Δύο “θαύματα”, μια λεηλασία!
Τι έγινε το κυπριακό θαύμα; Πού ήταν και πώς εξελίσσεται; Σε ένα μέρος του είμαστε σημερινοί θεατές: οι διοικήσεις των τραπεζών έχουν διαπράξει μια απίστευτης έκτασης λεηλασία του τραπεζικού πλούτου. Δυστυχώς, αργήσαμε να δούμε την έκταση και την ένταση του «τραπεζικού θαύματος» γιατί ήταν σε θέση να κρατήσει ασφυκτικά κλειστό το μυστικό του για να μην γίνει εύκολα κατανοητό από τις πολλές χιλιάδες των καταθετών. Η πλήρης κατάρρευσή του γίνεται σήμερα ολοένα και πιο διάσημη: σε μερικές ΣΠΕ τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια φτάνουν έως και το 80%, χορός εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ για μη εξυπηρετούμενα δάνεια σε επιφανείς κύπριους από την Τράπεζα Κύπρου (π.χ. Σιακόλας, Λεπτός) και μέσα σε αυτούς και ο τέως πρόεδρο του ΔΣ του συγκροτήματο Θ. Αριστοδήμου, δάνειο 10 εκ. ευρώ έλαβε ο διοικητής του Συνεργατικού Κινήματος Ε. Χλωρακιώτης από ΣΠΕ, τοπικές ΣΠΕ δανείζουν ποδοσφαιρικές ομάδες χωρίς διασφαλίσεις, παράγοντες με κομματικό μανδύα χρησιμοποίησαν τα δάνεια στις ΣΠΕ ως μέσο για να διαγράψουν μια «λαμπρή» πολιτική καριέρα! Ο κίνδυνος της άτακτης χρεωκοπίας ανάγκασε το «κλειστό σύστημα» να δείξει τη γύμνια του, τον πραγματικό του εαυτό, την έκταση μιας λεηλασίας με ονοματεπώνυμο.
Πώς εξηγείται αυτή η μακρά διαδρομή από το άλλο «θαύμα» στη σημερινό παρωδία; Στα χρόνια μετά την εισβολή και με την ιδαίτερη συμβολή του τότε Υπουργού Οικονομικών Α. Πατσαλίδη το κράτος ανέλαβε έναν εκτεταμένο ρόλο στην ανάκαμψη της οικονομίας, εργαζόμενοι με διακρατικές συμφωνίες βρήκαν εργασία σε αραβικές χώρες, αξιοποιήθηκε συστηματικά η ξένη βοήθεια, οι συντεχνίες λειτούργησαν με μετριοπάθεια, εξωτερικές συγκυρίες βοήθησαν τα μέγιστα όπως οι κρίσεις στο Λίβανο, το κεφάλαιο της πολιτικής συμπάθειας που κέρδισε η Κύπρος εξαιτίας της εισβολής επίσης βοήθησε στην εισροή κεφαλαίων και έτσι άνοιξε περίοδος οικονομικής ανάκαμψης.
Το κρίσιμο σημείο που έκρινε το «παλιό» από το «καινούριο» ήταν η πολιτική απόφαση για την έναρξη της διαδικασίας ένταξης στην ΕΕ και η καθευατή ένταξη το 2004. Προσθέτω και την ένταξη στην ζώνη του ευρώ το 2008. Σε αυτή την κρίσιμη περίοδο της μεγάλης προσαρμογής σε ένα διαφορετικό πολιτικό και οικονομικό πλαίσιο, η Κύπρος χρειαζόταν ένα εκτεταμένο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων, ικανό να κρατήσει την οικονομία της ανταγωνιστική στο νέο περιβάλλον. Αυτό το πρόγραμμα θα μπορούσε να περιλαμβάνει μετοχοποιήσεις ημικρατικών οργανισμών, αλλαγές στο σύστημα διοικήσεων στον κρατικό και ημικρατικό τομέα, αποκρατικοποιήσεις που θα ενίσχυαν την αναπτυξιακή πολιτική, αξιοποίηση της αδρανούς χαλίτικης (κρατικής) γης, μετατάξεις δημοσίων υπαλλήλων κ.ά. Αντί αυτού, οι κυβερνήσεις ακολούθησαν την πεπατημένη όπως διαμορφώθηκε στα χρόνια μετά την εισβολή και η οποία εμπεδώθηκε σε πολλές πολιτικές δυνάμεις ως «μονόδρομος», ενώ κάθε άλλη πρόταση φαινόταν «ξένη» στην κυπριακή πολιτική παράδοση και δεν γινόταν αποδεκτή ούτε καν για συζήτηση.
Η ένταξη στην ΕΕ και η ένταξη στο ευρώ βρίσκουν την Κύπρο χωρίς αναπτυξιακή πνοή, χωρίς καμμία μεταρρύθμιση, έτσι στον αυτόματο πιλότο όπως διαμορφώθηκε στα παλιά καλά χρόνια. Σε δύο τομείς σημειώθηκε σημαντική πρόοδος (τραπεζικές υπηρεσίες, ναυτιλιακή πολιτική), αλλά και αυτές παρά τις επιτυχίες που προσέφεραν αναδεικνύοντας την Κύπρο ως κέντρο παροχής υπηρεσιών, δεν απέφυγαν (στον τραπεζικό χώρο) να φτάσουν στο άλλο άκρο χαλαρώνοντας την εποπτεία και διευκολύντας υπόγειες συναλλαγές, γεγονός που μέτρησε πολύ στην τελική απόφαση των κρατών-μελών της ευρωζώνης για την υπογραφή αυτής της δανειακής σύμβασης στις 25 Μαρτίου 2013.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετικά συχνά διατύπωνε οδηγίες και συστάσεις για το πώς η ΕΕ έβλεπε να προχωρούν οι μεταρρυθμίσεις. Είναι εντυπωσιακό να διαβάζει κανείς την επίμονη σύσταση της Επιτροπής να προχωρήσει το ΓΕΣΥ και την ίδια περίοδο η κυπριακή κυβέρνηση να βάζει το θέμα στο ψυγείο και ο επικεφαλής του Κ. Χριστοφή να υποβάλλει την παραίτησή του εξαιτίας του ότι όλα είχαν οδηγηθεί σε τέλμα! Στη Λευκωσία δεν ήθελαν να δουν ή να διαβάσουν γιατί το σύστημα συγκροτήθηκε πάνω στη συντήρηση των πολιτικών και οικονομικών κεκτημένων, πάνω στην παντοδυναμία της διαπλοκής ανάμεσα στις συνιστώσες της ακινησίας, αυτής που σήμερα βλέπουμε να καταρρεέει κάτω από το βάρος της οικονομικής, και, κυρίως, πολιτικής χρεωκοπίας της νήσου.