Η μεγάλη ανατροπή.
Το σχέδιο ήταν καλά επεξεργασμένο, δούλεψαν πάνω σε αυτό πολλοί και ικανοί αναλυτές, πανεπιστημιακοί, ειδικοί. Η Ελλάδα αποφάσισε να διαφοροποιήσει την πολιτική της απέναντι στην Τουρκία κατά τρόπο τεκμηριωμένο αφού προηγήθηκαν δύο βασικές διαπιστώσεις: πρώτο, η συνεχής αντιπαράθεση δεν δημιουργούσε προϋποθέσεις για λύσεις, και δεύτερο, ορισμένοι ευρωπαίοι εταίροι χρησιμοποιούσαν ως άλλοθι τις ελληνικές αντιρρήσεις στις ευρωτουρκικές σχέσεις με αποτέλεσμα να χρεώνεται η Αθήνα όλη την ακινησία ή και τις εντάσεις.
Τα πρόσωπα που πήραν την πολιτική εντολή από τον Κ. Σημίτη το 1997 ήταν οι Χρ. Ροζάκης και Γ. Κρανιδιώτης. Επεξεργάστηκαν ένα νέο πλαίσιο άσκησης εξωτερικής πολιτικής και αυτό τέθηκε σταδιακά σε εφαρμογή. Η Ελλάδα θα μπορούσε να υποστηρίξει τη δυτική πορεία της Τουρκίας εφόσον τηρούνταν ορισμένες προϋποθέσεις που θα εξυπηρετούσαν τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα όπως η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ και η αποδοχή του δρόμου της Χάγης για το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο. Ο Κ. Σημίτης με το κύρος και την αξιοπιστία που διέθετε στην ΕΕ πέτυχε το επιπλέον κίνητρο: η ίδια η ΕΕ υιοθέτησε τις ελληνικές θέσεις και τις έθετε ως όρους δικούς της προς την Άγκυρα. Το Ελσίνκι το 1999 υπήρξε η κορυφαία διπλωματική επιτυχία της Ελλάδας, απόδειξη ότι η αλλαγή στην εξωτερική πολιτική της Αθήνας υπήρξε ιδιαίτερα επιτυχημένη.
Από το 2004 και μετά, οι όροι διεξαγωγής του ε/τ πόκερ σταδιακά άλλαξαν κατεύθυνση. Η κυβέρνηση του Κ. Καραμανλή, δυστυχώς, εγκατέλειψε την προηγούμενη πολιτική και επέστρεψε σε μια ιδιότυπη σύνθεση λεκτικών ανοιγμάτων χωρίς πολιτικό σχέδιο και συνέπεια. Το αποτέλεσμα ήταν να δημιουργηθεί κενό και το κενό ήρθε να καλύψει μερικώς η τουρκική εξωτερική πολιτική κάτω από το σχεδιασμό του Α. Νταβούτογλου. Επήλθε ανατροπή αξιολογήσεων και οι μάχες εντυπώσεων άλλαξαν μερικώς κατεύθυνση: η Άγκυρα πήρε πρωτοβουλίες για να εμφανιστεί ως «δύναμη ειρήνης» στη Μ. Ανατολή, την Κασπία, την Αρμενία. Ταυτόχρονα, αξιοποιώντας παιδαριώδη λάθη της κυπριακής ηγεσίας μείωσε αισθητά το βάρος του άλυτου κυπριακού πάνω στους ώμους της, ενώ σιωπά για τη Χάγη σχετικά με το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας και προσθέτει νέα θέματα (και πιο δαιδαλώδη) στην ε/κ ατζέντα.
Κεντρικό σημείο της μεγάλης ανατροπής υπήρξε η 3 Οκτωβρίου 2005: η Αθήνα έδωσε πράσινο φως στην τουρκική υποψηφιότητα στην ΕΕ χωρίς να την δεσμεύσει με σαφή χρονοδιαγράμματα (όπως έγινε στο Ελσίνκι) για να λύσει το θέμα της υφαλοκρηπίδας στη Χάγης. Έτσι η Τουρκία μπήκε στην κρίσιμη μάχη χωρίς δεσμεύσεις και ισχυρά προαπαιτούμενα. Η Ελλάδα ακολουθεί πολιτική λεκτικών απαιτήσεων προς την Άγκυρα και η Τουρκία αξιοποιεί το χαρτί της 3ης Οκτωβρίου 2005 χωρίς να δεσμεύεται σε λύσεις στα πιο μεγάλα. Έως το 2004 η Αθήνα καθοδηγούσε τις εξελίξεις και σε πλήρη συνεργασία με την ΕΕ επεδίωκε λύσεις σύμφωνες με το διεθνές δίκαιο. Σήμερα η Τουρκία εμφανίζεται να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες και να επιδιώκει να αλλάξει την εικόνα της. Συχνά στην εξωτερική πολιτική η εικόνα ή οι εντυπώσεις παίζουν τον ίδιο ρόλο με την ουσία. Η Ελλάδα κέρδιζε και τα δύο. Σήμερα η Τουρκία επιδιώκει να καλύψει τουλάχιστον το ένα με άλυτα τα κεντρικά προβλήματα.