Η μικρασιατική καταστροφή και το μήνυμα του Υπουργού
Στις 14 Σεπτεμβρίου ο Υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού Γ. Δημοσθένους απέστειλε μήνυμα προς τους μαθητές, τους φοιτητές και τους εκπαιδευτικούς για τη Μέρα Μνήμης και Τιμής για τον Ελληνισμό της Μικράς Ασίας και τη Μικρασιατική Καταστροφή. Η 14η Σεπτεμβρίου –αναφέρει ο Υπουργός- «μέρα έντονης νοσταλγίας και θύμησης της Κωνσταντινούπολης και της Σμύρνης, του Πόντου και της Καππαδοκίας, αφού συμπληρώνονται 90 χρόνια από την εξόντωση του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας και τον ξεριζωμό του από τις πατρογονικές εστίες»
Στη συνέχεια ο Υπουργός Παιδείας αναφέρεται σε γεγονότα πριν και κατά την καταστροφή. Θα καταγράψω μερικά σημεία της ανακοίνωσης και θα επιχειρήσω έναν σχολιασμό τους με ιστορικές προεκτάσεις:
ΣΗΜΕΙΟ Α: «Με τη λήξη του Α Παγκοσμίου Πολέμου οι Μεγάλες Δυνάμεις αποφάσισαν να παραχωρήσουν την προσωρινή διοίκηση της περιοχής της Σμύρνης στην Ελλάδα. Έτσι, το Μάη του 1919 ελληνικά στρατεύματα αποβιβάζονται στη Σμύρνη και γίνονται δεκτά με εθνική συγκίνηση και ενθουσιασμό».
ΣΧΟΛΙΟ Α: Οι Μεγάλες Δυνάμεις δεν αποφάσισαν κάτι τέτοιο στο κενό. Προηγήθηκε η διορατική απόφαση Ε. Βενιζέλου να συνταυτίσει τα συμφέροντα της Ελλάδας με εκείνα των Μεγάλων Δυνάμεων, αυτών που προέβλεψε ότι θα είναι οι νικητές του Α Παγκοσμίου Πολέμου. Γράφει o Γ. Γιαννουλόπουλος επί του θέματος:
«Μέσα σε αυτό το πολύχρωμό πλήθος (συνέδριο των νικητών του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, Παρίσι, 1919) ο Βενιζέλος φαίνεται ότι ανακάλυψε τον καλύτερο επικοινωνιακό εαυτό του. Με μια μοναδική για έλληνα πολιτικό ικανότητα να επιχειρηματολογεί και να πείθει, συνήθως, ή να μην πείθει, χωρίς όμως ποτέ να κουράζει ή να εξοργίζει το συνομιλητή του, με σαφείς αναφορές σε κοινά συμφέροντα ή επωφελείς για όλους ισορροπίες αντί της εμμονής στα γνωστά «ιστορικά δίκαια του ελληνισμού», με το να προβάλλει τεκμηριωμένες απόψεις και όχι συμπλέγματα, ο επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας κατόρθωσε να μεγιστοποιήσει τα πλεονεκτήματα που ήδη διέθετε ως σύμμαχος των νικητών…» (Γ. Γιαννουλόπουλος, «Η Ευγενής μας Τύφλωσις, Εξωτερική Πολιτική και Εθνικά Θέματα. Από την ήττα του 1897 έως τη Μικρασιατική Καταστροφή», Αθήνα, 1999).
ΣΗΜΕΙΟ Β: «Οι εκλογές του Νοεμβρίου του 1920 οδήγησαν στην ήττα του Ελευθέριου Βενιζέλου και στην κατόπιν δημοψηφίσματος, επαναφορά του Κωνσταντίνου στο θρόνο. Παρά την προεκλογική της υπόσχεση, η νέα κυβέρνηση συνέχισε τη Μικρασιατική Εκστρατεία…»
ΣΧΟΛΙΟ Β: Πολύ σωστά το μήνυμα αναφέρεται στην αλλαγή των υποσχέσεων της νέας ελληνικής κυβέρνησης χωρίς όμως να επιχειρεί μιαν εξήγηση του φαινομένου. Η εκλογική ήττα του Ε. Βενιζέλου τον Νοέμβριο του 1920 είχε πίσω της ορισμένα χαρακτηριστικά όπως η παραπλάνηση του εκλογικού σώματος από τα φιλοβασιλικά σχήματα με το σύνθημα «τα παιδιά μας να γυρίσουν πίσω». Έτσι, κάτω από το βάρος μιας τυχοδιωκτικής ρητορείας ο Ελ. Βενιζέλος έχασε τις εκλογές – ο μόνος πολιτικός που ήταν σε θέση να δώσει έντιμες λύσεις για τη Μ. Ασία πριν την τελική καταστροφή. Το ότι ο τότε βασιλιάς Κωνσταντίνος έκανε τα αντίθετα από όσα έλεγε προεκλογικά (στρατός μέχρι την Άγκυρα!) δείχνει πως αυτή η βασιλική δημαγωγία οδήγησε στην οργανωτική παραλυσία και στην τελική καταστροφή.
ΣΗΜΕΙΟ Γ: «έχοντας όμως να αντιμετωπίσει την ολοένα και πιο απροκάλυπτη απομόνωση της Ελλάδας από τους Συμμάχους της, οι οποίοι τώρα, έχοντας το πρόσχημα της επαναφοράς του ανεπιθύμητου σε αυτούς Κωνσταντίνου, θα επιλέξουν πια άλλους χειρισμούς, ευνοϊκούς στο εξής για την Τουρκία».
ΣΧΟΛΙΟ Γ: Δεν είναι κατανοητό από το μήνυμα το πώς οι Σύμμαχοι άλλαξαν πολιτική και «επέλεξαν άλλους χειρισμούς, ευνοϊκούς στο εξής για την Τουρκία». Η αναφορά σε προσχηματική προσέγγιση με αφορμή την επάνοδο Κωνσταντίου είναι ρεαλιστική. Θα ήταν, όμως, εξίσου ρεαλιστική και η αναφορά στο ότι άλλαξαν στάση οι Μεγάλες Δυνάμεις γιατί άλλαξαν οι στρατιωτικοί συσχετισμοί επί του μικρασιατικού εδάφους- προσάρμοσαν την πολιτική τους στα νέα δεδομένα. Οι Μεγάλες Δυνάμεις –μετά την ανάπτυξη των κεμαλικών δυνάμεων- προέβλεπαν ότι και μερικοί Έλληνες πολιτικοί: ήττα των ελληνικών δυνάμεων. Οι μεν Έλληνες πολιτικοί πρότειναν συμβιβασμό πριν την ήττα και οι Μεγάλες Δυνάμεις άρχισαν να βρίσκουν διαύλους επικοινωνίας με τον Κεμάλ.
ΣΗΜΕΙΟ Δ: «Η Τουρκία με ηγέτη τον Κεμάλ Ατατούρκ καταφέρνει να επιτύχει την προμήθεια του στρατού της με πολεμικό υλικό, έχοντας ως στόχο την εθνική εκκαθάριση της Τουρκίας και την εκδίωξη όλων των μη τουρκικών πληθυσμών. Τόσο η νέα πολιτική της Τουρκίας με την ενίσχυση του τουρκικού στρατού, αλλά και ο τερματισμός της στήριξης των προσπαθειών της Ελλάδας από τις ξένες δυνάμεις είχαν ως αποτέλεσμα την κατάρρευση του ελληνικού μετώπου».
ΣΧΟΛΙΟ Δ: Πολύ σωστές αναφορές στην ενίσχυση του τουρκικού στρατού και στην πολιτική του εθνικού ξεκαθαρίσματος «με την εκδίωξη όλων των μη τουρκικών πληθυσμών». Στο διεθνές πεδίο η Σοβιετική Ένωση, (τουρκοσοβιετικό «Σύμφωνο Φιλίας», 3 Μαρτίου 1921), η Ιταλία και η Γαλλία ενίσχυσαν τον Κεμάλ με ισχυρά μέσα. Στην αναφορά ότι «η νέα πολιτική της Τουρκίας με την ενίσχυση του τουρκικού στρατού και ο τερματισμός της στήριξης των προσπαθειών της Ελλάδας από τις ξένες δυνάμεις είχαν ως αποτέλεσμα την κατάρρευση του ελληνικού μετώπου», υπάρχει σημαντικό κενό, κυρίως σε ότι αφορά το τι ορίζεται διεθνής πολιτική. Η διεθνής πολιτική ως υπόθεση συμφερόντων και συσχετισμού δύναμης και δευτερευόντως ως υπόθεση δικαίου είναι μια ερμηνεία που εισάγει ο Θουκυδίδης. Η ερμηνεία ότι κάποιοι ξένοι δεν στάθηκαν στο ύψος τους και έτσι ήρθε μια καταστροφή είναι μια ερμηνεία που δείχνει σαφή μετάθεση της ευθύνης στο εξωτερικό. Κάθε εκλελεγμένη ηγεσία, ωστόσο, έχε την ευθύνη να ενεργήσει κατάλληλα, να σταθμίσει τη σχέση κόστους και οφέλους και να λάβει τις πιο συμφέρουσες αποφάσεις.
Ο Κ. Σημίτης σχολιάζει ως εξής το θέμα:
«Μια ανασφαλής κοινωνία αναπτύσσει νοοτροπίες για να περιορίσει φόβους και κινδύνους… συλλογικά στην πολιτική μας ζωή η προσπάθεια αποφυγής ευθυνών στο διεθνές πεδίο εκδηλώνεται με τη συνωμοσιολογία. Συνωμοτούν εναντίον μας στην ΕΕ γι’ αυτό δεν πετυχαίνουμε αυτά που δικαιούμαστε και αξίζουμε… Όμως κατά κανόνα δεν υπάρχουν «συνωμοσίες». Αυτό που δικαιούμαστε και αξίζουμε συχνά δεν το πετυχαίνουμε γιατί δεν προετοιμαστήκαμε, δεν οργανωθήκαμε, δεν δουλέψαμε, γιατί εκλαμβάνουμε τις ιδεοληψίες μας ως πραγματικότητα, γιατί αγνοούμε τα συμφέροντα και τις ικανότητες των άλλων»- «Πολιτική για μια Δημιουργική Ελλάδα»,1996-2004, Αθήνα, 2005.
ΣΗΜΕΙΟ Ε: «Στις 27 Αυγούστου του 1922 μπαίνουν στη Σμύρνη τα πρώτα τουρκικά στρατιωτικά τμήματα. Η πόλη παραδίδεται στις φλόγες και ο ελληνικός και αρμενικός πληθυσμός στη σφαγή… Απίστευτες σκηνές βαρβαρότητας εκτυλίσσονται στην προκυμαία της Σμύρνης κάτω από τα απαθή βλέμματα των Αγγλογάλλων και άλλων ευρωπαϊκών δυνάμεων… Σχεδόν 1.5 εκατομμύριο οι πρόσφυγες που ξεριζώθηκαν και έφτασαν στα ελληνικά νησιά και την κυρίως Ελλάδα. Η μακραίωνη ελληνική ιστορία, ο πολιτισμός και οι παραδόσεις της Μικράς Ασίας σβήνουν και χάνονται».
ΣΧΟΛΙΟ Ε: Πολύ ακριβής περιγραφή της καταστροφής του 1922. Πέραν από το δράμα είναι η πολιτική και η απάντηση στο ερώτημα «ποιο είναι το μέγιστο μάθημα από το 1922». Εξ αυτού θεωρώ ότι το μήνυμα του Υπουργού Παιδείας θα μπορούσε να ήταν πιο σφαιρικό και πιο βαθύ -σε ελληνοκύπριους μαθητές και εκπαιδευτικούς απευθύνεται!
Κατά την δική μου κρίση, ιστορικό βάθος σημαίνει να αναδείξουμε το γεγονός κάποιοι έπρεπε να πάρουν αποφάσεις και δεν το έκαναν: παραλυμένοι από το φόβο του πολιτικού κόστους, «δεσμευμένοι» από ανεδαφικές ρητορείες και «κυνηγημένοι» από το φόβο μην τους πουν λιγότερο πατριώτες! Έτσι έμειναν αδρανείς, οδηγώντας τον ελληνισμό της Μ. Ασίας στον αφανισμό. Η δημαγωγία, η πλειοδοσία, η αδυναμία ρεαλιστικής πρόβλεψης, ο φόβος μπροστά στο δήθεν πολιτικό κόστος, ο τυχοδιωκτισμός. Η συρρίκνωση του ελληνισμού στην πιο δραματική της εκδοχή!