GREXIT ANTE PORTAS;
Από το αθηναϊκό Βήμα (12-5-12) η περίληψη που ακολουθεί:
«Η πολιτική αναταραχή στην Ελλάδα εγείρει την πιθανότητα χρεοκοπίας και εξόδου από την ευρωζώνη», γράφει το BBC το οποίο θεωρεί «απίθανη» την περίπτωση να ευοδωθεί η προσπάθεια σχηματισμού κυβέρνησης εθνικής σωτηρίας από τον πρόεδρο Κ. Παπούλια. Εκτίμηση του βρετανικού καναλιού είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ωθεί τα πράγματα σε εκλογές επειδή οι δημοσκοπήσεις τον φέρνουν πλέον πρώτο κόμμα αν οι Ελληνες ξαναοδηγηθούν στις κάλπες. Παραθέτει επίσης γερμανικές εκτιμήσεις ότι τυχόν έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ θα έχει πολύ σοβαρότερες συνέπειες για την ίδια παρά για τα υπόλοιπα μέλη της ευρωζώνης.
Ο «Independent» διαπιστώνει ότι, ενώ η παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ «κρέμεται από μια κλωστή», οι έλληνες πολιτικοί «δεν καταφέρνουν να συμφωνήσουν σε μια κυβέρνηση συνασπισμού και η πιθανότερη έκβαση είναι νέες εκλογές». Σημειώνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το κόμμα που έχει τα περισσότερα να κερδίσει από μια νέα προσφυγή στις κάλπες επειδή «δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι μπορεί να οικοδομήσει πάνω στο 17% που έλαβε και να πάρει πάνω από το ένα τέταρτο των ψήφων».
Η βρετανική εφημερίδα τονίζει ότι την ώρα που οι διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης «τραβάνε επί μακρόν», μεγάλες τράπεζες συντάσσουν εκθέσεις για τους τρόπους με τους οποίους η ευρωζώνη θα μπορούσε να αντιμετωπίσει μια «Grexit».
Η γαλλική «Le Figaro» γράφει ότι «η Γερμανία είναι έτοιμη να κάνει μια κίνηση καλής θέλησης για την Ελλάδα». Αναφέρεται σε συνέντευξη του γερμανού υπουργού Οικονομίας Β. Σόιμπλε στην εφημερίδα «Welt am Sonntag» στην οποία υποστηρίζει ότι το Βερολίνο είναι πρόθυμο να εξετάσει πρόσθετα μέτρα για να ενισχύσει την ανάπτυξη στην Ελλάδα αν αυτή εφαρμόσει τα μέχρι σήμερα συμφωνηθέντα.
Ο «Figaro» εκτιμά ότι η Γερμανία αναγκάζεται να κάνει αυτή την υποχώρηση για να εξουδετερώσει τις κατηγορίες που εξαπολύονται εναντίον της ότι «η γερμανική επιμονή για λιτότητα επιδείνωσε την κρίση του ελληνικού χρέους».
Στα πιο πάνω σχόλια και εκτιμήσεις, βρίσκω την ανάλυση που έκανε στα ΝΕΑ, την ίδια μέρα, ο καθηγητής Σ. Τσακυράκης ως εξαιρετικά συνδυαστική και εύστοχη. Γράφει:
«Διεξήχθησαν οι πιο κρίσιμες ίσως εκλογές των τελευταίων 50 χρόνων εν μέσω μιας υπαρξιακής για τη χώρα μας κρίσης. Η ραδιοτηλεόραση τις αντιμετώπισε ως ευκαιρία για θέαμα, όπως άλλωστε παρουσίασε και την κρίση. Τα ίδια πρόσωπα, στην ίδια θέση, με το ίδιο ύφος, με τη γνωστή ποιότητα καλεσμένων επιδόθηκαν στις συνηθισμένες βραδινές θεατρικές παραστάσεις επιθεώρησης ή δράματος με μοναδικό σκοπό την τηλεθέαση και αποτέλεσμα την πλήρη σύγχυση. Μην απορείτε για τη μεγάλη αντίφαση να θέλει ο κόσμος Ευρώπη και όχι Μνημόνιο. Αυτό ακριβώς προπαγανδίζεται δύο χρόνια τώρα από τη ραδιοτηλεόραση. Μην απορείτε γιατί ο κόσμος είναι τυφλωμένος από οργή και αγανάκτηση. Συνεχώς ακούει για «κατοχή», για «δωσίλογους» και «τοκογλύφους». Μην παραξενεύεστε που ο κόσμος δεν υποψιάζεται την καταστροφή που επέρχεται. Συνεχώς ακούει για λύσεις τύπου Πούτιν ή Κινέζων, πετρελαίων στο Αιγαίο, αποζημιώσεις από τους Γερμανούς. Μην εξανίστασθε γιατί ακραία εθνικιστικά στοιχεία απέκτησαν ακροατήριο. Δεν ήταν ανάγκη να εμφανιστούν οι ίδιοι στη δημοσιότητα. Το περιεχόμενο του λόγου τους είχε καταστεί οικείο από στόματα άλλων.
Σε κάθε χώρα υπάρχουν εκπομπές σκουπίδια. Παντού υπάρχουν άνθρωποι που λένε τρελά πράγματα. Μόνο στην Ελλάδα, όμως, τα σκουπίδια εμφανίζονται ως ενημέρωση και ο παραλογισμός ως βασική κοινωνική ιδεολογία. Γενικά η ραδιοτηλεόραση έχει υποβαθμίσει τόσο πολύ τον δημόσιο διάλογο ώστε να αποτελεί σοβαρό εμπόδιο στη λειτουργία της δημοκρατίας…».
Ο καθηγητής Π. Ιωακειμίδης (περιοδικό «Μεταρρύθμιση», 13-5-12) αναλύοντας την πολυπλοκότητα του φαινομένου προτείνει εφικτές πολιτικές:
«Το μείζον ιστορικό ζητούμενο για την Ελλάδα τώρα, μετά τις εκλογές, είναι, αφού διασφαλίσει τη διακυβέρνησή της, να παραμείνει στην ευρωζώνη. Οποιαδήποτε άλλη επιλογή επιστρέφει τη χώρα σε τριτοκοσμικές καταστάσεις. Κατακτήσεις τριάντα και πλέον χρόνων κινδυνεύουν να τιναχθούν στον αέρα. Αυτό το δίλημμα δεν τέθηκε άμεσα και καθαρά στον ελληνικό λαό. Όλα τα κόμματα (με εξαίρεση το ΚΚΕ που είχε εντελώς άλλη προσέγγιση) συμπεριφέρθηκαν σαν να μπορούσαμε να παραμείνουμε στην ευρωζώνη και να αποδεσμευθούμε ολοσχερώς από τις υποχρεώσεις του Μνημονίου…σε συνάρτηση με ορισμένες ατυχείς δηλώσεις γερμανών αξιωματούχων («όλη η Ευρώπη ομιλεί γερμανικά τώρα»), η επιβολή της συγκεκριμένης οικονομικής πολιτικής οδήγησε αναπόφευκτα σε αυξανόμενες αντιδράσεις αλλά, κυρίως, στην όξυνση της αποξένωσης της Ένωσης από την ευρωπαϊκή κοινωνία, επιτείνοντας ακόμη περισσότερο την κρίση νομιμοποίησης…η εκλογή Ολάντ προσφέρει μια ευκαιρία για να διορθωθεί η κατάσταση και για να ανοίξει η διαδικασία αντιμετώπισης του ελληνικού προβλήματος σε άλλη βάση – περισσότερο ισόρροπης και συμμετρικής. Αρκεί η Ελλάδα να είναι εκεί. Και να διαπραγματευθεί. Και περιθώρια στην Ένωση για διαπραγμάτευση πάντοτε υπάρχουν ή δημιουργούνται…»