Ερτογάν καλεί Ομπάμα…

Ο Τ. Ερτογάν σχολιάζοντας την επικείμενη επίσκεψη Ομπάμα στην Τουρκία εκτιμά ότι «πως αυτή έχει ξεχωριστή σημασία και για τις ΗΠΑ και για την Τουρκία». Ως γνωστόν, ο Μ. Ομπάμα θα μεταβεί για επίσημη επίσκεψη στην Τουρκία στις 6 και 7 Απριλίου 2009 και θα λάβει μέρος στη συνάντηση της «Συμμαχίας των Πολιτισμών» στην Κωνσταντινούπολη. Ο Τ. Ερτογάν αναφερόμενος γενικότερα στις σχέσεις της χώρας του με τις ΗΠΑ κάνει λόγο «για δύο στρατηγικούς συμμάχους πρώτου βαθμού των οποίων οι σχέσεις πρέπει να εξελιχθούν. Τα δεδομένα στο εξωτερικό εμπόριο είναι ανεπαρκή, ενώ πρέπει να προχωρήσουμε ακόμη πιο πέρα στις στρατιωτικές και πολιτικές σχέσεις. Είμαστε στρατηγικοί σύμμαχοι, η Τουρκία είναι εκ των ων ουκ άνευ για τις ΗΠΑ».

Η προηγηθείσα επίσκεψη της Χ. Κλίντον και η επικείμενη επίσκεψη Ομπάμα είναι δύο σαφείς αποδείξεις ότι οι ΗΠΑ αναγνωρίζουν τη γεωπολιτική χρησιμότητα της Τουρκίας, το ρόλο της στη Μ. Ανατολή, τον Καύκασο, το Ιράν, τους ενεργειακούς κόμβους και στις σχέσεις με τη Ρωσία. Ο Τ. Ερντογάν υπογραμμίσει αυτό ακριβώς το στοιχείο και προσθέτει ότι «είναι σημαντικός ο ρόλος της Τουρκίας μεταξύ του Ισραήλ και της Συρίας, στη διένεξη Ισραήλ-Παλαιστινίων, στα θέματα του Ιράκ και του Ιράν. Επιπρόσθετα το 99% του πληθυσμού μας είναι μουσουλμάνοι και άρα οι συνομιλίες μας μαζί τους στο θέμα των σχέσεων με τους λαούς της Μέσης Ανατολής είναι διαφορετικές. Η Τουρκία δεν έχει διένεξη με καμία χώρα της περιοχής».

Αναφερόμενος σε άλλα θέματα της αμερικανοτουρκικής ατζέντας ενόψει της επίσκεψης Ομπάμα, ο Τ. Ερτογάν παραδέχθηκε δημόσια την άλλη πλευρά του διαλόγου ότι «οι σχέσεις μας με τις ΗΠΑ έχουν μία διάσταση που σχετίζεται με το κυπριακό και με την Ευρωπαϊκή Ένωση».

Είναι σαφές ότι η αναθέρμανση των σχέσεων ΗΠΑ-Τουρκίας μπορεί να σηματοδοτήσει ποικίλες εξελίξεις σε διάφορα επίπεδα. Δεν είναι εύκολο αυτή τη στιγμή να προσδιοριστεί η έκταση και η ένταση αυτών των ανακατατάξεων σε μια περιοχή που το στοιχείο του απρόβλεπτου είναι συχνά παρόν. Εγκυμονεί, όμως, την πιθανότητα μακροπρόθεσμα να συμβάλει σε νέες αξιολογήσεις σε ορισμένα επίπεδα όπως οι σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας, οι σχέσεις Ρωσίας-Τουρκίας-ΗΠΑ και η ειρηνευτική προσπάθεια στη Μ. Ανατολή. Βέβαιον είναι ότι παρατηρείται μια προνομιακή συνεννόηση ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και την Άγκυρα ως αποτέλεσμα της σύμπτωσης συμφερόντων σε μια σειρά από διμερή και πολυμερή θέματα. Η τουρκική εξωτερική πολιτική με αρχιτέκτονα τον καθηγητή Α. Νταβούτογλου προσαρμόζει τις επιλογές της για να συναντήσει τα συμφέροντα άλλων ισχυρών δυνάμεων και έτσι και η ίδια να αποκτήσει ένα σημαντικό εκτόπισμα ως συμπληρωματική «περιφερειακή» δύναμη στη Μ. Ανατολή και στον Καύκασο.

Ψηλά στην ατζέντα των δυσκολιών που αντιμετωπίζει η Άγκυρα στο «δυτικό» της μέτωπο είναι το κυπριακό και το μέλλον των σχέσεών της με την ΕΕ. Αυτά τα δύο προβλήματα, αν και ο Ερτογάν τα διατύπωσε ως ξεχωριστά, στην πράξη λειτουργούν ως ενιαία, και αποτελούν το κρίσιμο τεστ για την αξιοπιστία της εξωτερικής πολιτικής Νταβούτογλου. Από την πλευρά της Λευκωσίας και της Αθήνας απαιτείται η επεξεργασία ενός εναλλακτικού σχεδίου δράσης. Εκτιμώ ότι με τη στρατηγική ομπρέλα της ΕΕ μπορεί να επιτευχθεί ένας συνδυασμός κινήσεων που θα δώσει στην Κύπρο το «κλειδί» της πρωτοβουλίας στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι.