Η Κύπρος προς τον 21ο αιώνα-Στρατηγική επιβίωσης
Η ανανέωση του Πολιτικού βίου στην Κύπρο
Το πρόβλημα και η προβληματική της ανανέωσης του πολιτικού βίου στην Κύπρο, είναι ενότητα ιδιαίτερα πολύπλοκη. Η θεωρία, η ανάλυση, οι συγκρούσεις γύρω από τα κόμματα παραμένουν απελπιστικά φτωχές.
Η σύγχρονη Κύπρος παράγει άλλα πράγματα, αλλά στις πολιτικές ιδέες διατηρεί μια πολύχρονη στασιμότητα, ώστε για δεκαετίες να αλλάζει ανεπαίσθητα όταν ο άλλος κόσμος γίνεται κυριολεκτικά άνω – κάτω. Διάλογος για την ανανέωση πρώτα απ’ όλα σημαίνει διάλογος για το περιεχόμενο της. Τι ακριβώς προσδιορίζεται ως «ανανέωση», τι ως συντήρηση, ποια στοιχεία οδηγούν στον εκσυγχρονισμό του πολιτικού μας συστήματος. Η ιστορική σύγκρουση ανάμεσα στη δεξιά και την αριστερά, είναι τα αυτόματα στοιχεία που προσδιορίζουν το νομοτελειακά συντηρητικό ή το δεδομένα προοδευτικό;
Βασική αρχή πάνω στην οποία οικοδομήθηκε το κομματικό κράτος στην Κύπρο, είναι το κόμμα – Θεός. Το κόμμα που τα ξέρει όλα, που για όλα φροντίζει, που το μέλος εντάσσεται για να ικανοποιήσει ιδεολογικές, κοινωνικές, ή και «εκπαιδευτικές» του επιλογές. Να έχει «ασφάλεια» σε δύσκολες στιγμές. Ωστόσο, στην Ευρωπαϊκή εμπειρία οι εποχές για τα κόμματα – πρωτοπορίες, εκείνα που θεωρούν τον εαυτό τους ως τον μόνο σοφό καθοδηγητή του λαού, έχουν μπει στο περιθώριο της ιστορίας. Δεν συγκινούν πια!
Στην Κύπρο οι αναζητήσεις για ένα διαφορετικό ρόλο του κόμματος στη δημόσια ζωή βρίσκονται πολύ πίσω από τις ανάγκες της ιστορικής συγκυρίας. «Τα κόμματα δεν έχουν την ευθύνη για την ευτυχία των ανθρώπων», υποστηρίζει ο Μισέλ Ροκάρ, αλλά εδώ ορισμένα κόμματα απλώς συσκοτίζουν ότι ακριβώς έπρεπε να φωτίζουν, να παραδέχονται, και να συζητούν – τουλάχιστον.
Ο πρόεδρος του ΔΗΣΥ Γιαννάκης Μάτσης, ανασκοπώντας το 1994 την 1 Ιανουαρίου ’95 στην εφημερίδα το ΒΗΜΑ δήλωσε και τα εξής:
«Στη δημόσια υπηρεσία οι διακηρύξεις του Δημοκρατικού Συναγερμού για διαφάνεια και αξιοκρατία άρχισαν να εφαρμόζονται με συνέπεια και συνέχεια. Παρά τους αντιπολιτευτικούς ισχυρισμούς και ενάντια σε συνήθειες και πρακτικές ολόκληρων δεκαετιών στους διορισμούς, τις προαγωγές και τις μεταθέσεις, έγιναν σοβαρά βήματα για την εφαρμογή αντικειμενικών κριτηρίων με στόχο την επιλογή εκείνων που είναι μια πραγματικά οι αξιότεροι». Με την μεταφυσική ανάλυση Μάτση, γίνεται πραγματική εισαγωγή σε βασικές όψεις του παραδοσιακού πολιτικού μας λόγου, σε κύριες όψεις της αγκύλωσης των ιδεών στη νέα Κύπρο.
Τα πρότυπα εξουσίας που πέρασαν από την έτσι κι αλλιώς, σύντομη κυπριακή ιστορία, αφορούσαν την στρατηγική κατάκτηση του κράτους από το κάθε φορά φιλοκυβερνητικό κόμμα, τη συντήρηση των πελατειακών σχέσεων των βουλευτών, την ευκαιριακή διανομή παροχών, τη διατήρηση σε τελευταία ανάλυση της ίδιας πολιτικής νοοτροπίας η οποία οδήγησε στην κρίση της πολιτικής και τους πολίτες στην απογοήτευση, στην αναχώρηση, στην ιδιώτευση.
Έτσι, το κράτος που ήταν μέχρι πρόσφατα η παχιά αγελάδα για διεκδικήσεις, δεν μπορεί να ανταποκριθεί ούτε καν στις στοιχειώδεις απαιτήσεις των φιλοκυβερνητικών κομμάτων ΔΗΣΥ και ΔΗΚΟ. Οι πολυάριθμες ομάδες εντός τους, βρίσκονται σε αμηχανία γι’ αυτό και ζητούν απεγνωσμένα περισσότερο «συντονισμό» για να μπορέσουν να ρυθμίσουν καλύτερα τις εκκρεμότητες των διαμεσολαβήσεων, να ρυθμίσουν τις πελατειακές πιέσεις.
Βασική επίσης συνιστώσα στην όλη παραδοσιακή πολιτική μας κουλτούρα είναι η εκπληκτική σε έκταση και μοναδική σε ένταση ταύτιση του κόμματος – Θεού, με το μαζικό κίνημα. Πλήθος από δεδομένες πρακτικές επισημοποιούν ότι η λενινιστική αρχή της ταύτισης κόμματος – συνδικάτου, βρίσκει πλήρη απήχηση τόσο στην παραδοσιακή αριστερά, όσο και στην παραδοσιακή δεξιά! Τα ενδιάμεσα κόμματα δεν αναζητούν τίποτα άλλο παρά να γίνουν αυτόματοι μιμητές του ίδιου προτύπου. Η ένταση, λόγω ιστορικών συνθηκών και διεθνών διδαγμάτων, πήρε στην Κύπρο ανάποδες μορφές: τον κομματικό συνδικαλισμό, ενίσχυσε ο διχασμός των δεξιών και αριστερών καφενείων, ο διπολισμός στο ποδόσφαιρο και τον αθλητισμό γενικότερα, ο διχασμός ακόμα και σε απλές όψεις της ανθρώπινης ψυχαγωγίας (κρασιά, μπύρες), στα πνευματικά σωματεία, τους μικρούς δηλαδή εμφυλίους.
Αυτός ο φοβερός διπολισμός έχει πρώτη ευθύνη για το μέγιστο έλλειμμα στη διακίνηση ιδεών, τα εμπόδια στην ανοικτή σύγκρουση των ιδεών. Στην καχυποψία και τον αμοιβαίο αποκλεισμό, αφού το σύστημα στηρίζεται πάνω στη λογική του διαχωρισμού σε εχθρούς και φίλους, σε δικούς μας και ξένους. Αυτή η μοναδική διαπλοκή σε κοινωνικές πολώσεις, οδήγησε σταδιακά – και ανάλογα με τις πολιτικές εξελίξεις – σε «πολιτικό διχασμό», αφού ο εμφύλιος της καθημερινής ζωής υπακούει στο γενικό πλαίσιο «κοινωνίες μέσα στην κοινωνία, κάθετες πολώσεις για να υπάρχουν διαρκώς παράλληλες πολιτικές διαδρομές». Αυτό το σκηνικό εξηγεί σε κάποιο βαθμό σε στασιμότητα του πολιτικού μας εκκρεμούς, την άρνηση σε εύκολες μετακινήσεις ψηφοφόρων, το κλειστό σχετικά, εκλογικό παιχνίδι. Κατά μια άλλη σπάνια ιστορική συγκυρία, τα κόμματα του ενδιάμεσου χώρου γλίστρησαν με χαρακτηριστική άνεση στη δομή του αρχηγικού κόμματος, όπου τα πλαίσια δράσης υπακούουν συστηματικά στις επιλογές του μοναδικού – αρχηγικού λόγου, και όπου οι αμφισβητήσεις συχνά οδηγούν τους φορείς τους και σε μοναχικές διαδρομές. Τα τελευταία χρόνια η πίεση του διεθνούς περιβάλλοντος με την ολοένα και πιο έντονη ενσωμάτωση της Κύπρου στον αυξανόμενο παγκόσμιο ανταγωνισμό – και ειδικά με την Ευρωπαϊκή Ένωση – απαιτούν μια διαφορετική διαχείριση της πολιτικής και μια καινούργια πρόταση εξουσίας.
Πρακτικές που λένε διαρκώς «ναι» σε κάθε ομάδα ή συντεχνία που διεκδικεί μόνο το δικό της μερίδιο στην ήδη διαμορφωθείσα ανισομερή κατανομή του εθνικού πλούτου, οδηγούν στη στασιμότητα, είτε με δεξιά, είτε με σοσιαλιστική ρητορεία.
Η αυταπάτη πρέπει να πάρει ένα τέλος: δεν μπορεί ένα κόμμα με το να συλλέγει αιτήματα διαμαρτυρίας διαφόρων κοινωνικών ομάδων, να πιστεύει ότι έτσι συμβάλλει και σε λύσεις των προβλημάτων. Η αυταπάτη πρέπει να πάρει ένα τέλος: στόχος μιας εκσυγχρονιστικής πολιτικής δεν πρέπει να είναι νοοτροπίες του τύπου «να φύγουν αυτοί, για να μπούμε εμείς στις εξυπηρετήσεις, τώρα ήρθε η ώρα για τα δικά μας παιδιά, να μοιράσουμε τα λάφυρα μιας νίκης στους «αδικημένους» που είναι στη δική μας παράταξη».
Αυτές οι νοοτροπίες οδήγησαν στον φαύλο κύκλο των πελατειακών σχέσεων, στη διατήρηση ενός πολιτικού ήθους με αδιέξοδες ρητορείες και τυφλές πρακτικές.
Η μεταφορά ενός άλυτου ακόμα ζητήματος σε απλά γεωγραφικά κριτήρια, επίσης δεν συμβάλλει σε θετικές, σταθερές, επεξεργασμένες λύσεις.
Το ζήτημα της πολιτικής των συμμαχιών είναι εκ των πραγμάτων μεγίστης σημασίας ζήτημα. Η συνεργασία ΔΗΣΥ – ΔΗΚΟ, αλλά και παλαιότερες στιγμές του κομματικού μας σκηνικού βεβαιώνουν ότι στα σοβαρά γελοιοποιήθηκε στη νήσο των αγίων η πολιτική των συμμαχιών. Συμμαχία σημαίνει πλαίσιο συμφωνημένων κινήσεων, πλαίσιο κυβερνητικής πυξίδας, πλαίσιο και διαφωνιών στα όσα χωρίζουν τα συνεργαζόμενα κόμματα.
Ωστόσο, ψήγματα από τα όσα παρακολουθούμε σήμερα στο κομματικό μας μωσαϊκό, έχουν την εξήγηση τους στον κόσμο της προχειρότητας, της δημαγωγίας, της νομής της εξουσίας. Συζητάμε, για ένα διαφορετικό κόμμα, για προτάσεις για διαφορετικό περιεχόμενο στην πολιτική δράση. Τα κόμματα σταδιακά να αναζητήσουν έναν πιο συμμετρικό ρόλο, ανάλογο με τη βαρύτητα, το έργο, την αποστολή τους.
Άρα, εδώ γίνεται λόγος για μείωση – συνειδητή και επίμονη-του ρόλου του κόμματος, ώστε να αποκτήσει έναν πιο φυσιολογικό ρυθμό παρεμβάσεων. Να προτείνει λύσεις σε σημαντικά ζητήματα, χωρίς διάθεση να κηδεμονεύει ασήμαντες ή και εντελώς δευτερεύουσας σημασίας πτυχές της ανθρώπινης δραστηριότητας, όπως λ.χ. οι κομματικοί διορισμοί στις Σχολικές Εφορείες.
Το ζήτημα της ανανέωσης, του πολιτικού μας βίου, είναι πολυσύνθετο, ακριβώς επειδή πολλές δυνάμεις – με διαφορετικά ελατήρια ή ιδεολογίες – επιθυμούν τη στασιμότητα, νέμονται τη στασιμότητα και αποτελεί για αυτούς μια σίγουρη επένδυση. Έτσι, ο δογματισμός ως μέσο άξονας της συντηρητικής πολιτικής και των συντηρητικών κάθε υποχρέωσης, οδηγεί στη μετριοκρατία, στο συντεχνιασμό, στον απομονωτισμό, στον αυταρχισμό. Η αλλαγή στον κόσμο των Μ.Μ.Ε. στην Κύπρο, δεν συνοδεύτηκε και από αντίστοιχες πρακτικές, ώστε να αποτελέσουν ένα βήμα ρήξης, κριτικής, αμφισβήτησης.
Επομένως, το πλαίσιο της ανανέωσης μένει να καταγραφεί, το πλαίσιο της σύγκρουσης μένει να διατυπωθεί εν δήμω. Ο δογματισμός και ο ορθολογισμός είναι δυο κύριες σταθερές της καταγραφής. Η παραδοσιακή πολιτική και ο εκσυγχρονισμός της κοινωνίας μας είναι οι δυο άλλες σταθερές της σύγκρουσης που δεν έγινε.
Λάρκος Λάρκου
ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ INTERCOLLEGE, Τρίτη, 21/3/1995