Η αλλαγή του ΕΔΑΔ
Το ΕΔΑΔ για δεκαετίες υπήρξε σημείο αναφοράς στην ε/κ πολιτική και νομική προσπάθεια απέναντι στην κατοχική δύναμη. Κορυφαίο παράδειγμα η περίπτωση της νομικής νίκης της Τ. Λοιζίδου και ύστατη επιτυχία εκείνη του Μ. Αποστολίδη κατά του ζεύγους των Όραμς. Αυτό το νομικό «κεκτημένο» των ε/κ που συνιστούσε το ΕΔΑΔ, το τελευταίο διάστημα δεν αποδίδει τα ίδια αποτελέσματα. Το ΕΔΑΔ στην τελευταία του απόφαση θεώρησε ότι τα δικαιώματα των παιδιών των προσφύγων που είχαν πάνω στην πατρογονική περιουσία τους γίνονται πιο αδύναμα. Κατά το ΕΔΑΔ, ο χρόνος, αλλοιώνει αυτά τα δικαιώματα και έκρινε ότι διαφοροποιεί το στοιχείο του νομικού ενδιαφέροντος υπέρ του σημερινού χρήστη. Πριν λίγο καιρό το ίδιο δικαστήριο έδωσε νομική υπόσταση στην «επιτροπή αποζημιώσεων» του ψευδοκράτους με δικαίωμα προσφυγής σε αυτήν το χρονικό διάστημα μέχρι τις 21 Δεκεμβρίου 2011.
Είναι ηλίου φαεινότερο ότι ορισμένα πράγματα προχωρούν αλλιώς σε σχέση με το ΕΔΑΔ και στην ε/κ κοινωνία ελάχιστα σχόλια ή αναλύσεις έχουν γίνει γύρω από το θέμα. Σχολιάζονται οι νομικές αποφάσεις αλλά όχι το σκεπτικό ή το κλίμα πίσω από τις αποφάσεις. Ασφαλώς δεν είναι εύκολο να βρει κανείς την πλήρη και βαθύτερη εξήγηση αυτής της στροφής αλλά τουλάχιστον να επιχειρηθεί κάτι που να δώσει πιθανές ερμηνείες. Στην δική μου εκτίμηση, οι τελευταίες αποφάσεις του ΕΔΑΔ αντανακλούν μια πραγματικότητα η οποία πλέον δεν είναι ευνοϊκή για την ε/κ πολιτική. Σοβαρά λάθη ανάλυσης για τις δυνατότητες του ΕΔΑΔ, μαζικές προσφυγές ε/κ και αδυναμία κατανόησης του πολιτικού περιβάλλοντος μέσα στο οποίο λειτουργεί το ΕΔΑΔ, προκάλεσαν ζημιά στην ε/κ υπόθεση. Οι χειρισμοί της ε/κ ηγεσίας στο κυπριακό τα τελευταία χρόνια, το συγκρουσιακό κλίμα που καλλιέργησε κατά πάντων σε συνδυασμό με τις μαζικές προσφυγές πιθανόν να έδωσαν την εντύπωση στους δικαστές ότι αναζητούμε «αντιπαράθεση» στις αίθουσες του δικαστηρίου και δεν δίνουμε την ίδια προτεραιότητα στις διακοινοτικές συνομιλίες για την οριστική πολιτική επίλυση του προβλήματος. Οι δικαστές δεν είναι μια ουδέτερη ή απόμακρη παρουσία. Γνωρίζουν την γενική πολιτική κατάσταση και αντιλαμβάνονται τάσεις ή διαθέσεις και γι’ αυτό -πιθανώς- να θέλησαν να αποδοκιμάσουν τον νομικισμό ως εργαλείο προώθησης ορισμένων πολιτικών επιδιώξεων.
Η ε/κ πλευρά αντί να αξιοποιήσει τις διακρατικές ή τις πιλοτικές αποφάσεις και να σταθεί στις στέρεες κατευθύνσεις που της έδιναν πλεονεκτήματα, επέλεξε έναν άλλο τρόπο, μάλλον «δικηγορίστικο», πράγμα που τελικά απεδείχθη ζημιογόνος. Το κλίμα άλλαξε. Χάθηκε με έργα ένα μέρος από το απόθεμα της εξωτερικής αλληλεγγύης και της νομικής υποστήριξης στα ε/κ δίκαια. Η ακρισία προκάλεσε οπισθοδρόμηση.