Έτσι πτώχευσε η Ελλάδα!
Από τα αθηναϊκά «Νέα» στις 9 Φεβρουαρίου η εξής είδηση:« ένα δεύτερο δημόσιο δημιούργησε η Νέα Δημοκρατία στα πέντε χρόνια της διακυβέρνησης Καραμανλή, στήνοντας βιομηχανία προσλήψεων που ξεπέρασαν τις 865.000. Οι περισσότερες μάλιστα από τις μισές – 57% – έγιναν με αδιαφανείς διαδικασίες εκτός ΑΣΕΠ καθώς αφορούσαν συμβασιούχους έργου ή ορισμένου χρόνου. Αντιθέτως το μόνιμο προσωπικό, η πρόσληψη του οποίου γίνεται με αντικειμενικά κριτήρια, περιοριζόταν στο 19%. Ενδεικτικό είναι πως μόνο μέσα σε ένα έτος, το 2008 πραγματοποίησε 112.716 νέες προσλήψεις, ενώ και στο πρώτο εξάμηνο του 2009 πρόλαβε να εγκρίνει άλλες 65.061 θέσεις. Συγκριτικά μάλιστα με το αντίστοιχο διάστημα του πρώτου εξαμήνου του 2008, παρατηρήθηκε αύξηση 35,2% στον αριθμό των προσλήψεων. Η δημιουργία της λεγόμενης γενιάς των 500 ευρώ που προέκυψε από τα Stage. Λίγο πριν από τις εκλογές του 2009, η απόφαση της κυβέρνησης Καραμανλή να προωθήσει στο παρά πέντε ακόμη ένα πακέτο θέσεων Stage είχε πυροδοτήσει έντονη αντιπαράθεση. Για παράδειγμα, στα μέσα Σεπτεμβρίου 2009 είχε καταγγελθεί η πρόσληψη 100 υπαλλήλων στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους με διετείς συμβάσεις έργου. Το έργο τους θα ήταν η παρακολούθηση των ειδικών λογαριασμών, μόνο που το αντικείμενο αυτό δεν υπήρχε πια σε καμία υπηρεσία του Γενικού Λογιστηρίου!».
Επειδή πολλοί πίστεψαν ότι η Ελλάδα έπιασε πάτο επειδή κάποιοι συνωμότηταν να την καταστρέψουν, ή επειδή όλοι οι πολιτικοί δεν έκαναν καλά τη δουλειά τους, τα στοιχεία από «Τα Νέα» είναι πασιφανή, ακόμα και για τους στενούς οπαδούς του Κ. Καραμανλή, αν απέμειναν κάποιοι. Ο Κ. Σημίτης προσθέτει στα πιο πάνω και τα εξής: «η τότε συντηρητική κυβέρνηση ακολούθησε το 2004 μια λαϊκίστικη πολιτική δαπανών υπό το σύνθημα «εμείς δίνουμε περισσότερα από τους άλλους». Ετσι το πελατειακό σύστημα βίωσε μια νέα άνθηση, το κράτος διόρισε περισσότερα από 150.000 άτομα, το δημόσιο χρέος αυξήθηκε σε πεντέμισι χρόνια κατά 130 δισ. ευρώ, από 95,4% του ΑΕΠ το 2003 σε 129,4% στα τέλη του 2009».
Ο Υπουργός Οικονομικών της Ελλάδας Γ. Στουρνάρας δήλωσε στις 28 Ιανουαρίου ότι «ο μεγάλος εκτροχιασμός έγινε τη διετία 2007-2009, τότε χάθηκε το παιχνίδι. Βεβαίως, η χαλάρωση είχε ξεκινήσει νωρίτερα, ήδη από το 2004, αλλά η έκρηξη συνέβη τη συγκεκριμένη διετία».
Σήμερα θεωρώ ότι η νέα παρέμβαση του Κ. Σημίτη ως συνήθως αποτελεί έναν σήμα κινδύνου για όσα δεν θέλουν να ακούσουν ορισμένοι σημερινοί διαχειριστές της εξουσίας. Σε συνέντευξή του στη γερμανική εφημερίδα Handelsblatt στις 8 Φεβρουαρίου ο πρώην πρωθυπουργός εκτιμά ότι «η χώρα χρειάζεται μια νέα αναδιάρθρωση, η μείωση του χρέους δεν είναι ρεαλιστική χωρίς αναδιάρθρωση με τη συμμετοχή των θεσμικών πιστωτών. Με τους σημερινούς υπολογισμούς, το χρέος της Ελλάδας το 2020 θα είναι στο 124%, ενώ το 2009 ήταν στο 129%, άρα η πρόοδος είναι μικρή. Μία οριστική λύση προϋποθέτει ότι το συνολικό χρέος θα πρέπει να είναι σε πολύ χαμηλότερο ποσοστό, αισθητά κάτω από το 100% του ΑΕΠ, κάτι που απαιτεί ένα νέο κούρεμα».
Οι προηγούμενες προβλέψεις του Κ. Σημίτη για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας δικαιώθηκαν με τον πιο ουσιαστικό τρόπο. Η τελευταία του εκτίμηση πιστεύω ότι θα γίνει αποδεκτή, έστω μετά από κάποιο χρονικό διάστημα, αφού πρώτα αγνοηθεί από ειδήμονες της πεντάρας. Η μερική πρόοδος που παρατηρείται το τελευταίο διάστημα στις προσπάθειες για ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, έφεραν συγκρατημένα ευνοϊκά σχόλια στο διεθνές πεδίο. Αυτό είναι καλό. Η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι κάθε δύσκολη εξέλιξη που συντελείται σε ένα ευνοϊκότερο περιβάλλον έχει καλύτερα αποτελέσματα.