Παιδεία και διαφορετικότητα.
Η συζήτηση είναι, επιτέλους, επί της ουσίας. Με την εγκύκλιο του Υπουργείου Παιδείας στα σχολεία σχετικά με την καλλιέργεια κουλτούρας συμβίωσης με τους τ/κ, έχουν τεθεί ζητήματα και ως εκ τούτου η συζήτηση είναι σημαντική. Κατά την άποψή μου, το βασικό θέμα είναι πώς απαντά κανείς στο ερώτημα «για ποια παιδεία» ή «για ποια ελληνικότητα» στην Κύπρο του χθες και του σήμερα. Ποιος είναι ο προσανατολισμός, οι κατευθύνσεις, οι προτεραιότητες ενός σχολείου με τα χαρακτηριστικά που η Κύπρος διαμορφώνει.
Οι παρεμβάσεις σε διάφορα επίπεδα βεβαιώνουν τον κανόνα ότι η ιδεολογική διαχείριση του παρελθόντος συνδέεται με τις ιδεολογικές αντιλήψεις και συμπεριφορές του σήμερα. Τα δύο παραδείγματα κυριαρχούν στην Κύπρο για δεκαετίες: η ιδεολογική αντίφαση της έννοιας του «ελληνοχριστιανικού» πολιτισμού και η διχαστική πολιτική που εκφράστηκε με τη χρήση της λέξης «εθνικοφροσύνη». Στις δύο αυτές έννοιες έχουμε πρώτα παραποίηση του παρελθόντος και ύστερα την αξιοποίησή του για προφανείς ιδεολογικούς λόγους. Μαζί οι δύο έννοιες εμποδίζουν την απροκατάληπτη συζήτηση και συσκοτίζουν επί της ουσίας. Ωστόσο, η ιστορική τεκμηρίωση βεβαιώνει ότι το παρελθόν παρέχει πολλές αρχές, αξίες, αντιφάσεις, κατακτήσεις. Όλες μαζί κτίζουν μια παράδοση, όλα μαζί τα στοιχεία από διαφορετικές επιρροές δημιουργούν μια εθνική ταυτότητα.
Σήμερα στην Κύπρο τα παραδοσιακά «εργαλεία» της παιδείας μας, εκτιμώ, ότι έχουν εξαντλήσει τη δυναμική τους. Σήμερα το σχολείο του «ενός βιβλίου» δεν επαρκεί. Ο κόσμος άλλαξε και το σχολείο πρέπει να κινείται. Η εγκύκλιος του Υπουργείου Παιδείας θέτει ερωτήματα. Ποια εκπαιδευτική κατεύθυνση μπορεί να υπηρετήσει καλύτερα τις σημερινές ανάγκες της Κύπρου που θέλει και αγωνίζεται να ζήσει ελεύθερη, χωρίς στρατεύματα κατοχής; Από τη μια είναι η κατεύθυνση παιδείας που δίνει πρώτη προτεραιότητα στα εξωτερικά στοιχεία της ελληνικότητας, αυτής που καταναλώνει την παράδοση αδυνατώντας να ερμηνεύσει τα νέα φαινόμενα. Από την άλλη είναι η εξωστρεφής παιδεία, αυτή που είναι ανοικτή στα σύγχρονα ρεύματα, αυτή που καλλιεργεί την κριτική γνώση, είναι παιδευτικά πρωταγωνιστική γιατί δίνει στην ελληνική παιδεία στην Κύπρο βάθος, αυτογνωσία, «μνήμη» και ανανέωση. Είναι εκείνη η κατεύθυνση που κατανοεί εις βάθος τις ευρωπαϊκές αξίες, τις καλλιεργεί, σέβεται τη διαφορετικότητα, γνωρίζει τι σημαίνει να είσαι παρών στο «Κοινό Ευρωπαϊκό Σπίτι» μέσα στους ενωμένους και διαφορετικούς «27». Ο αγώνας για απαλλαγή της Κύπρου από την κατοχή δεν επιτυγχάνεται με λόγια αλλά με έργα που ενισχύουν την θέση της στην ΕΕ, που δυναμώνουν την κοινωνική συνοχή, με πολίτες με διάθεση συμμετοχής και κινητοποίησης, με θέληση για στράτευση για να υπηρετήσουν μεγάλους στόχους. Είναι πραγματικά ακατανόητο το ότι εκείνοι που με τις επιδόσεις τους στο ρουσφέτι, το διχασμό και την αποδυνάμωση του εσωτερικού μετώπου, σήμερα επιτίθενται σε άλλους για όσα εκείνοι έπραξαν ανάποδα.
Όλοι οι κύπριοι διαθέτουν κοινή, βασική στόχευση, που είναι η θέληση για απαλλαγή της Κύπρου από την τουρκική κατοχή. Το ζήτημα είναι ποιες πολιτικές υπηρετούν καλύτερα αυτό τον μείζονα στόχο. Μια πτυχή αυτής της στόχευσης, ήταν και είναι η δυνατότητα για διάλογο με τους τ/κ. Είναι μέρος του αγώνα για να έρθει πιο κοντά η επίλυση του κυπριακού, η δυνατότητα της επικοινωνίας, της ανταλλαγής απόψεων, στην ουσία, η καλλιέργεια της δυνατότητας για συμβίωση στο μέλλον. Είναι δύσκολος στόχος. Εάν επιτυγχάνεται και στο βαθμό που οι διαφορές και η καχυποψία υποχωρούν, ορισμένα σημεία της λύσης (λ.χ. χρονοδιαγράμματα) θα γίνουν και πιο μικρά. Είναι γενικό παραδεκτό ότι ένα κείμενο συμφωνίας για επίλυση του κυπριακού είναι πολύ σημαντικό θέμα. Είναι όμως εξίσου σημαντικό θέμα να παρατηρήσουμε ότι για να προχωρήσει μια λύση θα εξαρτηθεί και από τις διαθέσεις των πολιτών, την ωριμότητά και τη θέλησή τους να στηρίξουν μια συμφωνία.