Μια στρατηγική για την ανατροπή
Η μάχη ανάμεσα στην εφικτή και την «ιδανική» λύση στο κυπριακό παραμένει ανοικτή, η συζήτηση διαθέτει τα δικά της αντανακλαστικά. Θεωρώ ότι σε αυτή την ιστορική συγκυρία η εφικτή λύση βρίσκεται στο Κοινό Ανακοινωθέν της 11ης Φεβρουαρίου 2014. Σε αυτό προνοείται ότι «το ομοσπονδιακό σύνταγμα θα ορίζει ότι η ενωμένη Κυπριακή ομοσπονδία θα αποτελείται από δυο συνιστώσες πολιτείες. Η διζωνική, δικοινοτική φύση της ομοσπονδίας και οι αρχές πάνω στις οποίες βασίζεται η ΕΕ θα διασφαλίζονται και θα γίνονται σεβαστές σε όλο το νησί. Το ομοσπονδιακό σύνταγμα θα αποτελεί τον ανώτατο νόμο του νησιού και θα δεσμεύει όλες τις αρχές της ομοσπονδίας και των συνιστώντων πολιτειών».
Αυτή η λύση είναι στηριγμένη στα ψηφίσματα του ΟΗΕ, διαθέτει ισχυρές πλειοψηφίες στις δύο κοινότητες που την αποδέχονται ως μια πραγματική βάση για διαπραγματεύσεις, διαθέτει ισχυρή διεθνή στήριξη και μπορεί να οδηγήσει σε συμφωνημένη λύση στις διακοινοτικές συνομιλές ανάμεσα στους ηγέτες των δύο κοινοτήτων.
Απέναντι σε αυτή την πρόταση, δεν υπάρχει κάποια άλλη. Οι υποστηρικτές της «ιδανικής λύσης» απορρίπτουν και καταγγέλλουν, αλλά δεν έχουν αναδείξει κάποια άλλη πρόταση. Το να παραθέτει κανείς ένα γενικόλογο περίγραμμα περί ιδανικής λύσης, στην πραγματική πολιτική δεν σημαίνει απολύτως τίποτα. Διαθέτει αυτή η ιδανική λύση απήχηση στο διεθνές πεδίο; Θα έχουμε τον ΟΗΕ σε αυτή την γραμμή; Υπάρχει, έστω μια χώρα, διεθνώς που θα την στηρίξει; Υπάρχει κάποια πολιτική τάση στην τ/κ κοινότητα η οποία, θα μπορούσε, έστω, να την συζητήσει; Τίποτε από αυτά δεν συμβαίνει. Η ιδανική λύση είναι προβολή μιας επιθυμίας, αντί μιας υπαρκτής διεκδίκησης, που βήμα βήμα καταλήγει σε μια μακρόσυρτη ήττα των ε/κ.
Η αποσιώπηση της πραγματικότητας, η προβολή ανέφικτων στόχων, η καλλιέργεια μιας εξωπραγματικής εικόνας σχετικά με τις δυνατότητες και επιδιώξεις μας, παρεμποδίζουν την Κύπρο από τη διεκδίκηση της ρεαλιστικής δυνατότητας να αλλάξει σελίδα και την απομακρύνουν από την δημιουργική συμμετοχή στις εξελίξεις στο σύγχρονο κόσμο. Η διαρκής τριβή με τον εαυτό μας, η συνεχής εσωτερική αντιπαλότητα ανάμεσα σε εφικτά και μη προσδιοριζόμενα οράματα, δεν συμβάλλει στην ένταξη της νήσου στον κόσμο της σταθερότητας, στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων εξαιτίας της παγκοσμιοποίησης και της οικονομικής κρίσης.
Το μείζον θέμα παραμένει η δυνατότητα στον παρόντα ιστορικό χρόνο να βρεθεί κοινά αποδεκτή λύση, ικανή να ανταποκριθεί στις προσδοκίες των δύο κοινοτήτων, άρα ικανή να δώσει λύσεις σε έναν βιώσιμο συμβιβασμό. Αυτός ο δρόμος είναι αρκετά περίπλοκος, όποιος δεν βλέπει τις δυσκολίες, μάλλον δεν παρακολουθεί από κοντά τι γίνεται επί του εδάφους. Οι δικαιολογημένες απορίες, τα επίμονα ερωτήματα παραμένουν ένα κυρίαρχο στοιχείο στην ε/κ πολιτική παράδοση.
Θεωρώ ότι στο δημόσιο διάλογο προέχει να αναδειχθεί το ζήτημα της στρατηγικής που διαθέτει η κοινωνία μας, πώς θέλει να οργανωθεί σε 5 ή 10 χρόνια από σήμερα, πόσοι πρόσφυγες θα παραμείνουν στη μάχη της επιστροφής, πόσο οι νέες γενιές θα αντιλαμβάνονται το κυπριακό ως ζήτημα ύψιστης σημασίας ζήτημα που χρειάζεται να επιλυθεί.
Οι δυνάμεις που ενδιαφέρονται για μια διαφορετική Κύπρο οφείλουν να πείσουν ότι αντιλαμβάνονται τι σημαίνει μια Κύπρος διχοτομημένη ακόμα 5 ή 10 χρόνια και εξ αυτού να βελτιώσουν την πολιτική που οδηγεί στη συνεργασία και τη συνεννόηση. Ο δρόμος που θα μας οδηγήσει στη διαφορετική Κύπρο, που θα μας βγάλει έξω από τη σημερινή τραγική θέση της κατοχής και της πολυδιάσπασης βρίσκεται στη διαμόρφωση ενός νέου κινήματος ιδεών που θα βασίζεται σε ένα ρεαλιστικό αφήγημα για την αυριανή Κύπρο.
Το αφήγημα της λύσης χρειάζεται πολιτική τεκμηρίωση. Από την κατοχή στην ελευθερία, από την οικονομική κρίση στην ανάπτυξη, από την ανεργία στη μισή Κύπρο στην απασχόληση σε όλη την Κύπρο, από το καθεστώς του ιδιόμορφου εταίρου στην πλήρη συμμετοχή στην ΕΕ, από την καθήλωση στο παρελθόν στην ενεργητική συμμετοχή στο διεθνές και ευρωπαϊκό γίγνεσθαι σήμερα.
Οι πολιτικές μεταβολές, η στρατηγική της ανατροπής είναι αναγκαίες για την κυπριακή κοινωνία, την ανάπτυξη, την ασφάλεια, την ευημερία, την πρόοδο. Αυτή η πολιτική εξέλιξη μπορεί να είναι στέρεη όταν αποτελεί πεποίθηση των πολιτών, όταν ένα κίνημα ανατροπής θέλει να διαμορφώσει ένα διαφορετικό μέλλον με γνώση, αυτοπεποίθηση και συμμετοχή.