Κυπριακό: απο τον εκτροχιασμό στην ασφάλεια
Λάρκος Λάρκου
Η συζήτηση γύρω από την οργάνωσης μιας «πολυμερούς διάσκεψης» για το κυπριακό στις 12 Ιανουαρίου απασχολεί την πολιτική επικαιρότητα. Η κυβέρνηση, τα κόμματα, διεθνείς μεσολαβητές, τοποθετούνται, εξελίσσεται μια δημόσια συζήτηση. Συχνά η συζήτηση είναι αρνητική σε κάθε πρόταση για κάθε μορφή «διάσκεψης». Η αιτία αυτής της αρνητικής προδιάθεσης βρίσκεται στην ιστορική εξέλιξη του κυπριακού. Σε ορισμένους η ορολογία παραπέμπει στο 1955 («Τριμερής του Λονδίνου»), σε άλλους παραπέμπει σε προτάσεις που κατατέθηκαν στη δεκαετία του `60 και που προνοούσαν κάποια «τριμερή», μια «πενταμερή» κλπ
Σήμερα η παραδοσιακή αυτή προσέγγιση ταλαιπωρεί το δημόσιο διάλογο. Επειδή οι τότε διασκέψεις δεν βοήθησαν στην πρόοδο του κυπριακού, καλλιεργήθηκε η εντύπωση ότι αυτό θα γίνεται για πάντα, συνεπώς είναι καλό να απορρίπτουμε για πάντα κάθε τέτοια πρόταση γιατί ο Σ. Στεφανόπουλος το 1955, διέπραξε σοβαρό πολιτικό σφάλμα. Θεωρώ ότι η ιστορία του κυπριακού σε άλλες συνθήκες και εποχές δεν μπορεί να κυνηγά τη σημερινή επικαιρότητα, δεν μπορεί να θέτει εμπόδια στις σημερινές προκλήσεις. Το 1955, δεν υφίσταται. Εάν φοβάσαι τη σκιά σου επειδή τότε η ελληνική διπλωματία δεν έβλεπε πέρα από τη μύτη της, δεν πας πουθενά. Θα μείνεις κλεισμένος στις δικαιολογοημένες φοβίες του παρελθόντος και στις αδικαιολόγητες φοβίες του παρόντος. Οι σημερινές συνθήκες δεν έχουν να κάνουν με πρότυπα του `50 ή του `60.
Σήμερα μπορούμε να εργαστούμε αλλιώς. Θεωρώ ότι οι συνθήκες είναι ώριμες, πρώτο γιατί οι δύο ηγέτες έκαναν δική τους τη διαδικασία των διαπραγματεύσεων, και, δεύτερο, υπάρχει συντονιστικός ρόλος στον ΟΗΕ (Έιντε) και την ΕΕ (Νούφελ). Ο ΟΗΕ δίνει ύλη που τίθεται σε συζήτηση στις διαπραγματεύσεις ανάμεσα στον πρόεδρο Αναστασιάδη και τον τ/κ ηγέτη Μ. Ακιντζί. Η ΕΕ δίνει τη δική της πολιτική ομπρέλα για τη συμβατότητα της διαπραγμάτευσης με το κεκτημένο, ενώ και οι δύο μαζί θα έχουν ισχυρή εκπροσώπηση στη Διάσκεψη της Γενεύης.
Μια σειρά από λόγοι συνηγορούν προς αυτή την κατεύθυνση: η Κύπρος είναι μέλος της ΕΕ, η Τουρκία υποψήφιο μέλος, η Ελλάδα παλαιό μέλος. Η ΕΕ κάνει βήματα προόδου στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας και συνεργάζεται με τον ΟΗΕ για την επίλυση προβλημάτων με την πιο δραστήρια παρουσία της Υπάτης Εκπροσώπου για την Εξωτερική Πολιτική και Άμυνα, Φ. Μογκερίνι. Παραδείγματα είναι η επίλυση του ζητήματος για το πυρηνικό πρόγραμα του Ιράν με το σχήμα «5 συν 1» με το συντονιστικό ρόλο στην ΕΕ, η συμμετοχή στο «κουαρτέτο» για τη Μ. Ανατολή, οι συνδυασμένες κινήσεις ειρήνης μαζί με τον ΟΗΕ στο ζήτημα του Κοσσόβου, καθώς και η απόφαση για δημιουργία ευρωπαϊκής συνοριοφυλακής και ακτοφυλακής. Η Κύπρος επέλεξε τη συμμετοχή της στην ΕΕ για να ισχυροποιήσει τις δυνατότητές της, συνεπώς δεν έχει κανένα πρακτικό νόημα να είσαι μέλος της ΕΕ και να μην αξιοποιείς πλήρως την ιδιότητα αυτή.
Η Κύπρος μπορεί να αναλάβει πρωτοβουλίες που θα την εντάξουν στο σύγχρονο κάδρο, με αξιοποίηση κάθε δυνατότητας που προτείνει ο σύγχρονος κόσμος. Επί του θέματος της ασφάλειας ο Μ. Ακιντζί δηλώνει στις 19ης Απριλίου 2015: «Χωρίς αμφιβολία, οι ανάγκες ασφαλείας του σήμερα είναι πολύ διαφορετικές από το πλαίσιο ασφάλειας που σχεδιάστηκε σύμφωνα με τις απαιτήσεις το1959-1960. Οι απειλές για την ασφάλεια, όπως η εμπορία ανθρώπων, η τρομοκρατία, κυβερνο-τρομοκρατία, ο ιός Έμπολα είναι απειλές για την ανθρωπότητα οι οποίες πρέπει να εξεταστούν ιδιαίτερα. Πιστεύω ότι εάν φτάσουμε σε μια αμοιβαία αποδεκτή λύση και οι δύο πλευρές πιστέψουν στη βιωσιμότητα της λύσης, ένας συμβιβασμός μπορεί να είναι εφικτός και στο θέμα των εγγυήσεων».
Με τους σημερινούς συσχετισμούς στις σκέψεις των κυπρίων, η λύση οδηγεί στην αναζήτηση μιας μεταβατικής συμβιβαστικής φόρμουλας με την ενεργητική δραστηριότητα από τον νέο ΓΓ του ΟΗΕ Α. Γκουτιέρες και του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Γιούνκερ. Αυτή η φόρμουλα εφόσον σφραγίζεται από την ΕΕ και τον ΟΗΕ στο πιο υψηλό επίπεδο, γίνεται αποδεκτή από πλειοψηφίες και στις δύο κοινότητες.
Πολλοί κύπριοι πιστεύουν ότι αν βρεθεί λύση στο ζήτημα της ασφάλειας-εγγυήσεων στις συνομιλίες, αυτό θα συνιστά μια αυτόματη ρύθμιση που οδηγεί σε μια πολύ καλή επόμενη ημέρα. Πρόκειται περί παρεξήγησης. «Εγγύηση» με έργα αποτελεί η ολοένα και εγκυρότερη κατανόηση από τους κύπριους πολίτες του «μαθήματος ιστορίας» από την ιστορία του κυπριακού. Η κατανόηση της μεγάλης διαδρομής του, η εξήγηση της αιτίας που οδήγησε σε εξαιρετικά λανθασμένες αποφάσεις, η ερμηνεία σε επιλογές που οδήγησαν στον εκτροχιασμό της Κυπριακής Δημοκρατίας, η συζήτηση σε πρακτικές που οδήγησαν στην αποξένωση των δύο κοινοτήτων και στην επί δεκαετίες αντιπαράθεση, και εν τέλει στην περιχαράκωση της εθνικής αυτάρκειας. Ο διάλογος αυτός διαθέτει έναν πολύ ισχυρό σύμμαχο: τη συμμετοχή στην ΕΕ, τα πλεονεκτήματα από την επόμενη ημέρα σε μια ενωμένη Κύπρο, ανάπτυξη σε συνθήκες ασφάλειας, ευημερίας, σταθερότητας.
Αν η εξήγηση του «μαθήματος από την ιστορία» είναι επαρκής, η εγγύηση επιτυχίας ενός εγχειρήματος επίλυσης είναι η επικοινωνία, ο δημόσιος διάλογος, η κοινή δραστηριότητα ανάμεσα σε πολιτικά κόμματα, σε οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, η επαφή ανάμεσα στις δύο κοινότητες. Αυτό το πλαίσιο επικοινωνίας αποτελεί το πιο στέρεο βάθρο για την υποστήριξη, την κατανόηση και την επιτυχία ενός ιστορικού συμβιβασμού στο κυπριακό. Το κλειδί της επιτυχίας βρίσκεται στην ανάληψη της ευθύνης από την πολιτική ηγεσία μαζί με την ανάπτυξη μιας διαφορετικής κουλτούρας που θα υποστηρίζεται από πολίτες που συμμετέχουν στην προσπάθεια για μια μεγάλη πολιτική αλλαγή με κριτική σκέψη, ωριμότητα και αυτοπεποίθηση.