Διπλωματία της ασπιρίνης
Η επανέναρξη ενός κύκλου συνομιλιών για το Κυπριακό πραγματοποιείται υπό τους πλέον δυσμενείς όρους και συνθήκες. Η εκρηκτική κατάσταση στα Στροβίλια είναι μια τεχνητή αντίδραση του Ρ. Ντενκτάς σε σχέση με την τελευταία διπλωματική μάχη στο Σ.Α., γύρω από το «addendum. Η αλαζονεία του δεν επιτρέπει «ατυχίες» ή «ήττες», ακόμα και στα πιο στοιχειώδη, όπως η σχέση των δυνάμεων του ΟΗΕ με την Κυπριακή Δημοκρατία. Γι’ αυτό και υπό τα απλανή βλέμματα μεσολαβητών και «μεσολαβητών», δημιουργεί ένα εκρηκτικό μίγμα απαισιοδοξίας και αδιεξόδων. Δεν προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση στους κύπριους πολίτες αυτή η πολύχρονη ασυλία, με την οποία ορισμένες ισχυρές δυνάμεις περιβάλλουν τον Τ/Κ φεουδάρχη. Το κυπριακό πρόβλημα δεν επηρεάζει ουσιαστικά τα συμφέροντα των ΗΠΑ στην περιφέρεια της Α. Μεσογείου, ούτε απειλεί ζωτικά τους δικούς του σχεδιασμούς.
Κατά συνέπεια, οι ΗΠΑ αφαιρούν την Κύπρο από τον κατάλογο των επιλογών πρώτης προτεραιότητας (π.χ. χθες το Κουβέιτ, σήμερα η Γιουγκοσλαβία) και την εντάσσουν στις κινήσεις «χαμηλής πολιτικής», έξω από την ατζέντα της Μ. Όλμπραϊτ, και μέσα στις δραστηριότητες ενός Μόουζες. Αυτό το κράμα αντιφάσεων, από την πλευρά της Ουάσιγκτον, είναι ιδιαιτέρως κατανοητό στην Άγκυρα και κατ’ επέκταση στο Ρ. Ντενκτάς. Όταν γνωρίζουν – και η πείρα είναι διάσημη – πως κάθε τους κίνηση θα έχει ή ελεγχόμενο ή και μηδενικό κόστος, αυτό εκτρέφει το φαύλο κύκλο των αδιεξόδων στο κυπριακό. Εάν οι «ενδιάμεσοι» στις ΗΠΑ έκαναν πράξεις, έστω ένα ελάχιστο ποσοστό, των όσων θεωρητικώς καταλογίζουν στο Ρ. Ντενκτάς, ασφαλώς οι πιθανότητες για πρόοδο στο Κυπριακό θα ήταν κατά πολύ αυξημένες. Η επίσκεψη του νέου τούρκου προέδρου, Α. Σεζέρ, στα κατεχόμενα, βεβαίωσε πως είναι ιδιαιτέρως αδύναμη προσωπικότητα στα ζητήματα «εθνικής» τουρκικής πολιτικής και ότι, στην ουσία, δεν είναι σε θέση να παίξει ένα ρόλο ισορροπίας στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας στην Άγκυρα, όπως λ.χ. ο Τ. Οζάλ. Εάν σε αυτό το σημείο δεν μπορεί να είναι ούτε καν Ντεμιρέλ, και σε συνδυασμό με τα εσωτερικά αδιέξοδα του τρικομματικού συνασπισμού εξουσίας (Ετζεβίτ, Μπαχτσελί, Γιλμάζ), τότε εμφανίζεται η πραγματική εικόνα ενός συνομιλητή από το παρελθόν, και μιας διεθνούς ισορροπίας που δεν προωθεί την ειρήνη και τη σταθερότητα στην Κύπρο. Εξελίξεις ουσίας θα προκύψουν, εάν στην Άγκυρα σταθεροποιηθεί μια νέα ισορροπία ισχύος που θα αλλάξει τις πάγιες και επεκτατικές σταθερές της εξωτερικής της πολιτικής. Κάτι τέτοιο δε συμβαίνει, ο στρατός ηγεμονεύει, και οι συνταγές της ασπιρίνης (βελτιώσεις σε νόμους και διατάγματα) δεν ακουμπούν την ουσία. Είναι γι’ αυτό που ο Λόυδ Τζορτζ τα είδε πολύ καθαρά, ήδη από τις 4 Αυγούστου 1992: «Ο τούρκος είναι ανατολίτης. Γνωρίζει πολλά. Ίσως, γνωρίζει πάντα την αξία του χρόνου, αλλά στη διπλωματία επιδιώκει πάντα να κερδίζει χρόνο. Στηρίζεται στην ελπίδα ότι η άλλη πλευρά θα ενδώσει πρώτη..».
Εφημερίδα, Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ,1998