Η Ε.Ε και το κυπριακό

Η συζήτηση για το ρόλο της ΕΕ στην αναζήτηση λύσης στο κυπριακό έχει μεγάλη σημασία σε κάθε χρονικό στάδιο. Σήμερα έχει ακόμα μεγαλύτερη σημασία μετά την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ την 1η Μαίου 2004 και την απόκτηση από την Τουρκία χρονοδιαγράμματος για την έναρξη ενταξιακών συνομιλιών στις 3 Οκτωβρίου 2005. Μέσα στο πλαίσιο της ανάπτυξης αυτού του πολιτικού πλαισίου διατυπώθηκαν έγκαιρα πολύ σημαντικές ιδέες οι οποίες στον κατάλληλο χρόνο μπορούσαν να τύχουν της κατάλληλης αξιοποίησης. Οι προτάσεις αυτές ήταν ενταγμένες στην ευρωπαϊκή λογική και είχαν όλες τις προϋποθέσεις για να γίνουν η ευρωπα¨ϊκή πολιτική της Κύπρου. Οι προτάσεις αποσκοπούσαν επίσης στο να ενδυναμώσουν την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας της ΕΕ και να δώσουν ευρύτερο ρόλο στην Ευρωπαϊκή Ένωση ως παράγοντα σταθερότητας και ειρηνικής επίλυσης προβλημάτων στη Μεσόγειο και τη γύρω περιοχή. Πιο συγκεκριμένα:

Το 2001 υποστήριξα σε γραπτό κείμενό μου,

Α) το διορισμό ευρωπαίου συντονιστή για το κυπριακό

Β) τη συγκρότηση ευρωπαϊκής διάσκεψης για το κυπριακό και,

Γ) ευρωπαϊκό σχέδιο λύσης του κυπριακού.

Επίσης τον Σεπτέμβριο του 2000 με την ευθύνη του συγγραφέα του παρόντος άρθρου διαμορφώθηκε (έκδοση «Πλαίσιο Θέσεων Κύπρος-ΕΕ») μια δέσμη προτάσεων στη Λευκωσία με σημαντικές και εφικτές ιδέες που είχαν ως στόχο «να προσφέρουν.. .κίνητρα παρέμβασης της ΕΕ στην Κύπρο έξω από το παραδοσιακό μοντέλο αντιμετώπισης του κυπριακού..».

Στο κείμενο αυτό καταγράφεται μια ρεαλιστική δέσμη προτάσεων/ πρωτοβουλιών ώστε η ΕΕ να γίνει με συγκεκριμένα βήματα ο καταλύτης της λύσης. Μερικές από τις βασικές εισηγήσεις ήταν:

Α) η ανάπτυξη δραστηριότητας από μέρους του Υπάτου Εκπροσώπου της ΚΕΠΠΑ και,

Α) ο σχεδιασμός μιας ευρωπαϊκή ειρηνευτικής αποστολής τύπου Petersberg με έμφαση στο σκέλος που αφορά τις αστυνομικές δυνάμεις ως εγγυητές εφαρμογής της λύσης».

Το 2001 διατύπωσα, επίσης, την εισήγηση ότι η Λευκωσία θα μπορούσε να προτείνει στην ΕΕ τον ορισμό μιας σημαντικής προσωπικότητας από τον ευρωπαϊκό χώρο με ευθύνη και αποστολή να φέρει σε επαφή τις ευρωπαϊκές αξίες με όψεις της τ/κ κοινωνίας (συνδικαλιστικές ενώσεις, σωματεία, οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών).

Οι πιο πάνω εισηγήσεις βήμα-βήμα αλλά και ως σύνολο συνιστούσαν βασικές προϋποθέσεις για την ενεργοποίηση της ΕΕ ως του καταλύτη για την επίλυση του κυπριακού. Διατυπώθηκαν στον κατάλληλο χρόνο, συνεπώς μπορούσαν να είναι ευρωπαϊκές δημιουργικές παρεμβάσεις στα μεγάλα διλήμματα της Κύπρου και οι σύγχρονες απαντήσεις στις ιστορικές αγωνίες των ε/κ.

Είναι και σήμερα εφικτή μια καλά επεξεργασμένη πρόταση της Λευκωσίας που θα ολοκληρώνεται με εισήγηση για κοινή πρωτοβουλία επίλυσης του κυπριακού από την ΕΕ και τον ΟΗΕ. Είναι σημαντικό ότι ο πρόεδρος του Κ.Σ. ΕΔΕΚ Γ.Ομήρου ζήτησε «να αναληφθούν πρωτοβουλίες για διορισμό αναβαθμισμένου επιπέδου εκπροσώπου της ΕΕ για το Κυπριακό» (14/1/2007). Μπορεί να αναπτυχθούς και άλλες εισηγήσεις από άλλες πολιτικές δυνάμεις. Αυτές οι εισηγήσεις πρέπει να τύχουν αξιολόγησης, ιεράρχισης, και πολιτικού σχεδιασμού στο πιο υψηλό επίπεδο στη Λευκωσία. Από εκεί και πέρα χρειάζεται σκληρή και συνεπής δουλειά, αξιόπιστη διαβούλευση με τη θεσμική ΕΕ και τα πρόσωπα που αποτελούν τη σημερινή της ηγεσία με στόχο τη δημιουργία του πιο κατάλληλου πλασίου για να εκφραστεί η κοινοτική αλληλεγγύη γύρω από τις κυπριακές επιδιώξεις.

Το έργο δεν προκύπτει από κάποιο αυτόματο πιλότο. Είναι έργο δύσκολο, επίπονο, χρειάζεται σκληρή και λεπτομερής δουλειά για να ετοιμαστεί, θέλει συνεπή στήριξη από την Αθήνα, συντονισμό ανάμεσα στην κυπριακή κυβέρνηση και τα κόμματα. Είναι όμως έργο που πρέπει να προωθηθεί με σταθερούς ρυθμούς. Η λύση στο κυπριακό ή θα είναι με την σφραγίδα της ΕΕ ή αλλιώς το αδιέξοδο θα συνεχίσει την κυριαρχία του. Οι ε/κ εμπιστεύονται το πολιτικό πλαίσιο της ΕΕ. Το θεσμικό πλαίσιο της ΕΕ είναι υψηλά στις εκτιμήσεις των κυπρίων, είναι ο μόνος «παίκτης» στο διεθνές σύστημα που είναι σε θέση να δώσει αξιόπιστη σφραγίδα σε μια λύση.