Η Λυδία λίθος στις ευρωτουρκικές σχέσεις
Στις 17 Νοεμβρίου 2016 ο ανταποκριτής στου ΚΥΠΕ στις Βρυξέλλες Α. Αθανασίου έγραψε τα πιο κάτω σε ρεπορτάζ με τον τίτλο «τους λόγους για τους οποίους δεν πρέπει να σταματήσουν οι συνομιλίες ΕΕ-Τουρκίας, αναλύει ο σημερινός EUObserver».
Στη συνέχεια παρέχονται οι βασικά στοιχεία της εισήγησης:
«Η Amanda Paul, αναλύτρια, ειδικευμένη στην Τουρκία, στη δεξαμενή σκέψης EPC, με έδρα τις Βρυξέλλες και ο Demir Murat Seyrek, σύμβουλος στο Ευρωπαϊκό Ίδρυμα για τη Δημοκρατία, ινστιτούτο χρηματοδοτούμενο από την ΕΕ, επίσης με έδρα τις Βρυξέλλες, σημειώνουν τέσσερεις λόγους για τους οποίους η ΕΕ δεν θα έπρεπε να αναστείλει τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Τουρκία, στον απόηχο της άκρως επικριτικής έκθεσης προόδου της Επιτροπής και της θέσης που εξέφρασε η αρμόδια εισηγήτρια στο ΕΚ, Kati Piri, περί ανάγκης άμεσης αναστολής των συνομιλιών, καθώς οι επικρίσεις σε βάρος των τουρκικών αρχών για τις μεθόδους τους μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιουλίου κλιμακώνονται στις Βρυξέλλες.
Σύμφωνα με τους δύο αναλυτές, το πάγωμα της διαδικασίας από την ίδια την ΕΕ δεν θα έχει κανένα απολύτως θετικό αποτέλεσμα για τις εξελίξεις στην Τουρκία, καθώς η κατάσταση στη χώρα είναι πιθανό να επιδεινωθεί και ο διάλογος με την Ευρώπη να παγώσει σε όλα τα επίπεδα. Η ηγεσία της Τουρκίας προς το παρόν υιοθετεί στάση αδιαφορίας έναντι των επικρίσεων της ΕΕ, στάση την οποία συμμερίζεται ένα σημαντικό μέρος της τουρκικής κοινωνίας.
Δεύτερον, η ΕΕ δεν θα πρέπει να εγκαταλείψει τις δημοκρατικές δυνάμεις στην Τουρκία για τις οποίες η ενταξιακή προοπτική εξακολουθεί να παραμένει σημαντική, παρά την επιρροή που έχει χάσει η ΕΕ. Η διαδικασία εκδημοκρατισμού της Τουρκίας εξακολουθεί να θεωρείται ταυτόσημη με τη διαδικασία εξευρωπαϊσμού της Τουρκίας και ενδεχόμενη αναστολή των συνομιλιών μπορεί να αποτελέσει τη χαριστική βολή για τη διαδικασία αυτή.
Επιπλέον, ενδεχόμενη αναστολή των διαπραγματεύσεων θα είχε αρνητικές επιπτώσεις στις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις για τη διευθέτηση του Κυπριακού, καθώς η υποστήριξη της Άγκυρας σε ενδεχόμενη συμφωνία, ιδιαίτερα στο θέμα των εγγυήσεων, θα είναι ζωτικής σημασίας για την επιτυχία των συνομιλιών. Με το τέλος όμως της ενταξιακής πορείας, είναι απίθανο η Τουρκία να διαδραματίσει έναν εποικοδομητικό ρόλο.
Σημειώνουν ότι υπάρχει κίνδυνος περαιτέρω αστάθειας στην περιοχή, ενώ οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή έχουν άμεσες συνέπειες για την ασφάλεια και τη σταθερότητα της ΕΕ, καθώς δεν αποκλείονται νέα κύματα προσφύγων, αλλά και επιστροφή ξένων μαχητών από το Ιράκ και τη Συρία προς την Ευρώπη. Επίσης, τερματισμός των συνομιλιών με την ΕΕ πιθανότατα θα ωθήσει την Τουρκία περαιτέρω προς τη Μόσχα.
Στο πλαίσιο αυτό, λένε μάλιστα ότι το τίμημα να χάσει η ΕΕ την Τουρκία θα μπορούσε να είναι πολύ υψηλό και παραθέτουν δήλωση του Προέδρου της Επιτροπής, Jean Claude Juncker, ο οποίος έχει αναφέρει ότι το τέλος των διαπραγματεύσεων θα ήταν ένα «σοβαρό λάθος εξωτερικής πολιτικής», εκτός αν η Τουρκία επαναφέρει τη θανατική ποινή.
Ακόμα κι αν δεν ληφθούν υπόψη όλοι αυτοί οι παράγοντες, η αναστολή των διαπραγματεύσεων δεν θα είναι εύκολη – συνεχίζει το δημοσίευμα – καθώς θα είναι δύσκολο για τα κράτη μέλη της ΕΕ να συμφωνήσουν σε ένα τόσο σημαντικό ζήτημα, το οποίο θα έχει σίγουρα σοβαρές συνέπειες για την Ευρώπη και πέραν αυτής, όπως διαφαίνεται κι από τη συνάντηση των Υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ στις 14 Νοεμβρίου, όπου δεν ελήφθη καμία απόφαση επί του θέματος» (ΚΥΠΕ, 17/11/16).
Το θέμα παραμένει εξαιρετικά σοβαρό και έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί τα πράγματα, δύσκολο είναι να επεξεργαστεί κανείς μια έγκυρη στρατηγική που θα δώσει βάθος στις ευρωτουρκικές σχέσεις. Σε αυτή την κατεύθυνση συνηγορούν τα εξής:
1. Ο τρόπος που χειρίζεται η τουρκική κυβέρνηση το ζήτημα γύρω από το κίνημα Γκιουλέν, οι συστηματικές διώξεις κατά της ελευθερίας της σκέψης, που δεν έχουν καμμιά απολύτως σχέση με την απόπειρα πραξικοπήματος στις 15 Ιουλίου. Είναι ένα θέμα η έρευνα και η τιμωρία των όσων το οργάνωσαν και το διέπραξαν και άλλο η αντίληψη που έχει κανείς σε μια κοινωνία για τις απόψεις ενός ιεροκήρυκα και τις δοξασίες που αυτός πρεσβεύει. Τιμωρούνται έκνομες ενέργειες κατά του δημοκρατικού πολιτεύματος, όχι σκέψεις ή θρησκευτικές πεποιθήσεις, άλλωστε αν ίσχυε το δεύτερο, το Κόμμα Ανάπτυξης και Δικαιοσύνης (ΚΑΔ) και τα ηγετικά του στελέχη θα είχαν πολλά να πουν για τις επι μακρόν σχέσεις τους με τον Γκιουλέν.
2. Συμφωνώ με τη θέση που διατυπώνεται στο κείμενο ότι «η διαδικασία εκδημοκρατισμού της Τουρκίας εξακολουθεί να θεωρείται ταυτόσημη με τη διαδικασία εξευρωπαϊσμού της Τουρκίας και ενδεχόμενη αναστολή των συνομιλιών μπορεί να αποτελέσει τη χαριστική βολή για τη διαδικασία αυτή». Αυτό όμως το σημείο χρειάζεται να τύχει πιο ισχυρής ανάγνωσης και κριτικής αποτίμησης, όπως ακριβώς έγινε με τη δημοσίευση της Έκθεσης Προόδου μια εβδομάδα πριν από την δημοσίευση αυτή. Συνεπώς,παρά τα σοβαρά προβλήματα, είναι προτιμότερο να παραμείνει ανοικτή η ενταξιακή διαδικασία και επί αυτής να αυξηθεί η δημόσια κριτική σε πρακτικές της τουρκικής κυβέρνησης που συνιστούν παραβίαση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και προνοιών κάθε Έκθεσης Προόδου από το 2005 μέχρι σήμερα.
3. Οι εξελίξεις στο κυπριακό παρέχουν έναν επαρκή λόγο για να μην διακοπεί η ενταξιακή διαδικασία «καθώς η υποστήριξη της Άγκυρας σε ενδεχόμενη συμφωνία, ιδιαίτερα στο θέμα των εγγυήσεων θα είναι ζωτικής σημασίας για την επιτυχία των συνομιλιών». Ευρύτερα η ανοικτή διαδικασία συνιστά ουσιαστικό κίνητρο λύσης για την τ/κ κοινότητα, ένα εφικτό σχέδιο ένταξής της στο σύγχρονο κόσμο, γεγονός ιδιαίτερα σημαντικό στην επίτευξη μιας αμοιβαία αποδεκτής συμφωνίας. Επίσης, δείχνει την αναγκαία στρατηγική για το σύνολο της Κύπρου, γεγονός που επιτρέπει σε ισχυρές πλειοψηφίες να δίνουν τη μάχη της ασφάλειας και της ανάπτυξης από πλεονεκτική θέση.
4. Αν αποτύχουν οι συνομιλίες για την επίλυση του κυπριακού, τότε δημιουργείται μια άλλη κατάσταση πραγμάτων, το θέμα θα αποκτήσει νέα, πιο αρνητικά περιεχόμενα και ουδείς μπορεί να προβλέψει την εξέλιξή του. Σήμερα, όπως διαμορφώνονται τα δεδομένα, το κυπριακό αποτελεί μια πραγματική λυδία λίθο για την επόμενη ημέρα στις ευρωτουρκικές σχέσεις. Αυτό ήταν εξαρχής ο κεντρικός στόχος στη μεγάλη μάχη για την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ (1986-2003) και την πλήρη συμμετοχή της αργότερα (2004). Η Άγκυρα να κριθεί πάνω στο κυπριακό και την προσπάθεια για την επίλυσή του. Και αυτή η ώρα είναι τώρα!