Το κοινό ανακοινωθέν σε πέντε πράξεις
Η συνάντηση Αναστασιάδη-Έρογλου στις 11 Φεβρουαρίου αποτελεί το εναρκτήριο λάκτισμα για μια δύσκολη και επίπονη διαπραγμάτευση με στόχο τη συνολική επίλυση του κυπριακού. Προηγήθηκε η εντατική συζήτηση και η κατάληξη σε «Κοινό Ανακοινωθέν» ανάμεσα στους δύο ηγέτες το οποίο θέτει τις παραμέτρους για ένα ενωμένο, δικοινοτικό, διζωνικό κράτος, με μια φωνή μέσα στην ΕΕ.
Τα βασικά στοιχεία του Κοινού Ανακοινωθέντος κινούνται σε πέντε επίπεδα:
Α. Στην παρ 1 αναφέρεται ότι «το status quo είναι απαράδεκτο και η συνέχιση του θα έχει αρνητικές συνέπειες για τους Ελληνοκύπριους και τους Τουρκοκύπριους. Οι ηγέτες επιβεβαίωσαν ότι μια διευθέτηση θα έχει θετικό αντίκτυπο σε ολόκληρη την περιοχή, ενώ πρωτίστως θα ωφελήσει τους Τουρκοκύπριους και τους Ελληνοκύπριους, σεβόμενοι τις δημοκρατικές αρχές, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες, καθώς και τη ξεχωριστή ταυτότητα και ακεραιότητα αμφοτέρων, διασφαλίζοντας το κοινό τους μέλλον σε μια ενωμένη Κύπρο εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Β Στην παρ. 4 σημειώνεται ότι «το ομοσπονδιακό σύνταγμα θα ορίζει ότι η ενωμένη Κυπριακή ομοσπονδία θα αποτελείται από δυο συνιστώσες πολιτείες. Η διζωνική, δικοινοτική φύση της ομοσπονδίας και οι αρχές πάνω στις οποίες βασίζεται η ΕΕ θα διασφαλίζονται και θα γίνονται σεβαστές σε όλο το νησί. Το ομοσπονδιακό σύνταγμα θα αποτελεί τον ανώτατο νόμο του νησιού και θα δεσμεύει όλες τις αρχές της ομοσπονδίας και των συνιστώντων πολιτειών».
Γ. Στην παρ 4 σημειώνεται επίσης ότι «η ένωση ολόκληρης ή μέρους της ομοσπονδίας με οποιαδήποτε άλλη χώρα ή οποιασδήποτε μορφής διχοτόμηση ή απόσχιση ή οποιαδήποτε άλλη μονομερής αλλαγή στην κατάσταση πραγμάτων θα απαγορεύεται».
Δ. Στην παρ 3 καθορίζεται το πλαίσιο του διζωνικού χαρακτήρα της ομοσπονδίας ως εξής: «Η διευθέτηση θα βασίζεται σε μια δικοινοτική, διζωνική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα, όπως καθορίζεται στα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας και τις Συμφωνίες Υψηλού Επιπέδου. Η ενωμένη Κύπρος, ως μέλος των Ηνωμένων Εθνών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα έχει μια διεθνή νομική προσωπικότητα και μια κυριαρχία, η οποία καθορίζεται ως η κυριαρχία που απολαμβάνουν όλα τα κράτη-μέλη των Ηνωμένων Εθνών υπό το Χάρτη του ΟΗΕ και η οποία πηγάζει ισομερώς από τους Ελληνοκύπριους και τους Τουρκοκύπριους. Θα υπάρχει μια ιθαγένεια της ενωμένης Κύπρου, που θα ρυθμίζεται από την ομοσπονδιακή νομοθεσία. Όλοι οι πολίτες της ενωμένης Κύπρου θα είναι επίσης πολίτες είτε της ελληνοκυπριακής συνιστώσας πολιτείας είτε της τουρκοκυπριακής συνιστώσας πολιτείας. Αυτό το καθεστώς θα είναι εσωτερικό και θα συμπληρώνει και δεν θα αντικαθιστά με οποιοδήποτε τρόπο την ιθαγένεια της ενωμένης Κύπρου. Οι εξουσίες της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, καθώς και τα παρόμοια θέματα που είναι σαφώς συναφή με τις καθορισμένες εξουσίες της, θα καθορίζονται από το σύνταγμα».
Ε. Επίσης στην παρ. 3 σημειώνεται ότι «το ομοσπονδιακό σύνταγμα θα προνοεί επίσης ότι το κατάλοιπο εξουσίας θα ασκείται από τις συνιστώσες πολιτείες. Οι συνιστώσες πολιτείες θα ασκούν πλήρως και αμετάκλητα όλες τις εξουσίες τους, χωρίς επεμβάσεις από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Οι ομοσπονδιακοί νόμοι δεν θα επεμβαίνουν στους νόμους των συνιστωσών πολιτειών που εμπίπτουν στον τομέα των αρμοδιοτήτων τους, και οι νόμοι των συνιστωσών πολιτειών δεν θα επεμβαίνουν στους ομοσπονδιακούς νόμους που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Οποιαδήποτε διαφορά περί τούτου θα εκδικάζεται τελεσίδικα από το Ομοσπονδιακό Ανώτατο Δικαστήριο. Καμιά από τις δυο πλευρές δεν θα μπορεί να διεκδικεί εξουσία ή δικαιοδοσία επί της άλλης».
Το Κοινό Ανακοινωθέν (ΚΑ) προκύπτει μέσα από τα κατά καιρούς ψηφίσματα του ΟΗΕ και τις διάφορες Συμφωνίες Κορυφής, συνεπώς είναι ένα κείμενο που ενσωματώνει πολιτικές που έχει αποδεχθεί σε διάφορα στάδια της εξέλιξης του κυπριακού ζητήματος η ε/κ ηγεσία από την εισβολή μέχρι σήμερα. Στην πρακτική του εφαρμογή το ΚΑ θέτει τις παραμέτρους για την μόνη εφικτή οδό στην αναζήτηση λύσης στο κυπριακό, εκείνη που βασίζεται στην αρχή του ενός ενωμένου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης με εκτεταμένες αρμοδιότητες στις δύο συνιστώσες πολιτείες.
Η προσεκτική ανάγνωση του κειμένου οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η φράση «η διζωνική, δικοινοτική φύση της ομοσπονδίας και οι αρχές πάνω στις οποίες βασίζεται η ΕΕ θα διασφαλίζονται και θα γίνονται σεβαστές σε όλο το νησί» θέτει τις αρχές των εσωτερικών του ρυθμίσεων μέσα στο ευρύτερο πολιτικό και θεσμικό περιβάλλον της ΕΕ. Αυτή η προσέγγιση μπορεί να τύχει της ευρύτερης δυνατής αποδοχής από την κυπριακή κοινή γνώμη καθώς ο συνδυασμός της ενότητας και της διαφορετικότητας συναντά τις διαθέσεις μιας ιστορικής εμπειρίας που σήμερα μπορεί να ρυθμίσει το μέλλον της μέσα στην ευρύτερη ευρωπαϊκή οικογένεια.
Το Κοινό Ανακοινωθέν οριοθετεί τα στοιχεία που συνθέτουν το επιδιωκόμενο (μια κυριαρχία, μια ιθαγένεια του ενωμένου ομοσπονδιακού κράτους, συμπληρωματική ιθαγένεια, σχέση ομοσπονδιακής κυβέρνησης με τις συνιστώσες πολιτείες, ομοσπονδιακό δικαστήριο) και ταυτόχρονα θέτει τη βάση για διαπραγματεύσεις πάνω στις διάφορες πτυχές και κεφάλαια στα οποία υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις (ασφάλεια/εγγυήσεις, εδαφικό, έποικοι, περιουσιακό κ.α).
Το ασταθές γεωπολιτικό περιβάλλον στην Α. Μεσόγειο (Συρία, Μέση Ανατολή, Αίγυπτος), η ανακάλυψη υδρογονανθράκων στην κυπριακή ΑΟΖ και κατ’ επέκταση η βαρύτητα της αναζήτησης νέων λύσεων στον ενεργειακό χάρτη (ενδιαφέρον από ΕΕ, ΗΠΑ, Ισραήλ), και, η τάση για «επανασυγκόλληση», έστω, μετ΄εμποδίων της ευρωτουρκικής σχέσης (συναντήσεις Ερτογάν με Μπαρόσο, Ολάντ, Μέρκελ μέσα στο 2014), συμβάλλουν στη δημιουργία μιας κινητικότητας και το Κοινό Ανακοινωθέν αντανακλά, εκτός άλλων, και τη θετική επενέργεια των πιο πάνω παραγόντων.
Αυτή η σύμπτωση συμφερόντων είναι επωφελής για τα κυπριακά συμφέροντα και η Λευκωσία αξιοποιεί αυτή την εξέλιξη για να θέσει τη διαπραγματευτική διαδικασία πάνω σε διαφορετική τροχιά. Η αξιοποιήση διεθνών συμφερόντων που συγκλίνουν με το κεντρικό θέμα της επιδίωξης λύσης αποτελεί ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα της «βενιζελικής» πολιτικής. Τα μικρά κράτη μπορεί να επιτύχουν μεγάλους στόχους αν βρίσκονται σε σύμπλευση με τις διεθνείς τάσεις και αν αξιοποιούν τα πλεονέκτηματά τους προς όφελος της ειρήνης και της σταθερότητας.
Σε κάθε συγκυρία μετρά κυρίως η δυνατότητα να εντάσσεις την πολιτική σου επιδίωξη μέσα στη μεγάλη «φωτογραφία», να βλέπεις το δάσος, τα μείζονα, ενταγμένα μέσα στη μελλοντική διάσταση του χρόνου. Η αυτάρεσκη περιχαράκωση, η αμυντική συμπεριφορά, η συζήτηση πάνω σε προσχηματικές πολιτικές παρεμποδίζει την κοινωνία μας να εντάξει την μελλοντική της ανάπτυξη πάνω σε μια στέρεη βάση.
Η ιστορική διαδρομή του κυπριακού είναι γεμάτη καχυποψίες, αρνήσεις, βλέμμα στο παρελθόν, απουσία κουλτούρας συμβιβασμών. Οι δυσκολίες είναι πολλές και γνωστές αλλά το κεντρικό θέμα είναι πως η αδράνεια δημιουργεί απείρως περισσότερες δυσκολίες, κινδύνους και απρόβλεπες εξελίξεις. Η στρατιωτική κατοχή του 37% του εδάφους της Κύπρου αποτελεί τον τελευταίο αναχρονισμό επί ευρωπαϊκού εδάφους. Χρειάζεται αποφασιστικότητα για να αντιμετωπίσουμε με σύγχρονους όρους παλαιές συγκρούσεις.