Η κρίση του πολιτειακού κράτους

 Πολλά πράγματα στην πατρίδα μας δεν λειτουργούν όπως θα ήθελαν οι πολίτες της. Τα νοσοκομεία, οι συγκοινωνίες, το οδικό δίκτυο, ο πολεοδομικός σχεδιασμός, τα σχολεία, η δημόσια διοίκηση δείχνουν μια ισχυρή αδυναμία να προσαρμοστούν τις δίκαιες απαιτήσεις των πολιτών για εύρυθμη λειτουργία.

            Μα παραδοσιακή προσέγγιση της πολιτικής θέλει το κράτος – προστάτη να παίζει ένα άλλο ρόλο. Στόχος αυτού του ρόλου είναι η πελατειακή νοοτροπία, η νομή της εξουσίας. Είναι μια συνήθης πρακτική: να νικήσουμε στις εκλογές ώστε το κράτος να μοιράσει δώρα στους «δικούς μας», στους «αδικημένους», στα «δικά μας παιδιά» που αδικήθηκαν από τους προηγούμενους ή μπορεί να αδικηθούν από τους επόμενους. Αυτή η παθολογία του πολιτικού μας συστήματος πάει πολύ πίσω, ήδη από τη δεκαετία του ’60.

            Ο ρόλος του «ενδιάμεσου» είναι πασίγνωστος. Ανάμεσα στο πρόβλημα και τον πολίτη παρεμβαίνει ο «ενδιάμεσος» – πολιτευτής, βουλευτής, παράγοντας. Τα νοσοκομεία δεν λειτουργούν όπως θα έπρεπε. Ο παράγοντας θα «βοηθήσει». Η προαγωγή δεν υπόκειται σε θεσμική εξέλιξη. Ο παράγοντας θα «σπρώξει». Οι διορισμοί θα γίνουν δια τρία ή τέσσερα. Οι λίστες θα υποβληθούν.

            Για δεκαετίες οι εναλλαγές στο ρουσφέτι είναι πασίγνωστες. Συχνά οι εξυπηρετήσεις αλλάζουν χρώματα, ενώ το ουσιώδες είναι να τις μειώσουμε, να βοηθήσουμε να πάνε προς σταδιακή αποδυνάμωση τους. Η μείωση του είναι θέμα που συνδέεται με την πολιτική θέληση του πολιτικού μας συστήματος να πάει μπροστά. Με διοικητικές πράξεις και ρυθμίσεις να αφαιρείται / ακυρώνεται/ αμφισβητείται ο ρόλος του «ενδιάμεσου» να παρεμβαίνει στην επιδίωξη ατομικών λύσεων.

            Στη δική μου γνώμη η νομοθεσία του 2000 για «ποινικοποίηση» του ρουσφετιού είναι αδιέξοδη, δεν συνιστά θεσμική λύση παρόλο που τότε προβλήθηκε σαν μια βαρύγδουπη εξέλιξη που θα «έκοβε» με το μαχαίρι τη ρουσφετολογία. Το νομοθέτημα αυτό, όπως και τότε υποστήριξα, και όπως η εμπειρία των τελευταίων ετών αποδεικνύει, δεν είναι μια πρόοδος στο πολιτικό μας σύστημα.

            Η ένταξη μας στην Ε.Ε. σημαίνει πιο ανταγωνιστικό περιβάλλον, κατάργηση του προστατευτισμού, νέες δράσεις σε μια ιδιαιτέρως απαιτητική «οικογένεια». Εάν εσύ μένεις πίσω, εάν δίνεις τον «αγώνα» σου για να κυριαρχούν οι πελατειακές σχέσεις, αυτό δεν σημαίνει βήματα σημειωτόν. Σημαίνει  με έργα οπισθοδρόμηση γιατί άλλοι  εταίροι τρέχουν με άλλους ρυθμούς, είναι πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

            Το προοδευτικό άτομο, οι προοδευτικές δυνάμεις οφείλουν να προωθούν ένα νέο μήνυμα ελπίδας ότι η κοινωνία μας δεν μπορεί επ άπειρον να κολυμπά στον φαύλο κύκλο της υποκρισίας. Σημαντικό είναι τι πράττει ένας πολιτικός οργανισμός / φορέας / άτομα, και όχι το τι ανακοινώνει ως πρόθεση του. Η ηθική διάσταση του πολιτικού αγώνα είναι αλληλένδετη με τους στόχους που θέτει το άτομο / το κόμμα / η κοινωνία ως μεγάλες επιδιώξεις τους. Η δημόσια συζήτηση για το πελατειακό κράτος πρέπει να έχει μια κοινή στόχευση. Το μετασχηματισμό του κύκλου από κιμωλία (πελατειακό δίκτυο) μέσα από την πολιτική αμφισβήτηση που να συνοδεύεται από μια νέα ηθική νομιμοποίηση του αγώνα για  μια ανώτερη πολιτική λειτουργία.

            Η σημερινή συζήτηση είναι χρήσιμη εάν έχει κατευθυντήριες αρχές, με κύρια την απαλλαγή από την ιδεοληψία  ότι το πρόβλημα είναι το ποιο χρώμα στο ρουσφέτι είναι προτιμότερο. Εάν σε περασμένη δεκαετία το πρόβλημα οδηγούσε σε στασιμότητα, σήμερα στο χρόνο Ε.Ε., είναι μια αντιδραστική πρακτική, που εμποδίζει την Κύπρο να αξιοποιήσει το ταλέντο και τις δεξιότητες των δικών της παιδιών – όχι των μικροκομματικών χρωματισμών της.