Το εκκρεμές των αποκρατικοποιήσεων
Οι συζητήσεις γύρω από το ζήτημα των αποκρατικοποιήσεων έχουν αναδείξει ένα μείζον θέμα γύρω από τη λειτουργία της πολιτικής μας ζωής, ένα ζήτημα ποιότητας του πολιτικού μας συστήματος. Ήδη από τα πρώτα βήματα της Κυπριακής Δημοκρατίας αυτή η πρακτική είχε υιοθετηθεί από διαφορετικά κόμματα, συχνά εναλλάσσονταν στη μια ή την άλλη εκδοχή της. Η κάθε φορά κυβέρνηση παρουσίαζε μια πρόταση, συχνά η κάθε φορά αντιπολίτευση αντιδρούσε ή καταψήφιζε. Σήμερα θεωρώ ότι ορισμένα δεδομένα επιβάλλουν μια διαφορετική αντίληψη πάνω στα πράγματα. Πρώτο, συμμετέχουμε σε μια κοινότητα κρατών από 28 μέλη, δεύτερο, η ΕΕ υιοθετεί κανόνες με τη δική μας ψήφο, τρίτο, η κυπριακή οικονομία μόλις που απέφυγε την άτακτη χρεοκοπία πριν ένα χρόνο, τέταρτο, η Κύπρος δεσμεύεται με τη δανειακή σύμβαση, πέμπτο, η τελευταία έχει περάσει διάφορα στάδια, έχει διανύσει την απόσταση του ενός έτους, τώρα πάει στην εκταμίευση της επόμενης δόσης.
Η κοινή γνώμη εκτιμώ ότι έχει ωριμάσει και δεν αποδέχεται στηγ μεγάλη πλειοψηφία της την αντίληψη ότι μπορώ να καταψηφίζω χωρίς να αισθάνομαι την ανάγκη να πω τι προτείνω για τον εκσυγχρονισμό ή την εξυγίανση των Ημικρατικών οργανισμών ή πώς θα προχωρήσουμε με τη δανειακή σύμβαση από εδώ και πέρα ή με τι θα την αντικαταστήσω αν την απορρίπτω. Για παράδειγμα αν δεν λάβουμε την επόμενη δόση, να προτείνω κάποια εναλλακτική λύση, τι προτείνει το ένα ή το άλλο κόμμα, ποιος οργανισμός ή χώρα θα αναπληρώσουν το κενό κοκ.
Στο ειδικότερο, στο σημερινό ζήτημα με τις αποκρατικοποιήσεις όλοι γνωρίζουν ότι αν η Κύπρος καταστρατηγήσει συμβατικές υποχρεώσεις που ανέλαβε προς την τρόικα, αυτό σημαίνει διακοπή της δανειακής σύμβασης. Όσοι αισθάνονται ότι με άνεση μπορούμε να πάμε προς τα εκεί, είναι χρήσιμο να το πουν! Έτσι θα ανελάμβαναν ορισμένες ευθύνες απέναντι στους εργαζόμενους, στην κοινωνία συνολικά, και κυρίως απέναντι στο μέλλον της κυπριακής οικονομίας. Όταν δεν προτείνεις κάτι πέρα από γενικές αρχές, όταν δεν ετοιμάζεις εισηγήσεις για το μέλλον του ενός ή του άλλου οργανισμού που εμφανώς χρειάζεται να αντιμετωπίσει τα πραγματικά δεδομένα, τότε χρειάζεται να δούμε τα πράγματα διαφορετικά και με πιο απαιτητικό χαρακτήρα.
Αυτό συνδέεται με παθογένειες του πολιτικού μας συστήματος εδώ και δεκαετίες. Ένα κόμμα που βρίσκεται στη συμπολίτευση ή την αντιπολίτευση χρειάζεται να λειτουργεί ως να βρίσκεται στην κυβέρνηση γιατί με αυτό τον τρόπο δείχνει την ικανότητα του να βρίσκει λύσεις, να συμβάλλει στη δημιουργία μιας συζήτησης, να εκπαιδεύει την κοινωνία στην αναζήτηση κάθε φορά μιας εφικτής πολιτικής λύσης. Με αυτά τα κριτήρια ένα κόμμα κρίνεται είτε ως κυβερνώσα συμπολίτευση είτε ως κυβερνώσα αντιπολίτευση έτσι που και οι δύο εκδοχές να ασκούνται στο πραγματικό πεδίο της ρεαλιστικής πολιτικής στις κάθε φορά εκλογικές αναμετρήσεις. Αν ένα κόμμα πολιτεύεται ανεύθυνα στην αντιπολίτευση, δεν θα κάνει το ίδιο όταν έρθει η ώρα να αναλάβει ευθύνες; Αν ένα κόμμα συμπεριφέρεται υπεύθυνα στην αντιπολίτευση, δεν θα κάνει το ίδιο όταν αναλάβει κυβερνητικές ευθύνες;
Λοιπόν, η κρίση πιέζει για να προχωρήσουμε σε αναθεώρηση παγιωμένων πρακτικών που έλκουν την καταγωγή τους από την περίοδο κυριαρχίας του πελατειακού συστήματος, δεκαετίες πριν. Αυτή η παράδοση έχει μεγάλη ευθύνη για τον εκτροχιασμό της κυπριακής οικονομίας και, αν θέλουμε να γυρίσουμε πραγματικά μια νέα σελίδα χρειάζεται αυτοκριτική και αναθεώρηση.