Ακροβασία και ευθύνη.
Είναι μέρος της πολιτικής μας παράδοσης η ρητορεία χωρίς αντίκρισμα. Απέναντι σε ένα πρόβλημα να κυριαρχεί η ρητορική καταγγελία, όχι η σχεδιασμένη αντίδραση ή η μελετημένη απάντηση. Είναι χαρακτηριστικό της κυριαρχίας αυτού του τρόπου της πολιτικής η «πεποίθηση» που διαθέτουν οι φορείς της ότι η καταγγελία είναι αρκετή, ότι από τη στιγμή που καταγγέλλω είναι όλα «εντάξει». Αυτή η πρακτική εμφανίζεται ηρωική στα λόγια, αλλά είναι αναποτελεσματική στην πράξη. Δεν είναι σχεδιασμός βημάτων αλλά λεκτικός βερμπαλισμός που επιχειρεί να μεταφέρει τις πολιτικές ευθύνες ενός κόμματος στους ώμους κάποιου άλλου, έξω από τις σχέση ευθύνης ανάμεσα σε ένα κόμμα και το εκλογικό σώμα. Έτσι κάποια κομματική δύναμη νομίζει ότι απαλλάσσεται της ευθύνης, αφού η «καταγγελία» πρώτα συσκοτίζει και εν συνεχεία αντικαθιστά την απουσία εφικτής πολιτικής πρότασης.
Σήμερα υπάρχει μια συνεχής προσπάθεια από ορισμένες δυνάμεις να αμφισβητηθεί η αναγκαιότητα επανάληψης των συνομιλιών για επίλυση του κυπριακού ανάμεσα στον πρόεδρο Χριστόφια και τον τ/κ ηγέτη Μ. Α. Ταλάτ. Είναι η πρώτη φορά που αυτή η προσπάθεια αποκτά χαρακτήρα «στόχου». Ποτέ άλλοτε μια ανάλογη προσπάθεια για συνομιλίες κορυφής που ανέλαβαν οι προηγούμενοι πρόεδροι της Δημοκρατίας δεν έτυχε να έχει τόση αμφισβήτηση προθέσεων. Στην ουσία ζητούν να μην γίνουν συνομιλίες, αφού η Τουρκία είναι «εξ ορισμού» εναντίον κάθε λύσης, κάτι που οι ίδιοι, βεβαίως, δεν έπραξαν όταν εκείνοι είχαν την ευθύνη διαχείρισης του κυπριακού. Εκτός άλλων, αυτό είναι μια στατική προσέγγιση του κυπριακού γιατί αρνείται τη δυνατότητα στον εαυτό μας να υπερασπιστεί μέσα στο ευρωπαϊκό πλαίσιο τις θεμελιώδεις πολιτικές αξίες που θα διέπουν μια νέα λειτουργία της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η υπεράσπισή της συνιστά την με έργα προσπάθεια να ανατρέψουμε τα τετελεσμένα της κατοχής, ενώ η άρνηση αυτού του τρόπου συνιστά έναν λεκτικό ακροβατισμό που ενισχύει την ακινησία και τα τετελεσμένα που αυτή δημιουργεί. Η ακροβασία στην ουσία είναι απουσία πρότασης και αυτό γίνεται προσπάθεια να αποκρυβεί με παραπλανητική ρητορική επενδεδυμένη με λεκτική κατατρόπωση της τουρκικής πολιτικής.
Ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου, διευθυντής του Πολιτικού Γραφείου του Γ. Κρανιδιώτη ομιλώντας στις 29 Σεπτεμβρίου στη Λευκωσία έδωσε έναν πολύ περιεκτικό ορισμό του πώς μπορεί με έργα να απαντάμε στα προβλήματα κάθε συγκυρίας. Αναφερόμενος στον Γ. Κρανιδιώτη είπε μεταξύ άλλων και τα εξής:
«Αυτός ο μεγάλος πατριώτης, υπήρξε ο πολιτικός που έβγαλε το κυπριακό από την ακινησία. με πρωτοβουλίες και μεθοδικές κινήσεις που χαρακτηρίζουν την εξωστρεφή διπλωματία. Πίστευε ότι ο πραγματικός πατριωτισμός κρίνεται εκ του αποτελέσματος και όχι μόνο από τις προθέσεις, όσο αγνές και αν είναι αυτές. Ο πατριώτης ανατρέπει στην πράξη αρνητικά δεδομένα . Δεν εφησυχάζει αγέρωχα. Θεωρούσε ότι το να λειτουργείς ως «μικρομέγαλος» στην εξωτερική πολιτική, χωρίς συναίσθηση των πραγματικών μεγεθών, είναι ολέθριο, γιατί ο μαξιμαλισμός εύκολα ανοίγει το δρόμο για μετέπειτα υποχωρήσεις. Αγωνίσθηκε για να απαλλάξει την εξωτερική πολιτική από τα ιδεολογήματα, τις προκαταλήψεις, το δογματισμό, τις αγκυλώσεις, τη φοβικότητα, την άπραγη ρητορεία. Αυτός ήταν ο πολιτικός μιας σχολής πολιτικής σκέψης των ανοιχτών οριζόντων και όχι των μειωμένων προσδοκιών».