Ευρωτουρκικός αμανές
Η μακρά πορεία των ευρωτουρκικών σχέσεων ανατέμνεται από τρεις κύριες περιόδους. Η πρώτη (1963) σημαίνει την επιθυμία των δύο πλευρών να επισημοποιήσουν την εμπορική διάσταση των σχέσεων τους. Συμφωνία Σύνδεσης. Η πολιτική σημασία αυτής της κίνησης χάθηκε μέσα στα χαώδη προβλήματα της τουρκικής κοινωνίας (δυο πραξικοπήματα, ένοπλες συγκρούσεις, εξωσυνταγματικές ρυθμίσεις) ώστε η κίνηση στο χρόνο (1963-1996) να γίνει για την Ε.Ε., η καλύτερη απάντηση στο τουρκικό αδιέξοδο.
Η δεύτερη περίοδος σφραγίζεται από την υπογραφή και ενεργοποίηση της Τελωνειακής Ένωσης (Τ.Ε.) Τουρκίας – Ε.Ε. από 1.1.1996. Το επόμενο βήμα αποδείχθηκε η αποφασιστική συνταγή για να ανοίξει η τουρκική αγορά στα ευρωπαϊκά προϊόντα και το ισοζύγιο να γέρνει διαρκώς προς την πλευρά των οικονομικών ισχυροτέρων στην Ε.Ε.
Έτσι η Τ.Ε. δημιούργησε νέα δεδομένα στις ευρωτουρκικές σχέσεις, χαλάρωσε τους φραγμούς στα τουρκικά σύνορα και λειτούργησε σχετικά μονόπλευρα, αφού οι δομικές αγκυλώσεις της τουρκικής οικονομίας δεν είναι σε θέση να αντέξουν στο συναγωνισμό. Η πολιτική βαρύτητα της εξέλιξης αυτής σημαδεύτηκε με την παροχή στην Κυπριακή Δημοκρατία χρονοδιαγράμματος για την έναρξη ενταξιακών συνομιλιών με τη συμφωνία της 6ης Μαρτίου 1995.
Η Τρίτη περίοδος έγινε απολύτως διάσημη με τις συμφωνίες στο Ελσίνκι (11.12.1999). Η Τουρκία πήρε τον τίτλο του υποψηφίου προς ένταξιν κράτους. Η πολιτική σημασία αυτής της εξέλιξης έγινε πιο καθαρή από τη στιγμή που εξελίχθηκε σε «πανδυτικό» αίτημα για να σταθεροποιηθούν οι «δυτικόστροφες» πολιτικές δυνάμεις στην Τουρκία, να υπερνικήσουν τις ακραίες ισλαμικές. Αυτή η ανάλυση εκπορεύτηκε από τις ΗΠΑ, βρήκε απήχηση στις πιο ισχυρές χώρες στην Ε.Ε. και εντέλει διαμόρφωσε ένα ευρύτατο ρεύμα σκέψης που οδηγούσε στο δογματικό σλόγκαν «Τουρκία = δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις». Με βάση τα κριτήρια της Ε.Ε. – που δεν ταυτίζονται με εκείνα των ΗΠΑ – η Τουρκία δεν ήταν σε θέση να πάρει τον τίτλο της υποψήφιας. Το ζήτημα για όσους δεν συμμερίζονταν την άποψη των ΗΠΑ και στη συνέχεια των 14η ήταν το πώς χειρίζεται κανείς τη διαφωνία του, ώστε από τη μια να μην απομονωθεί και από την άλλη να έχει ρεαλιστικά κέρδη από αυτή την ιδιόμορφη σύμπτωση συμφερόντων. Οι έως τώρα εξελίξεις δεν έχουν δικαιώσει τις προσδοκίες, ούτε των ΗΠΑ, ούτε των ισχυρών δυνάμεων στην Ε.Ε. Δύο γεγονότα σημαδεύουν αυτή την περίοδο το τουρκικό στοίχημα: οι νέες απαγορευτικές διατάξεις για το κόμμα HADEP, με φιλοκουρδικό προσανατολισμό, και οι τιμωρίες δημάρχων με βάση νόμους που η ίδια η Ε.Ε. θεωρεί ότι έπρεπε να είχαν από καιρό τροποποιηθεί. Η ετήσια έκθεση που η κυβέρνηση των ΗΠΑ δίδει στη δημοσιότητα για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ανά τον κόσμο, και φέτος είναι καταπελτική για την τουρκική περίπτωση. Επομένως ο φαύλος κύκλος παίρνει πιο χαρακτηριστικό περιεχόμενο. Κάθε «δώρο» προς την Τουρκία φέρει ελάχιστα βήματα προς τα εμπρός, η τακτική της χελώνας δεν πείθει πως κάτι σημαντικό θα αλλάξει έως τον προσεχή Σεπτέμβριο.
Το μήνα αυτό θα ολοκληρωθεί το κείμενο – πλαίσιο της «Εταιρικής Σχέσης Τουρκίας – Ε.Ε.» με βάση τις Συμφωνίες του Ελσίνκι.
Η πρόκληση για τις χώρες της Ε.Ε. είναι πρόκληση στρατηγικής. Έχουν και το χρόνο και τους μηχανισμούς ώστε η Εταιρική Σχέση να είναι δημιουργική, παραγωγική και κυρίως αποτελεσματική. Οι μηχανισμοί επιτήρησης έχουν συμφωνηθεί στο Ελσίνκι, αλλά αυτό που επιτάσσει η ευρωπαϊκή θερμική τάξη, είναι να αποκτήσουν παραγωγικό περιεχόμενο με χρονοδιαγράμματα, σχέδια, όρους, προϋποθέσεις, νομοθετικές αναπροσαρμογές και συνταγματικές τροποποιήσεις. Το έργο αυτό δεν είναι εύκολο, γιατί η Τουρκία θα προβάλλει διαρκώς τις αλλαγές της ασπιρίνης που έχει κάνει, ως το άλλοθι για να μην προχωρήσει στα ουσιώδη. Έτσι, διαμόρφωση κανονισμών ασφαλείας για την Ε.Ε. είναι επιτακτική. Εάν σε κάθε συμφωνημένο κείμενο, η Άγκυρα θα κάνει «νέες σκέψεις», τότε οι ασφαλιστικές δικλείδες θα είναι ο αποφασιστικός μοχλός για τους «15» και οι μόνες μορφές πίεσης για να πάει η Τουρκία σε πιο παραγωγικούς δρόμους.
Οι νομοθετικές αλλαγές σε θέματα ελευθερίας γνώμης και έκφρασης, είναι υπόθεση άμεσης προτεραιότητας, γιατί – εκτός άλλων – θα σημαίνει και την αποφυλάκιση όσων πολλών είναι καταδικασμένοι για «εγκλήματα γνώμης» με βάση τον υπάρχοντα τουρκικό νόμο. Τόσο ο Βαν Ντεν Μπρουκ, όσο και ο νυν Γ. Φερχόιγκεν – ως υπεύθυνοι θεμάτων διεύρυνσης και εξωτερικής πολιτικής – έχουν επισημάνει τον παρα-συνταγματικό ρόλο του Στρατού στην Τουρκία, και έχουν κάνει επισήμως αρνητικές δηλώσεις επ’ αυτού. Ο δρόμος προς το Σεπτέμβρη προσφέρει μια πολύ καλή ευκαιρία ώστε οι δηλώσεις (Μπρουκ, Φερχόιγκεν)και οι επιστολές Αχτισάρι προς Ντεμιρέλ (11/1999) να τεθούν σε ένα πολιτικό κείμενο που να οδηγεί σε μαρασμό το ρόλο του Στρατού και ασφαλώς σε αναβάθμιση της δημοκρατικής νομιμοποίησης της χώρας αυτής. Αυτό είναι το κλειδί των εξελίξεων και όσο η θεσμική Ε.Ε. δεν αντιμετωπίζει την καρδιά του τουρκικού προβλήματος, ο φαύλος κύκλος θα συνεχίζεται. Το καθήκον αυτό είναι απολύτως ευρωπαϊκό. Αφορά την προεδρία, την Επιτροπή, τα 15 κράτη – μέλη, το Ευρωκοινοβούλιο. Επιπλέον αυτή τη φορά – πρέπει να αφορά στη διαδρομή του χρόνου και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, καθώς οι Ευρωπαίοι πολίτες ή θεσμικά οργανωμένα σώματα στην Ε.Ε., θα έχουν το προνόμιο να ελέγχουν το εάν οι ρήτρες της συνθήκης ανάμεσα στις Βρυξέλλες και την Άγκυρα θα τηρούνται στη νομική τους μορφή.
Αυτός ο δρόμος είναι ο πιο ευρωπαϊκός γιατί δίνει στη θεσμικά οργανωμένη Ε.Ε. αξιοπιστία, κύρος και συνέπεια. Εάν επιλεγεί ο άλλος δρόμος, τότε όλα θα σέρνονται εις βάρος και της ίδιας της εικόνας της Ε.Ε. στην Α. Μεσόγειο. Ο άλλος δρόμος θα είναι ιδιαιτέρως «ανατολίτικος», αργόσυρτα βήματα από την Τουρκία (άρα εμμονή στον καθεστωτικό ρόλο των Στρατηγών), δειλά βήματα από τις Βρυξέλλες για μια «Εταιρική Σχέση», η οποία θα ερμηνεύεται ως ανώδυνη κίνηση στο χρόνο, ακριβώς για να πείσει και τους πιο ευρωσκεπτικιστές πως η Ε.Ε. στερείται της πολιτικής βούλησης για να αντιμετωπίσει ουσιωδώς το τουρκικό ζήτημα.
Η Ε.Ε. ωστόσο, δεν υπάρχει ως μια εμπορική κοινότητα που αντιλαμβάνεται τον κόσμο με τα μάτια των Υπουργών Εμπορίου της.
Ο Ζακ Ντελόρ διατύπωσε μια άλλη πρόταση – μια πρόταση ζωής – για την Ε.Ε. η οποία καλύπτει απολύτως και το ζήτημα της μελλοντικής (εταιρικής) σχέσης Τουρκίας Ε.Ε.: «Το πραγματικό ζήτημα είναι το εάν θέλουν ή όχι οι Ευρωπαίοι να εξακολουθήσουν να παίζουν ένα ρόλο στην ιστορία…». (20.1.2000).