Εκδίκηση σε αβαθές πιάτο
Καθώς ο απόηχος της 17ης Δεκεμβρίου 2004 προκαλεί συζητήσεις, τίθεται εκ των πραγμάτων το ζήτημα της επίλυσης του κυπριακού ως μια κορυφαία σταθερά των τριγωνικών σχέσεων Κύπρου -Τουρκίας – Ε.Ε.
Τα σενάρια ή οι εικασίες έχουν σχέση με τις προβλέψεις για το 2005. Αυτό όμως που δεν είναι εικασία ή πρόβλεψη είναι το ολοένα και πιο σημαντικό ποσοστό ανάμεσα στους Ε/Κ που προτιμά ή επιλέγει στην κατάσταση πραγμάτων «όπως είμαστιν σιόρ». Σε όλες τις σημαντικές δημοσκοπήσεις ο αριθμός αυτός δείχνει μια ιδιαίτερη σοβαρή τάση που απορρίπτει κάθε αλλαγή ή εξέλιξη είτε γιατί η δύναμη της συνήθειας είναι μεγάλη, είτε γιατί έχει χάσει κάθε ελπίδα για λύση στο Κυπριακό.
Αυτοί οι αριθμοί δεν είναι εύκολο να εξηγηθούν με πληρότητα. Έχουν κενά, χρειάζονται ανάλυση από πολλές οπτικές.
Ωστόσο είναι λογικό να αναζητήσει κανείς τα αίτια σε μια δεδομένη παιδεία δεκαετιών, συνήθειες, συμπεριφορές, και επιλογές των ετών που έχουν περάσει και μέσα στις οποίες αναπτύχθηκε μια αμυντική / εσωστρεφής συμπεριφορά απέναντι σε κάθε αλλαγή. Αυτή η συμπεριφορά είχε ως θετική διάσταση την αντοχή, στοιχείο απαραίτητο για κάθε αγώνα. Στην πράξη όμως η οικονομική ανάπτυξη, οι αλλαγές στην κοινωνική βάση, οι κυρίαρχες τάσεις στο ιδεολογικό εποικοδόμημα έχουν σχηματίσει ένα ισχυρό μπλοκ που αρνείται κάθε αλλαγή, προτιμά το υπάρχον status quo επειδή θεωρεί πως έτσι είναι καλύτερο.
Η ένταξη στην Ε.Ε. την 1η Μαϊου 2004 δεν έδωσε ώθηση σε νέες αναλύσεις. Πολλοί πιστεύουν πως – αντιθέτως – η μετά την ένταξη πορεία της Κύπρου είναι «κάποια ασφάλεια» για λύση όπως είμαστε.
Είναι προφανές πως ιδιαίτερα στη νέα γενιά το ποσοστό της μη εξέλιξης είναι ακόμα πιο μεγάλο γιατί οι αναφορές / μνήμες / παιδεία έχουν περιοριστικό χαρακτήρα, απευθύνονται σε μια γενιά με νέα χαρακτηριστικά. Το ζήτημα τρέχει σε διάφορα επίπεδα και ηλικίες, διαπερνά το κοινωνικό σώμα ως ένα σενάριο. Πριν κάποια χρόνια ήταν επιδίωξη για λίγους. Σήμερα οι οπαδοί του γίνονται πιο ανοικτοί, σταδιακά παίρνει τη θέση του στα σενάρια του μέλλοντος κατά συνέπεια πολλοί θέτουν στις πίσω αποσκευές τους.
Αυτή η πιθανή εξέλιξη είναι προϊόν οργής, όχι ορθολογικής ανάλυσης, προϊόν απογοήτευσης, όχι προσεκτικής ανάλυσης των επιπτώσεων της μη λύσης μέσα στο χρόνο.
Πολλοί συμπατριώτες μας αισθάνονται την διεθνή αδικία ή την τουρκική επιθετικότητα κατά ένα τρόπο που «πρέπει» να απορριφθεί, άρα το πλάι – πλάι, είναι μια «εκδίκηση» στις αδικίες που έχει υποστεί η Κύπρος μέσα στο χρόνο. Δεν είναι εύκολο να διαχειριστεί κανείς τη λογική της μη λύσης γιατί παραπέμπει σε ανορθολογικές συμπεριφορές, έμμεση καλλιέργεια της είτε στη συνεχή απογοήτευση από την Άγκυρα, είτε εσχάτως από την ανώμαλη προσγείωση πολλών συμπατριωτών μας από κοινοτικές πρακτικές σε Συνόδους Κορυφής όπως έγινε στις 17 Δεκεμβρίου 2004.
Το ζήτημα της μη λύσης δεν είναι θέμα της οργής ή της απογοήτευσης. Δημιουργεί τεράστια προβλήματα στο μέλλον, με κύριο ζήτημα το εύρος και το είδος της εκπροσώπησης της Κυπριακής Δημοκρατίας μέσα στην Ε.Ε., καθώς θα επιδιωχθεί από την ίδια την Ε.Ε., και ένα άλλο είδος (;) παρουσίας των Τ/Κ εκτός Κύπρου. Πώς θα ισορροπήσουμε σε αυτό το σενάριο; Για δεκαετίες οι διακηρύξεις μας ήταν άλλες, άρα πρέπει να πείσουμε για το τι ακριβώς έχει συμβεί και ορισμένα πράγματα αλλάζουν σε μακροπολιτικό επίπεδο… ‘
Σε κάθε περίπτωση το κυπριακό ήθελε και θέλει πολιτικές διεκδικήσεις ευρωπαϊκών πρακτικών που να οδηγούν στην Κύπρο των κοινών συμφερόντων.
Το πρότυπο της Τσεχοσλοβακίας δεν ταιριάζει στην Κύπρο.