Η Συρία και ο πόλεμος των δύο ποταμών
Το μακρύ χρονικό ενός προαναγγελθέντος πολιτικού «γάμου» αποτελούν οι εξελίξεις στις σχέσεις ανάμεσα στην Τουρκία και τη Συρία.Το ιστορικό κλίμα περιείχε ως κυρίαρχο στοιχείο του εκβιασμούς, απειλές πολέμου, συγκρουόμενα συμφέροντα και συνεχείς αναπροσαρμογές θέσεων που έφθασαν μέχρι τα σημερινά «ήρεμα νερά».
Τι άλλαξε στις σχέσεις Τουρκίας-Συρίας ώστε σήμερα να αποτελούν δύο χώρες με ανεπτυγμένη θέληση συνεργασίας;
Εν πρώτοις η ανάγκη της Συρίας να μην βρίσκεται σε καθεστώς ταυτόχρονης «πολιορκίας» στα νότια σύνορά της (Ισραήλ) και στα βόρεια (Τουρκία). Επιπλέον η συνεργασία Τουρκίας-Ισραήλ στον στρατιωτικό τομέα πιέζει τη Συρία σε όλα τα επίπεδα της αμυντικής της δυνατότητας. Η παραδοσιακή σύνδεση της Συρίας με τη Σ. Ένωση κατέρρευσε μαζί με το ανατολικό σύστημα.
Αυτό όμως που πραγματικά ανέτρεψε τους συσχετισμούς και επέβαλε νέες πραγματικότητες στις σχέσεις Τουρκίας-Συρίας αποτελεί η πολιτική ελέγχου των νερών του Τίγρη και του Ευφράτη από την πλευρά της Άγκυρας. Αυτή πήρε το όνομα «Σχέδιο της Νοτιοδυτικής Ανατολίας-GAP». Ο Χέινζ Κρέιμερ στο βιβλίο του «Η Τουρκία που αλλάζει», (έκδοση 2000), σημειώνει τα εξής: «Το έργο GAP άρχισε στα τέλη της δεκαετίας του ’70 και είναι το πιο μεγάλο και το πιο φιλόδοξο περιφερειακό αναπτυξιακό έργο στην ιστορία της Τουρκικής Δημοκρατίας. Με 21 φράγματα, 19 εργοστάσια παραγωγής υδροηλεκτρικής ενέργειας και κανάλια μήκους 1000 χιλιομέτρων για σκοπούς άρδευσης στοχεύει στο να αλλάξει την οικονομική και την κοινωνική διάρθρωση σε εννέα υπανάπτυκτες επαρχίες της Τουρκίας κυρίως της κουρδικής ζώνης…Το GAP είναι πολύ ευεργετικό για την τουρκική οικονομία, κοινωνία και πολιτική ισχύ, ενώ θεωρείται εξαιρετικά ζημιογόνο για τη Συρία και το Ιράκ…».
Κάτω από το βάρος μιας ανοικτής πολεμικής απειλής η Δαμασκός υποχρεώθηκε να εκδιώξει τον Α. Οτσαλάν από το έδαφός της τον Οκτώβρη του 1998. Η τουρκική πολιτική των δύο ποταμών ανάγκασε τη Συρία να προσαρμοστεί σε νέες γεωπολιτικές επιλογές.
Μαζί με την πολιτική των δύο ποταμών προστίθεται στη συνέχεια η λειτουργία του πετρελαιαγωγού Μπακού-Τζεϊχάν το 2005. Το δεύτερο βρίσκεται στα νότια παράλια της Τουρκίας, πολύ κοντά στη Συρία. Ο πετρελαιαγωγός Μπακού – Τζειχάν μπήκε σε λειτουργία στις 25 Μαϊου 2005. Ο αγωγός έχει μήκος 1.176 χιλιόμετρα, κόστος 3.2 δις δολάρια, τρεις μήνες χρειάστηκε για να φτάσει το πετρέλαιο στο Τζεϊχάν. Μόνο για να γεμίσει ο αγωγός απαιτούνται 10 εκ. βαρέλια πετρελαίου ( στοιχεία από το ΑΠΕ, 25/5/05). Η ολοκλήρωση αυτού του αγωγού επηρεάζει αισθητά τις γεωπολιτικές και τις ενεργειακές ισορροπίες στην περιοχή και η Συρία δεν τις αγνόησε.
Εν συνεχεία, το 2006, τα δύο κράτη υπέγραψαν συμφωνία με την οποία έκλεισαν την πολιτική εκκρεμότητα με την περιοχή της Αλεξανδρέττας/Χατάυ με τη Συρία να παραιτείται κάθε διεκδίκησης επί της παλαιάς της επαρχίας στα χρόνια της γαλλικής αποικιοκρατίας-1939.
Τον Σεπτέμβριο του 2007 τουρκικό πλοίο, που απέπλευσε από το λιμάνι της κατεχόμενης Αμμοχώστου ελλιμενίζεται στο συριακό λιμάνι της Λατάκειας. Είναι η πρώτη φορά (πλην Τουρκίας), που τα διαβατήρια του ψευδοκράτους αποκτούν αυτού του είδους τη σημασία με την έγκριση της συριακής κυβέρνησης.
Τον Οκτώβριο του 2007 η Συρία υποστηρίζει ανοικτά την πρόθεση της Άγκυρας να εισβάλει στο Β. Ιράκ για να καταστρέψει βάσεις κούρδων ανταρτών του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν.
Τα πιο πάνω γεγονότα εξηγούν σε μεγάλο βαθμό τη θεαματική αλλαγή στις τουρκοσυριακές σχέσεις. Είναι μια σημαντική στροφή-από τη ρήξη και τις πολεμικές εντάσεις στις φιλικές σχέσεις και τη συνεργασία. Η αλλαγή επηρεάζει εμφανώς και την Κύπρο αφού, ως γνωστόν, η Δαμασκός αγνοεί επιδεικτικά τα διαβήματα της Κυπριακής Κυβέρνησης σχετικά με την ατμοπλοϊκή σύνδεση του λιμανιού της κατεχόμενης Αμμοχώστου με το λιμάνι της Λαττάκειας…