Η Κολομβία στη μάχη των ιδεών
Η Κολομβία γυρίζει σελίδα. Στις 24 Αυγούστου η κυβέρνηση της χώρας και η ηγεσία του ανταρτικού κινήματος FARC συμφώνησαν στον τερματισμό της ένοπλης διαμάχης και στην υπογραφή συμφωνίας ειρήνευσης. Το FARC, όπως και άλλα μαρξιστικά κινήματα στη Λ. Αμερική, ακολούθησαν το δρόμο της ένοπλης διαμαρτυρίας για την κοινωνική αδικία στην Ήπειρό τους. Οι εποχές άλλαξαν. Διάφορα κινήματα έχουν διαβάσει σωστά το νέο διεθνές περιβάλλον και αλλάζουν την πολιτική τους, προσαρμόζονται στη νέα εποχή. Το Ρόιτερς στις 25 Αυγούστου δίνει βασικές λεπτομέρειες για την ένοπλη μάχη:
«Περισσότεροι από 220.000 πολίτες σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης, δεκάδες χιλιάδες εξαφανίστηκαν και εκατομμύρια άνθρωποι εγκατέλειψαν τις εστίες τους λόγω της βίας… η ένοπλη δράση του FARC ξεκίνησε το 1964 ενάντια στις οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες, ενώ η οργάνωση έφτασε να απαριθμεί 17.000 μαχητές στα τέλη της δεκαετίας του `90, έχοντας υπό τον έλεγχο της μεγάλα τμήματα της χώρας. Χρηματοδοτούσε τη δράση της από το εμπόριο κοκαΐνης και τα λύτρα απαγωγών».
Το ίδιο πρακτορείο μας ενημερώνει για τους όρους της συμφωνίας: «οι αντάρτες του FARC θα έχουν εκπροσώπηση στο Κογκρέσο χωρίς δικαίωμα ψήφου μέχρι το 2018 και θα μπορούν να συμμετέχουν στις εκλογές. Μετά το 2018, οι 7.000 πρώην αντάρτες θα πρέπει να κερδίσουν τη λαϊκή ψήφο, όπως κάθε άλλο πολιτικό κόμμα».
Οι κύριοι παίκτες στην επίτευξη της συμφωνίας ήταν οι ίδιοι οι κολομβιανοί- η κυβέρνηση Σάντος και η ηγεσία του FARC. Μεσολαβητής ήταν η κυβέρνηση της Κούβας η οποία φιλοξένησε στην Αβάνα τους διαπραγματευτές για τέσσερα χρόνια, συνεπώς ειδικός έπαινος για τoν επιτυχημένο επίλογο ανήκει στον πρόεδρο της Κούβας Ρ. Κάστρο.
Μιλούν οι πρωταγωνιστές αμέσως μετά την υπογραφή της συμφωνίας.
Ο Πρόεδρος Χουάν Μανουέλ Σάντος λέει: «Σήμερα μπορώ να πω από τα βάθη της ψυχής μου ότι εκπλήρωσα την αποστολή που μου αναθέσατε. Ποτέ πριν οι πολίτες μας δεν κρατούσαν στα χέρια τους το κλειδί για το μέλλον τους».
Ο διαπραγματευτής του FARC Ιβάν Μαρκές σημειώνει: «Κερδίσαμε την ομορφότερη από όλες τις μάχες. Η ένοπλη σύρραξη τελείωσε, τώρα αρχίζει η μάχη των ιδεών».
Το κείμενο της συμφωνίας θα τεθεί σε δημοψήφισμα στις 2 Οκτωβρίου 2016. Το ερώτημα ασφαλώς είναι η έγκριση ή η απόρριψη της συμφωνίας της 24ης Αυγούστου. Ήδη οι αντίπαλες απόψεις έχουν διαμορφωθεί. Από τη μια είναι η θέση του προέδρου Σάντος που οδηγεί στην έγκρισή της και από την άλλη η αντιπολίτευση που την απορρίπτει ζητώντας συνέχιση της σημερινής κατάστασης η οποία θα οδηγεί σε στρατιωτική νίκη των κυβερνητικών δυνάμεων επί του FARC.
Η είδηση βρίσκεται στη στάση της κεντροδεξιάς αξιωματικής αντιπολίτευσης («Δημοκρατικό Κέντρο») υπό την ηγεσία του Αλβάρο Ουρίμπε, πρώην προέδρου της χώρας. Σύμφωνα με το «Ρόιτερς» στις 3 Αυγούστου ο Α. Ουρίμπε «θεωρώντας ότι η κυβέρνηση έκανε «υπερβολικές παραχωρήσεις», απαιτεί οι αντάρτες να «πάνε φυλακή για τα εγκλήματα που διέπραξαν κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων. Μπορούμε μόνο να πούμε ναι στην ειρήνη, ψηφίζοντας όχι στο δημοψήφισμα».
Η διεθνής σκηνή διαθέτει κοινά χαρακτηριστικά, πολλά στοιχεία της πολιτικής διαπάλης διαθέτουν κοινές διαστάσεις και συμπεριφορές. Ο αναγκαίος συμβιβασμός στα κολομβιανά χαρακτηριστικά, βρίσκει τις δυνάμεις της κοινής λογικής και του παράλογου να αντιπαρατίθενται. Ο Ουρίμπε θέτει όρους που, εκ των πραγμάτων, οδηγούν στη διαιώνιση της αιματοχυσίας, στη συνέχιση μιας παράλογης κατάστασης. Πώς όμως οδηγείς στα πράγματα στην ειρήνευση; Με την παράδοση και τη φυλάκιση όσων ακολουθούν τη γραμμή του ή με τον τρόπο που ενέκρινε ο πρόεδρος Σάντος; Υπάρχει περίπτωση οι δυνάμεις του FARC να παραδώσουν τα όπλα τους, εάν είναι να οδηγηθούν στις φυλακές; Συνεπώς το τρόπος που συμφωνήθηκε στην Αβάνα είναι ο καλύτερος δυνατός, και ως εκ τούτου, αξίζει ένας ειδικός σχολιασμός για τους βασικούς πρωταγωνιστές του.
Ο πρόεδρος Σάντος επενεκλέγηκε πρόεδρος της Κολομβίας το 2014 με βασική προεκλογική υπόσχεση την επιστροφή της χώρας του στην κανονικότητα, στην ειρήνευση, στην ανάπτυξη μέσα σε δημοκρατικές συνθήκες. Αυτό το πέτυχε στις 24 Αυγούστου 2016 γιατί είχε το θάρρος να παλαίψει για την αλλαγή και γιατί και το FARC αντέδρασε σωστά, πέτυχε κάποιους όρους του και έτσι «τώρα αρχίζει η μάχη των ιδεών». Το κίνημα FARC έδειξε αποφασιστικότητα σε μια πολιτική εξέλιξη που ισούται με πλήρη αλλαγή στρατηγικής. Αυτή η Κολομβία γεννά ελπίδες, στέλλει το μήνυμα ότι όταν ώριμες κοινωνίες και ώριμες συνθήκες θέλουν την αλλαγή, οι πλειοψηφίες στηρίζουν την πολιτική που βασίζεται στους βιώσιμους συμβιβασμούς, στην κοινή λογική, στην ανάπτυξη που θα βασίζεται στο σεβασμό σε αμοιβαία αποδεκτούς κανόνες.