Η εγκύκλιος της καθαρότητας
Λάρκος Λάρκου
Μια σύγκριση ανάμεσα σε ομιλίες θρησκευτικών ηγετών για το Πάσχα (λ.χ. Πάπας Φραγκίσκος, Πατριάρχης Κ/πολης) δείχνει πως ο πιο περιοριστικός/διχαστικός λόγος ανήκει στον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου Γεώργιο. Δεν είναι μόνο οι λέξεις, είναι το γενικό πνεύμα της εγκυκλίου του. Εμφορείται από μεσσιανικές αντιλήψεις («συστράτευση που θα εγγυάται την εθνική επιβίωση στην γη των προγόνων, εν ονόματι του κινδύνου του εκτουρκισμού της Κύπρου») και σε ρόλο εθνικού καθοδηγητή («οι συνεχείς υποχωρήσεις δεν εξευμενίζουν τον κατακτητή, ούτε και τον οδηγούν σε συμβιβασμό»).
Ο Αρχιεπίσκοπος απορρίπτει τις κατευθύνσεις που όλοι οι Ε/Κ ηγέτες υιοθέτησαν από το 1977 για λύση στο κυπριακό. Υιοθετεί μια συνθηματολογία που μόνο ζημιά προκαλεί στις προσπάθειες που καταβάλλονται μπας και το κάρο των συνομιλιών αποκτήσει κάποια κινητικότητα. Ερωτά: «Ποιος και με ποια κριτήρια θα αρνηθεί, στον 21ο αιώνα, το δικαίωμα περιουσίας, ελεύθερης διακίνησης και εγκατάστασης κάποιου στην ίδιά του τη χώρα, όταν αυτό το δικαίωμα κατοχυρώνεται για όλη την Ευρώπη;». Η απάντηση στο ερώτημά του είναι γνωστή και, βέβαια, αν ρωτούσε χωρίς προκαταλείψεις, θα την έβρισκε: οι θεμελειώδεις ελευθερίες είναι μέσα στις συγκλίσεις που έχουν επιτευχθεί. Γι’ αυτό και οι έχοντες την σφραγίδα (ΟΗΕ-ΕΕ) το επιβεβαίωσαν το 2004, το 2010, όσο και το 2017. Προσθέτω και την συμφωνία της 8ης Ιουλίου 2006 (Παπαδόπουλος-Ταλάτ), τη διακήρυξη Αναστασιάδη- Έρογλου της 11ης Φεβρουαρίου 2014 και την κοινή δήλωση Γκουτέρες-Αναστασιάδη-Ακιντζί στις 25 Νοεμβρίου 2019. Ο Αρχιεπίσκοπος είναι αντίθετος με τα πιο πάνω.
Εάν ο Αρχιεπίσκοπος μιλά «εν ονόματι των προγόνων μας και της υπερτρισχιλιετούς Ιστορίας μας», η Κυπριακή ιστορία θα μπορούσε να του αντειπεί πως διαθέτει αξίες και παραδείγματα αντίθετα από όσα επικαλείται στην εγκύκλιό του. Όπως το Ιερό του Απόλλωνα Υλάτη. Όπως οι 2.000 άοπλοι στρατιώτες της Αγίας Ειρήνης με ασσυριακού τύπου κώνους. Όπως ο Ονήσιλος και ο Γόργος. Η Ελληνοκυπριακή ταυτότητα απέκτησε μέσα στους αιώνες «συγκάτοικες» ταυτότητες σε ολόκληρο το νησί- Τουρκοκύπριοι, Αρμένιοι, Μαρωνίτες, Λατίνοι και μικρότερες κοινότητες που αφομοιώθηκαν μέσα στο χρόνο, Φράγκοι/Τζιερκέζοι. Η «υπερτρισχιλιετής» ιστορία της νήσου δεν υπήρξε μια και απαράλλαχτη επειδή το γράφουν (αιώνες μετά) τα σχολικά βιβλία μας. Μια απλή ματιά στον απίστευτο πλούτο της κυπριακής διαλέχτου μιλά από μόνη της. Οι Κύπριοι στην ολική Κύπρο δεν άκουγαν κανένα «αρχιεπίσκοπο» της γλωσσολογίας. Έδιναν λέξεις, δανείζονταν λέξεις, έφτιαχναν νέες και δεν ρωτούσαν κανένα ιδιοκτήτη της καθαρότητας της Αρκαδοκυπριακής. Αυτό το μίγμα είναι κομμάτι της εξέλιξής μας, όλα μαζί και ξεχωριστά διαμόρφωσαν την ιστορική μας πορεία
Έχει βέβαια δίκαιο ο Αρχιεπίσκοπος όταν μιλά για εξελίξεις που «επιτείνουν την αγωνία του λαού μας». Η δική του αντίληψη είναι μία από αυτές. Ο διάλογος, η επικοινωνία, η ανταλλαγή απόψεων ανάμεσα στις κυπριακές θρησκευτικές κοινότητες τού είναι κάτι ξένο. Δεν διάβασε τον Αλβανίας Αναστάσιο, δεν βλέπει τον Πάπα Φραγκίσκο, άρα πώς να μιλήσει για τον κυπριακό διαθρησκευτικό διάλογο όταν, ακόμα και γι’ αυτόν, μεσολαβεί η Σουηδική Πρεσβεία;
Η κατάσταση είναι, έτσι ή αλλιώς, δύσκολη. Η εκδοχή των πραγμάτων που συνδέεται με ανορθολογικές προσεγγίσεις, συμβάλλει στην αδυναμία επεξεργασίας σύνθετων λύσεων πάνω σε πραγματικά ζητήματα της σύγχρονης εποχής. Η απόσταση που μας χωρίζει από τον επιθυμητό κόσμο, δεν θα προκύψει από την πίστη σε ανεδαφικές ρητορίες, αλλά μέσα από την επίπονη, την ορθολογική και ρεαλιστική ανάγνωση των όσων μας περιβάλλουν και έτσι στην επεξεργασίας μιας πολιτικής που ενδιαφέρεται να λύσει σύνθετα προβλήματα στηριγμένη στην έλλογη ερμηνεία τους. Η απόλυτη στασιμότητα στο κυπριακό, σχεδόν έξι χρόνια από το Κραν Μοντάνα, δεν λέει τίποτε στον Αρχιεπίσκοπο. Εκφωνεί λόγους ως να είμαστε στην πρώτη γραμμή της ειρηνευτικής διαδικασίας. Ωστόσο, η άγονη παρελθοντολογία μαζί με την αυθαίρετη ερμηνεία της ιστορίας, συνδέονται με την σημερινή σύγχυση, όπως την διαβάζουμε στην εγκύκλιο του Αρχιεπισκόπου. Η κριτική ανάλυση, η εξήγηση με βάση τις πηγές είναι η απάντηση, συνιστά το αναγκαίο εργαλείο στην υπόθεση της προόδου.