Ένα στοίχημα, τέσσερεις μήνες

Είναι ολοφάνερο ότι το κλίμα στις συνομιλίες για την επίλυση του κυπριακού έχει αλλάξει. Η συνάντηση των δύο ηγετών στις 16 Φεβρουαρίου δυσκόλεψε ακόμα περισσότερο τα πράγματα. Η εύκολη λύση είναι η συζήτηση του τύπου «ποιος έφυγε πρώτος» και, εξ’ αυτής, η καθήλωση πάνω σε ένα σκληρό αδιέξοδο. Θεωρώ ότι χρειάζονται πρωτουβουλίες που από τη μια θα εκτονώσουν την κατάσταση και από την άλλη θα βάζουν το τρένο σε μια κανονική τροχιά. Όπως,

Πρώτο, ο πρόεδρος Αναστασιάδης χρειάζεται να χειριστεί το ζήτημα της ψηφοφορίας στη  Βουλή στις 10/2 με διαφορετικό τρόπο και έτσι να βγάλει τον ίδιο ως ηγέτη της ε/κ κοινότητας έξω από τον φαύλο κύκλο που δημιούργησε η Βουλή στις 10 Φεβρουαρίου.

Δεύτερο, είναι ένα σωστό βήμα η πρόταση ΔΗΣΥ στη Βουλή ώστε να δοθεί η αρμοδιότητα στο Υπουργείο Παιδείας σχετικά με την επιλογή και την οργάνωση των σχολικών εορτών, καθώς και τον τρόπο και την έκταση ή τη μορφή ενός εορτασμού.

Τρίτο, είναι σημαντικό ο Μ. Ακιντζί να τερματίσει την τακτική της παρώθησης της τ/κ κοινότητας στην περιχαράκωση. Κινήσεις του τύπου «αποστέλλω επιστολή στον ΓΓ του ΟΗΕ Α. Γκουτέρες» σχετικά με την απόφαση της Βουλής, εκτός από αχρείαστες είναι και ζημιογόνες. Επαναφέρουν τη συζήτηση σε λάθος βάση και σε λάθος κατεύθυνση.

Τέταρτο, οι πρωτοβουλίες του ΓΓ του ΑΚΕΛ Α. Κυπριανού να μεταβεί στα κατεχόμενα στις 17 Φεβρουαρίου και να συναντήσει τ/κ πολιτικούς, θεωρώ ότι είναι παραγωγικές καθώς συμβάλλουν στη διατήρηση διαύλων επικοινωνίας με την τ/κ ηγεσία και γενικότερα με την τ/κ κοινότητα σε μια πολύ δύσκολη συγκυρία.

Πέμπτο, το ζήτημα που προέκυψε είναι απολύτως κυπριακό και η τάση για ανάμειξη είτε Γκουτιέρες είτε Έιντε στη διαδικασία ξεπεράσματός του, δεν ωφελεί σε τίποτα. Οι κύπριοι πολιτικοί ωφείλουν σε δώσουν τη δική τους απάντηση και τη δική τους σφραγίδα σε λύσεις. Αν θέλουμε κυπριακής ιδιοκτησίας διαπραγματεύσεις για την επίλυση του κυπριακού, κυπριακής ιδιοκτησίας πρέπει να είναι η επίλυση της κρίσης που προέκυψε από την απόφαση της Βουλής.

Έκτο, η κοινή γνώμη πλέον βρίσκεται σε απόγνωση, αδυνατεί να αντιληφθεί πού πάνε οι διαπραγματεύσεις, οι αμφιβολίες μεγαλώνουν και στερεότυπα του παρελθόντος έρχονται στην επιφάνεια περιπλέκοντας τα πράγματα. Δύσκολο έργο: για να ξαναστηθεί ένα μομέντουμ λύσης χρειάζεται πλέον να καταβληθεί διπλάσος χρόνος και κόπος στις διαπραγματεύσεις και ο ζωτικής σημασίας χρόνος  δεν είναι πλέον απεριόριστος.

Στη δική μου κρίση, η πραγματική εικόνα της συγκυρίας συνίσταται στο εξής: οι δύο ηγέτες έχει «συναρμολογήσει» συγκλίσεις για ένα νέο σχέδιο λύσης οι οποίες σε ορισμένα σημεία βελτιώνουν ουσιωδώς τις Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου και σε αρκετά άλλα όλες τις παραλλαγές των σχεδίων λύσης του Κ. Ανάν, του τελευταίου ΓΓ του ΟΗΕ που υπέβαλε σχέδιο λύσης. Διαφορές υπάρχουν, δεν μπορεί να υποτιμηθεί αυτό, είναι όμως τέτοιας έκτασης ή έντασης που μπορεί να γεφυρωθούν με έναν αμοιβαίως επωφελή τρόπο. Για παράδειγμα, οι διαφορές στο κεφάλαιο της ασφάλειας μπορεί να ξεπεραστούν ώστε να οδηγήσουν σε ρυθμίσεις που να συμβαδίζουν με το σύγχρονο περιβάλλον και να ανταποκρίνονται στην ιδιότητα της Κύπρου ως κράτους-μέλους της ΕΕ.

Το στοίχημα για τους δύο ηγέτες είναι σαφές: να βγουν πάνω από το συγκυριακό, πάνω από τα επιμέρους και να διαμορφώσουν την αυριανή Κύπρο. Υπάρχει ακόμα ικανός χρόνος. Το ζήτημα είναι πως κάποιος πρέπει να ανοίξει την πόρτα της αποφασιστικότητας, ώστε αυτό το σημαντικό υλικό που έχει παραχθεί έως τώρα, να τύχει περαιτέρω επεξεργασίας, να ολοκληρωθεί ως σχέδιο λύσης του κυπριακού τους επόμενους τέσσερεις μήνες. Είναι εφικτός ένας τέτοιος στόχος;  Δεν γνωρίζω την απάντηση, γνωρίζω όμως ότι εφόσον υπάρχει ισχυρή πολιτική θέληση και με σκληρή, καθημερινή δουλειά μπορεί να επιτευχθεί.

Λάρκος Λάρκου