Γ. Κρανιδιώτης
Συμπληρώνονται εφέτος στις 14 Σεπτεμβρίου πέντε χρόνια από το θάνατο του Γ. Κρανιδιώτη. Πέντε χρόνια τα οποία η ιστορική αδικία, δεν τα «αφιέρωσε», σε εκείνον που τα σχεδίασε, τα υλοποίησε, τα ζούσε. Ο Γ. Κρανιδιώτης έθεσε τα θεμέλια της ιστορικής κίνησης, προκάλεσε τις αλλαγές, για να γίνει η Κύπρος πλήρες μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας. Διαμόρφωσε ένα πρωτοποριακό σχέδιο δράσης από το 1985 και μέσα σε 13 χρόνια το είδε να υλοποιείται βήμα με βήμα. Χάριν της ιστορικής τεκμηρίωσης ας υπενθυμίσουμε τους μεγάλους σταθμούς:
– Τελωνιακή Ένωση Κύπρου – ΕΟΚ (1988).
– Δημόσιες παρεμβάσεις για να πεισθεί η κυβέρνηση Βασιλείου να υποβάλει αίτηση για πλήρες μέλος (β’ εξάμηνο 1988).
– Συμφωνία για έναρξη ενταξιακών συνομιλιών (6 Μαρτίου 1995).
– Έναρξη ενταξιακών (1998).
– Προβολή ενός πλαισίου για την απρόσκοπτη ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ ενόψει του Ελσίνκι (Ιούλιος 1999).
Η υπενθύμιση αυτών των σταθμών γίνεται για πολύ συγκεκριμένους λόγους.
Όλοι, οι πιο πάνω σταθμοί είχαν τον κοινό τους παρονομαστή. Η Λευκωσία ήταν κατά περίπτωσιν διστακτική, αρνητική, διαφωνούσε. Με το ζόρι ο Σ. Κυπριανού να πάει στην Τ.Ε. το 1988, με το ζόρι ο Γ. Βασιλείου να υποβάλει αίτηση για πλήρη ένταξη το 1988 – τελικά πήγε το 1990.
Το χειρότερο όλων ήταν η πλήρης διαφωνία των κυπριακών κομμάτων
απέναντι στους νικηφόρους συμβιβασμούς της 6ης Μαρτίου 1995, και του Ελσίνκι το 1999. Σήμερα που όλοι απολαμβάνουν τους καρπούς αυτών των μεγάλων κινήσεων, ούτε ένα κόμμα ή έστω φορέας, δεν έχει πει δημόσια κάτι διαφορετικό, έστω ότι οι εκτιμήσεις δεν ήταν οι καλύτερες. Απλώς τότε κτυπούσαν ή ύβριζαν τον Γ. Κρανιδιώτη, πέτυχε ο στόχος και σήμερα κάνουν πως δεν ξέρουν τίποτα. Το καταγράφω αυτό ως ένα δείγμα του πολιτικού μας πολιτισμού, αλλά και ως μια βεβαίωση ότι ο Γ. Κρανιδιώτης έφυγε από τη ζωή με αυτό το μεγάλο καϋμό. Έφυγε με το παράπονο ότι πολεμήθηκε με τον πιο χυδαίο τρόπο, τον περιέβαλαν με το μανδύα του «προδότη», του «ενδοτικού», του «υποχωρητικού». Αυτό με μια μεγάλη διαφορά στην ιστορική τεκμηρίωση. Ο Γ. Κρανιδιώτης με την στήριξη από τον Α. Παπανδρέου και τον Κ. Σημίτη πέτυχε να αλλάξει την πορεία της Κύπρου, ενώ εάν ακολουθούσαμε τη γραμμή των υβριστών του ή αν ήταν στη Λευκωσία ,θα ήμασταν – στην καλύτερη περίπτωση – στο στάδιο της Τελωνειακής Ενωσης Κύπρου – ΕΕ…
Να γιατί ο Γ. Κρανιδιώτης υπήρξε μια σχολή πολιτικής, όχι απλώς ένας κορυφαίος ευρωπαϊστής. Μπορούσε να διαβλέψει τις εξελίξεις, να συνεκτιμήσει τις εθνικές προτεραιότητες σε σχέση με το διεθνές περιβάλλον, να δημιουργήσει επωφελείς συσχετισμούς για να πάνε μπροστά και αποτελεσματικά τα συμφέροντα της Κύπρου και της Ελλάδας. Οικοδομούσε ισορροπίες συμφερόντων, ήταν άριστος σχεδιαστής της πολιτικής των διασυνδέσεων (6 Μαρτίου 1995, Ελσίνκι 1999) και μέσω αυτών, έφερε την Κύπρο στη λεωφόρο της πλήρους ένταξης. Διαμόρφωσε ένα μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, και αυτός ο σχεδιασμός «έλεγχε» τα επιμέρους συμβιβαστικά κείμενα ή χειρισμούς, ώστε να υπηρετούν τον ευρύτερο, κεντρικό στόχο.
Ο Γ. Κρανιδιώτης ήταν φανατικός εχθρός της δημαγωγίας, μιλούσε με τεκμηρίωση, με ορθολογισμό. Διεκδικούσε στόχους με ότι η συγκυρία ή οι συσχετισμοί το επέτρεπαν, ή το επέβαλλαν. Σε αυτή την περίπτωση ήταν λχ και το ζήτημα με τους S300 το 1998. Για να επιτευχθούν υπέρτεροι στόχοι ( ευρωπαική πορεία με πιο δυνατά χαρτιά ) εισηγήθηκε τη λύση της μεταφοράς τους στην Κρήτη. . Οι απειλές Σιράκ (και άλλων) ξεπεράστηκαν και άνοιξε , έτσι, ο δρόμος για το Ελσίνκι,( 1999) και την απρόσκοπτη ένταξη στην ΕΕ. Βεβαίως υπάρχουν στην Κύπρο και εκείνοι που ήθελαν και τα δύο , και πυραύλους και Ελσίνκι αλλά δεν μας έχουν πει ακόμα πως θα προωθούσαν και τους δύο στόχους ταυτόχρονα. Ήθελαν μόνο εύκολα χειροκροτήματα , όχι υπεύθυνες πολιτικές., αυτές που διασφάλιζαν την κεντρική πολιτική πρόταση ( ένταξη στην ΕΕ)
Με veto στην ΕΟΚ για να ξεκινήσει η ευρωπαϊκή πορεία της Κύπρου, με απειλή για veto εάν δεν γίνονταν δεκτοί οι τρεις όροι της Αθήνας για το Ελσίνκι, (12 Ιουλίου 1999) ,με συμμαχίες για τα ΜΟΠ για στήριξη του φτωχότερου «Νότου» στην ΕΟΚ, με προτάσεις για την Ομοσπονδιακή Ευρώπη στα πλαίσια της Διακυβερνητικής, με βαθιά αίσθηση της ανάγκης για συμμαχίες μέσα στους 15, με απόρριψη κειμένων που δεν είχαν σαφήνεια όπως το πρώτο κείμενο της συμφωνίας Ζιπέ – Μαγκάκη (1995), με ακούραστο πάθος για δουλειά, μελέτη, προετοιμασία, σκληρή διαπραγμάτευση.
Από τα πρώτα βήματα του ζητήματος των Σκοπίων (1992) υποστήριζε τη σύνθετη ονομασία. Στην κρίση του Κοσσόβου (1999) υπήρξε ένας εκ των οργανωτών αυτής της ευφυούς πολιτικής που κράτησες η Αθήνα στο σύνολο της κρίσης.
Στο κυπριακό (εκτός πολλών άλλων) πέρασε με τη δράση του στο Ευρωκοινοβούλιο (1996) ψήφισμα με εξαιρετικά σημαντικό πλαίσιο κινήσεων:
Ευρωπαϊκή διάσκεψη για το κυπριακό, ευρωπαϊκό σχέδιο λύσης του κυπριακού, ευρωπαίος συντονιστής για το κυπριακό κ.ά.
Το σημερινό βαθύτατο αδιέξοδο στο κυπριακό έχει τις «ρίζες» στο σκηνικό των προεδρικών εκλογών του 1998. Το ώριμο αίτημα των κυπρίων πολιτών για να βγουν από τον φαύλο κύκλο του παλαιοκομματισμού, το ώριμο αίτημα για ανανέωση και εκσυγχρονισμό του πολιτικού μας συστήματος, μπορούσε να εκπροσωπηθεί επάξια στο πρόσωπο του Γ. Κρανιδιώτη. Η ήττα του αιτήματος αυτού το 1998 σήμαινε την υπερίσχυση των δυνάμεων της ακινησίας, των δυνάμεων που έχουν ξεπεραστεί από την ευρωπαϊκή δυναμική, των οπαδών της ηρωικής περιχαράκωσης.
Είναι απολύτως ερμηνεύσιμο το πως εάν οι ηγέτες του παλαιοκομματισμού αισθανθούν κάποια «απειλή», αυτόματα (σχεδόν) συσπειρώνονται, συνεργάζονται, για να εμποδίζουν «κοινούς» εχθρούς. Τα χρώματα είναι απλώς το «όχημα» για να επιβάλουν τους προσωπικούς τους μηχανισμούς.
Το σκηνικό των προεδρικών εκλογών του 1998 είχε το όνομα του Γ. Κρανιδιώτη. Ο ίδιος θεωρούσε ως ιδανική λύση την υποστήριξη του από το ΑΚΕΛ και το Σ.Κ. ΕΔΕΚ. Αυτό θεωρούσε ο ίδιος ως βάση μιας εκλογικής νίκης.
Σε μια σειρά από πραγματικές διαβουλεύσεις το σκηνικό πήρε νέες μορφές. Το Σ.Κ. ΕΔΕΚ (1997) με μια προδήλως ατελέσφορη υποψηφιότητα του Β. Λυσσαρίδη, έκανε τελικά τη σημαντική στροφή προτείνοντας στο ΑΚΕΛ την υποψηφιότητα Γ. Κρανιδιώτη. Στην κρίσιμη αυτή στιγμή ο Δ. Χριστόφιας απέρριψε την πρόταση. Εύκολα πέρασε στη βάση του ΑΚΕΛ τη θεωρία ότι ο ίδιος (ο Γ.Κ.) δεν ενδιαφερόταν κτλ. Ο Δ. Χριστόφιας ήταν πλήρως ενήμερος για το ενδιαφέρον Γ. Κρανιδιώτη. και δεν συμφωνούσε με την υποστήριξη του ΑΚΕΛ σε ενδεχόμενη υποψηφιότητα Γ. Κρανιδιώτη.
Είναι ενδιαφέρον να υπογραμμισθεί πως σε έρευνα του 1997, δύο πρόσωπα νικούσαν τον Γ. Κληρίδη στις εκλογές του 1998. Ο Γ. Κρανιδιώτης και ο Τ. Παπαδόπουλος.
Ο Τ. Παπαδόπουλος δεν επελέγει εξ αιτίας των σημαντικών διαφορών που τον χώριζαν από το ΑΚΕΛ στο κυπριακό… Άρα μόνο ο Γ. Κρανιδιώτης μπορούσε. Τελικά επελέγει ο Γ. Ιακώβου.
Επειδή ο χρόνος δίνει ορισμένες εξηγήσεις για τις επιλογές του καθενός, είναι σημαντικό να υπογραμμισθεί ότι στο χώρο του ΑΚΕΛ δεν έχει αναπτυχθεί κάποια συζήτηση για τη διετία 1997-98. Ορισμένοι είναι ικανοποιημένοι για την «επιτυχημένη» ήττα του Γ. Ιακώβου, ενώ στην πραγματικότητα σ’ αυτή την περίοδο βρίσκεται η βάση των αδιεξόδων που και σήμερα αντιμετωπίζει η Κύπρος. Ένα χρόνο μετά (1999) οι δύο (Χριστόφιας – Κρανιδιώτης) είχαν μια ήρεμη και έντιμη διαφωνία γύρω από το σχέδιο Κρανιδιώτη για το κυπριακό στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στο Ελσίνκι (1999). Ο Γ.Γ. του ΑΚΕΛ κράτησε μέχρι τέλους τη διαφωνία του για τη στρατηγική Κρανιδιώτη για το Ελσίνκι (απρόσκοπτη ένταξη της Κύπρου, μη απειλές της Τουρκίας στο Αιγαίο ,σεβασμός στα ανθρώπινα δικαιώματα στο εσωτερικό της Τουρκίας) με αντάλλαγμα την ονομασία της Τουρκίας ως υποψήφιας για ένταξη στην ΕΕ. Ένα πλαίσιο που τελικά πέρασε από το Ελσίνκι με ομοφωνία στους 15 και πάνω σε αυτό ήρθε η νίκη της Κοπεγχάγης το 2002.
Είναι γενικά παραδεκτό πως οι κύπριοι πολίτες αναγνωρίζουν τη μεγάλη συνεισφορά του Γ.Κρανιδιώτη στην πρόοδο και την ανάπτυξη της Κύπρου μέσα στο ευρωπαϊκό πλαίσιο. Ο σεβασμός συνοδεύει αυτή την αναγνώριση. Αυτό είναι και το πιο παρήγορο στοιχείο απ’ όλα. Οι πολίτες αξιολογούν, κρίνουν, συγκρίνουν. Η πένα και η κρίση του ιστορικού αξιολογεί τον Γ. Κρανιδιώτη. Είναι εκείνος που με τη δράση του άλλαξε τους συσχετισμούς ώστε η Κύπρος να εντάξει το δικό της πεπρωμένο μέσα στην ΕΕ. Η 1 Μαίου 2004 φέρει τη δική του κορυφαία σφραγίδα.