Από την μνήμη στην ανατροπή
Η Κύπρος είναι ένας χώρος όπου κατ’ εξοχήν η μνήμη πρέπει να είναι παρούσα. Η ιστορική εμπειρία, οι περιπέτειες, οι κατακτήσεις, τα λάθη, οι προδοσίες, η πρόοδος είναι ένα σύνολο από στοιχεία που ο λαός μας μπορεί και πρέπει να βιώνει σε κάθε του ιστορική σελίδα. Το κεντρικό ζήτημα είναι ποια κατεύθυνση πρέπει να έχει το ζήτημα της μνήμης. Ποιους στόχους πρέπει να έχει, πού να κατευθύνει την προσοχή τoυ, ποιο πολιτικό και παιδαγωγικό χαρακτήρα οφείλει να διαμορφώνει. Στην παραδοσιακή της κυπριακή έννοια η μνήμη πάει στο χθες, στο παρελθόν. Το καταγράφει, συνήθως καταδικάζει, κατακρίνει, καταγγέλλει, οργίζεται. Προσφιλής μέθοδος για να εκφραστεί είναι η κυριακάτικη «κουλτούρα των μνημόσυνων».
Η Κύπρος του αύριο δεν χρειάζεται αυτή την παραδοσιακή ερμηνεία της μνήμης. Η καταδίκη είναι χρήσιμη, και η οργή, επίσης. Αυτό όμως που ορίζει η μνήμη είναι η διαφάνεια, η θετική αξιοποίηση της, ο παιδαγωγικός της ρόλος που ενώ θα αναπαριστά και θα ερμηνεύει το χθες, θα του δίνει ταυτόχρονα σύγχρονο πνεύμα, ανοικτούς ορίζοντες, να διαπλάθει το χθες μέσα στις ανάγκες που έχει η σημερινή κοινωνία. Άλλωστε αυτό σημαίνει δημιουργική αξιοποίηση της μνήμης, σύνδεσή της με νέα πολιτικά αιτούμενα.
Εκεί, στα μνημόσυνα, εκφωνούνται κυρίως παραδοσιακοί λόγοι, με μια κατά κανόνα αμετροεπή ρητορεία που θέτει τα ζητήματα με ένα συναισθηματικό τόνο. Στο τέλος αφού με ρητορικό τρόπο κατατροπώσουμε τους εχθρούς, αισθανόμαστε ότι όλα ήταν «εντάξει». Είναι ασφαλώς ένα ερώτημα κατά πόσον το μνημόσυνο ανήκει στη σφαίρα της ιδιωτικής / προσωπικής δράσης ή εάν μπορεί να γίνεται μερικές φορές μέρος της εξωτερικής πλευράς της πολιτικής διαχείρισης του παρελθόντος.
Η αναφορά σε αυτά τα φαινόμενα έχει ως στόχο το άνοιγμα στις σημερινές κοινωνικές αξιολογήσεις με στόχο τη βελτίωση της κριτικής ικανότητας των πολιτών. Αυτό αφορά τις πολιτικές αξιολογήσεις που κάνει η κοινωνία μας, και πώς δημιουργεί τις προϋποθέσεις για να προοδεύσει ο συνολικός της προσανατολισμός. Όλες οι ευρωπαϊκές κοινωνίες έχουν τις δικές τους ιστορικές δυσκολίες, ιδιαίτερα δε η ελλαδική με τις πλούσιες σε μνήμες της περιπέτειες σε κεντρικό και περιφερειακό επίπεδο.
Η ελλαδική εμπειρία στην οποία η αλλαγή αυτή έχει ήδη συντελεστεί είναι χρήσιμη για την Κύπρο. Η ανάλυσή της μπορεί να είναι ένα θετικό «σήμα» ότι το παρελθόν χρειάζεται μια διαφορετική διαχείριση. Δηλαδή σύνδεση του με τα νέα φαινόμενα και ανάγκες, προοδευτική ανάπτυξη της μνήμης για να συνεισφέρει πιο αποτελεσματικά σε μια πορεία ανατροπής, ικανής να δώσει νέες κατευθύνσεις στα σημερινά αδιέξοδα. Είναι μια δημιουργική προσπάθεια ώστε η κοινωνία μας να διευρύνει τις δυνατότητές της να αντιμετωπίζει τα προβλήματα και να καθοδηγεί τις λύσεις.
Η λειτουργία της μνήμης είναι από μόνη της μια διαδικασία ανατροπής. Γι’αυτό χρειάζεται να αλλάξει προσανατολισμό. Η υπερβολή, η δημιουργία στους πολίτες της αίσθησης (κατ’ακρίβεια της ψευδαίσθησης) ότι με λεκτικές υπερβολές μπορούμε να αντιμετωπίσουμε εύκολα και γρήγορα τα προβλήματα που μας περιβάλλουν συνιστά μια πορεία που απλώς βοηθά στην ακινησία και την απλοϊκή σκέψη.
Αν επιμείνουμε σε μια παραδοσιακή πορεία, μπορεί να κερδίζουμε το εύκολο χειροκρότημα αλλά ταυτόχρονα συμβάλλουμε στη συγκάλυψη δομικών αδυναμιών και τροφοδοτούμε το φαύλο κύκλο της περιχαράκωσης και της εσωστρέφειας.
Επί της ουσίας δεν έχουμε την επιλογή να κινηθούμε ανάμεσα στην ακινησία ή την ανατροπή. Η μόνη μας επιλογή είναι ο τρόπος και η κατεύθυνση μιας πολιτικής ανατροπής. Να προσπαθήσουμε να αντιμετωπίσουμε τα σημερινά αδιέξοδα με γνώση, ενότητα, συλλογικότητα. Αυτό είναι το «τρίπτυχο» για να καθοδηγήσουμε τις εξελίξεις και να δώσουμε λύσεις που να ανταποκρίνονται στις προσδοκίες του λαού μας.