Διαπραγμάτευση με ομπρέλλα τις συμμαχίες
Οι αριθμοί είναι εντυπωσιακοί και χωρίς αυτούς δεν πάμε στην ουσία των πραγμάτων. Η μεγάλη πλειοψηφία των συμπολιτών μας επιθυμεί veto στον ενταξιακό δρόμο της Τουρκίας. Οι αριθμοί είναι πιο μεγάλοι υπέρ του veto στις νέες ηλικίες και στους πτυχιούχους τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Πριν από κάθε συζήτηση για την 17η Δεκεμβρίου 2004, πρέπει να τεθεί προς συζήτηση το μείζον, αυτό που αφορά τον σκληρό πυρήνα των σχέσεων Τουρκίας – Ε.Ε. Ως ελληνοκύπριοι να απαντήσουμε σε δύσκολα προβλήματα, αυτά που δημιουργεί η ιστορία, η πολιτική, η γεωγραφία, η εισβολή και κατοχή, το μέλλον της Κύπρου.
Η Τουρκία είναι πιο επωφελές για την Κύπρο να κινείται προς τη Δύση, να ενισχύει τους δεσμούς της με την Ε.Ε. Όπως όλοι γνωρίζουμε η Τουρκία δοκίμασε στο παρελθόν να παίξει ένα ηγεμονικό σχέδιο στη γύρω ζώνη της. Δοκίμασε να είναι ένας περιφερειακός ηγεμόνας – συσσώρευση δορυφόρων γύρω της από τουρκογενή κράτη και φύλα, ισλαμικές ομάδες κλπ. Το σενάριο αυτό θα δημιουργούσε μια Τουρκία ανεξέλεγκτη, τη χειρότερη δυνατή υπό αυτές τις γεωπολιτικές συνθήκες…
Το δυτικό σενάριο είναι πιο χρήσιμο για την Κύπρο – την Τουρκία με ευρωπαϊκή πορεία. Σε αυτή την πορεία η Τουρκία είναι υποχρεωμένη να παίζει με κανόνες, με συγκεκριμένες συμπεριφορές, να ελέγχεται από τις Βρυξέλλες, να αξιολογείται κατά θέμα και κατά περίπτωση. Αυτό το σενάριο έχει αρχίσει από το 1962, στην πράξη όμως μπήκε σε τροχιά με την Τ.Ε. Τουρκίας – Ε.Ε. από 1-1-1996.
Άρα είναι σε μια κατεύθυνση, έχει διανύσει μια απόσταση. Η Κύπρος έχοντας μια πλήρη γνώση των γεωπολιτικών ισορροπιών στην περιοχή μας, αναλύοντας εις βάθος τις σχέσεις Άγκυρας – Λευκωσίας, έχει κάθε συμφέρον να υποστηρίξει την δυτική πορεία της Τουρκίας κάτω από σαφείς όρους και προϋποθέσεις. Στην πολιτική λευκή επιταγή δεν υπάρχει, υποστήριξη άνευ όρων είναι μια απολίτικη προσέγγιση.
Σε άλλες εποχές, έγιναν άλλες αξιολογήσεις γιατί άλλες ήταν οι προτεραιότητες της Κύπρου – Τελωνειακή Ένωση Κύπρου – Ε.Ε., καθορισμός ημερομηνίας για έναρξη ενταξιακών, ένταξη και χωρίς λύση του κυπριακού.
Σήμερα οι όροι και οι προϋποθέσεις έχουν άλλο περιεχόμενο και διασυνδέονται με την 17η Δεκεμβρίου 2004.
Είναι εφικτός στόχος η διεκδίκηση ανταλλαγμάτων προς την Κύπρο, είναι προβλεπτό να κερδίσει η Κύπρος ισχυρότερα ανταλλάγματα για το παρόν και το μέλλον της νήσου. Σε αυτή τη διαδικασία υπάρχει ένας βασικός κανόνας, – ιδιαίτερα για ένα μικρό κράτος όπως η Κύπρος. Να χρησιμοποιεί όλα τα θεσμικά «όπλα» της, να αξιοποιεί ότι είναι ευρωπαϊκά εφικτό για να μεγιστοποιεί τα οφέλη της.
Κατά συνέπεια το veto είναι εργαλείο πολιτικής, η χρήση του είναι μέσα στο ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο εκτός και εάν κερδίσει κάποιο κράτος περισσότερα στη διαπραγμάτευση από όσο αξίζει το veto από μόνο του.
Είναι η παρουσία του veto μέρος της διαπραγμάτευσης έως τις 17 Δεκεμβρίου και οριστικά αποφασίζει το πως το χρησιμοποιεί ή όχι την υστάτη καθώς τα συμπεράσματα της Συνόδου Κορυφής θα οριστικοποιούνται στη συνάντηση γύρω από το τζάκι, στις 18 Δεκεμβρίου 2004.
Η ασάφεια σε μια διαπραγματευτική τακτική ή μη πρόβλεψη από άλλους μιας δικής μας κίνησης, η αμφισημία μιας δήλωσης, είναι χρήσιμη για κάθε παραγωγική διαπραγμάτευση κάτω από ένα σαφή όρο. Ότι την ίδια στιγμή της ανάπτυξης μιας «απρόβλεπτης» κίνησης, έχεις ήδη δημιουργήσει ή δημιουργείς ένα πλέγμα συμμαχιών γύρω από τις επιδιώξεις σου, ένα σχήμα από συμμαχίες που θα σε στηρίξουν στη Σύνοδο Κορυφής.
Στην ειδικότερη περίπτωση της 17ης Δεκεμβρίου είναι απολύτως αναγκαίο η Κύπρος να διαπραγματευτεί πάνω στα κείμενα και να κερδίσει τα μέγιστα οφέλη για εμάς. Υπάρχει μια δημόσια συζήτηση για ένα πακέτο όρων, και προφανώς αυτό δεν βοηθά την ουσιώδη διαπραγμάτευση. Αυτή δεν γίνεται στις πλατείες ή στα καφενεία, αυτή προωθείται με σαφήνεια μέσω της ολλανδικής προεδρίας στους άλλους εταίρους μας, τυγχάνει αξιολογήσεων, σταθμίζονται κάθε φορά τα δεδομένα, αναζητείς συμμαχίες, διευρύνεις την επιρροή σου.
Τα ειδικότερα αιτήματα της Λευκωσίας – τα πιο συγκυριακά λ.χ. επέκταση Τ. Ε. Τουρκίας – Ε.Ε και στην Κύπρο – θα μεγιστοποιηθούν ως πολιτικά μεγέθη από τη στιγμή που η Λευκωσία θα δώσει πλαίσια κατευθύνσεων για την προώθηση λύσης στο κυπριακό, άρα θα «απαντήσει» το μείζον και για τους άλλους 24 εταίρους (επίλυση, Κύπρος ως «διαρκής» εταίρος, όχι ως Κύπρος – πρόβλημα για αρκετούς εταίρους ). Αυτό ως πλαίσιο κινήσεων θα αλλάξει ορισμένες ισορροπίες, θα δώσει ισχυρότερο ρόλο στην Ε.Ε. στην Κύπρο και το κυπριακό, άρα η Σύνοδος Κορυφής της 17ης Δεκεμβρίου μπορεί να είναι βάση για περισσότερη και αποτελεσματικότερη δραστηριότητα της Ε.Ε. στις προσπάθειες επίλυσης του κυπριακού. Η διασύνδεση των «συγκυριακών» αιτημάτων με το «μείζον» – ευρωπαϊκή ομπρέλα στις διαδικασίες επίλυσης του κυπριακού. – δίνει απαντήσεις σε μια σειρά από εταίρους μας, και αυξάνει το πλαίσιο των συμμαχιών μας.
Πιθανώς ορισμένοι συμπολίτες μας να αισθάνονται ότι η ευρωπαϊκή πορεία Κύπρου και Τουρκίας δεν έχει αποδώσει τα όσα θα επιθυμούσαμε, άρα ας σταματήσουμε τις σχέσεις Τουρκίας – Ε.Ε. με ένα veto. Εάν αυτό συμβεί, το ίδιο θέμα θα επανέλθει προς συζήτηση σε επόμενη Σύνοδο Κορυφής τον Ιούνιο του 2005. Μπορούμε μέσα από την πολιτική των διασυνδέσεων, κάθε φορά που έχουμε τη δυνατότητα, να κερδίζουμε το μέγιστο για την Κύπρο μέσα από την Ε.Ε.
Όλα θα ήταν καλύτερα εάν εφάπαξ η Κύπρος κέρδιζε τα πάντα. Ζούμε, όμως, σε ένα κόσμο με υπαρκτές ισορροπίες και συμφέροντα και η Κύπρος – βήμα με βήμα – μπορεί να ισχυροποιεί τη θέση της, διεκδικώντας το κάθε φορά μέγιστο αντάλλαγμα σε μια διαπραγμάτευση που λειτουργεί μέσα σε ορισμένα πλαίσια ισχύος. Η Κύπρος έχει δυνατότητες, έχει πλεονεκτήματα, ακριβώς λόγω της πλήρους συμμετοχής της στην Ε.Ε. Η διαπραγμάτευση βασίζεται σε επιλογές, όχι σε τραγωδίες, και οι επιλογές έχουν έκταση, βάθος, αξιολόγηση. Είναι ισχυρότερες εάν οικοδομείς συμμαχίες και έχεις συμμάχους στη βάση της πολιτικής των κοινών συμφερόντων