναι μια συνήθης διπλωματική πρακτική, συνεπώς μια πρόταση για ένα moratorium θα έπρεπε να προκύψει με σε διασύνδεση με το άτυπο χρονοδιάγραμμα για το κυπριακό (2020) που συμφωνήθηκε ανάμεσα στους ηγέτες των δύο κοινοτήτων στην παρουσία σε ΓΓ του ΟΗΕ στο Βερολίνο στις 25 Νοεμβρίου 2019. Το ενεργειακό πρόγραμμα της Λευκωσίας είναι ανενεργό, πλην του αιγυπτιακού διαδρόμου. Κατά συνέπεια, η Λευκωσία θα μπορούσε να προτείνει η ίδια ένα moratorium γιατί υπόσχεται πολύ περισσότερα-προοπτικές επίλυσης. Αντί άσκησης πολιτικής που να ατιμετωπίζει τα μείζονα, ασκείται πολιτική με κριτήριο τις εντυπώσεις.Το «3 συν 1», ίσον κανένα, για τα πραγματικά συμφέροντα της Κύπρου…
Λάρκος Λάρκου