Μνημεία χωρίς Μαντέλα;
Η αφήγηση ανήκει στον ιατρό και στέλεχος της Ομοσπονδίας Κυπριακών Οργανώσεων Ελλάδας στην Αθήνα Λοίζο Λοίζου από την Ακανθού, και την έχει διακινήσει και την υπογράφει ο ίδιος στο fb.
Λέει τα εξής:
«Διάβασα με προσοχή το δημοσίευμα της Sevgul Uludag για το απάνθρωπο και στυγερό έγκλημα που έγινε στα τ/κ χωριά Μαράθα, Σανταλάρη και Αλόα. Θέλω να επαναλάβω τη θέση μου για την ανάγκη απενεχοποίησης των δυο κοινοτήτων πριν τη λύση του Κυπριακού.
Επισκέφθηκα πρόσφατα αυτά τα τρία χωριά και το δημοτικό σχολείο στην Μαράθα και είδα με τα μάτια μου τους ομαδικούς τάφους, διάβασα τα ονόματα και τις ηλικίες των 126 θυμάτων, είδα τις φωτογραφίες από τις εκταφές και συγκλονίστηκα. Αναμφίβολα παρόμοιες εικόνες αντικρύζει κανείς και σε εκταφές Ε/Κ αγνοουμένων σε ομαδικούς τάφους. Τα αισθήματα αποστροφής στα εκγλήματα και τους εγκληματίες είναι τα ίδια.
Στην περίπτωση των τριών τ/κ χωριών οι δολοφονίες μικρών παιδιών και η απάνθρωπη μεταχείρισή τους με εξόργισε και με γέμισε ντροπή.
Έρχομαι να επιβεβαιώσω την Sevgul, όσον αφορά τους βιασμούς και τις σεξουαλικές παρενοχλήσεις κορασίδων και γυναικών που προηγήθηκαν τις προηγούμενες μέρες των δολοφονιών. Αυτό προκύπτει από την προσωπική μου έρευνα και είμαι πεπεισμένος ότι οι δολοφονίες ήταν προμελετημένες από τους βιαστές για να «συγκαλυφθεί» το έγκλημα των βιασμών.
Η οικογένεια μου πλήρωσε αναίτια το τίμημα των εγκλημάτων στην Αλόα , Σανταλάρη και Μαράθα με τη δολοφονία του θείου μου Μιχάλη και του δεκαεξάχρονου εξαδέλφου μου Λοΐζου στο χωριό Γούφες στις 20 Αυγούστου 1974, μετά την ανακάλυψη των ομαδικών τάφων στην Μεσαορία.
Η ευαισθησία μου στο θέμα των εγκλημάτων που διαπράχθηκαν από ανθρωπόμορφα τέρατα και από τις δυο κοινότητες, τόσο το 1963-64 όσο και το 1974, επιβάλλει να ενώσω τη φωνή μου με όλους εκείνους τους πολίτες, ένθεν κακείθεν του συρματοπλέγματος, για υπέρβαση των παθών, για αμοιβαία και έμπρακτη συγνώμη και καταδίκη των εγκλημάτων και των εγκληματιών. Η δημόσια καταδίκη των εγκληματιών και η περιθωριοποίησή τους από τη δημόσια και κοινωνική ζωή, θα απενεχοποιήσει τις κοινότητες και θα επιτρέψει την ειρηνική και παραγωγική συμβίωση των πολιτών, στο πλαίσιο μιας επανενωμένης πατρίδας.
Αποτελεί μεγάλο λάθος η αποσιωποίηση των εγκλημάτων. Η σιωπή δεν οδηγεί στη λήθη αλλά στη συλλογική ευθύνη και αυτό είναι απαράδεκτο. Είναι επίσης λάθος να αναγράφεται στα μνημεία των νεκρών και από τις δύο κοινότητες, ότι δολοφονήθηκαν γενικά από Έλληνες και Τούρκους αντίστοιχα. Πρέπει οι δολοφονίες να αποδίδονται με σαφήνεια σε εθνικιστικά και εξτρεμιστικά στοιχεία των δυο κοινοτήτων.
Έχω την άποψη ότι πρέπει να στηθεί ένα κοινό μνημείο για όλα τα αθώα θύματα των εγκλημάτων, το οποίο θα συμβολίζει την υπέρβαση των παθών, την καταδίκη των εγκλημάτων και του σωβινισμού και τη θέληση των Κυπρίων να ζήσουν μαζί και ειρηνικά σε μια κοινή πατρίδα. Αυτό το κοινό μνημείο των μαρτύρων θα μπορούσε να στηθεί στην πράσινη γραμμή της Λευκωσίας. Την πρόταση αυτή την έχω κάνει σε συνέντευξή μου στην τ/κ εφημερίδα Yeni Duzen πριν πέντε χρόνια, χωρίς να δοθεί έκταση, γι’ αυτό και επανέρχομαι» (7 Οκτωβρίου 2017).
Προσέχω ιδιαίτερα τον προσωπικό τόνο που δίνει στην αφήγησή του ο Λ. Λοίζου. Ωστόσο, μερικά ζητήματα δείχνουν το πού ακριβώς βαδίζουμε:
- Την πρόταση για ένα «κοινό μνημείο των μαρτύρων που θα μπορούσε να στηθεί στην πράσινη γραμμή της Λευκωσίας» την έκανε πριν πέντε χρόνια. Άκουσε κανένας αρμόδιος την εισήγηση; Έγινε κάποια συζήτηση; Η απάντηση είναι διάσημη: απολύτως τίποτα!
- Σημειώνει ο συγγραφέας του κειμένου ότι «είναι επίσης λάθος να αναγράφεται στα μνημεία των νεκρών και από τις δύο κοινότητες, ότι δολοφονήθηκαν γενικά από Έλληνες και Τούρκους αντίστοιχα». Σωστή παρατήρηση, αλλά κοινωνίες που βλέπουν μονοδιάστατα τα γεγονότα δεν έχουν το σθένος να κάνουν τίποτα.
- Υποστηρίζει ο συγγραφέας του κειμένου ότι «δημόσια καταδίκη των εγκληματιών και η περιθωριοποίησή τους από τη δημόσια και κοινωνική ζωή, θα απενεχοποιήσει τις κοινότητες και θα επιτρέψει την ειρηνική και παραγωγική συμβίωση των πολιτών, στο πλαίσιο μιας επανενωμένης πατρίδας». Για να γίνει αυτό χρειαζόμαστε ηγεσίες που να έχουν παγκύπρια ανάλυση, να έχουν παγκύπρια οπτική στο ζήτημα. Δεν το βλέπω να γίνεται. Ο καθένας ακούει το δικό του πόνο και οι εξαιρέσεις όπως συμβαίνουν με το κείμενο Λοίζου βεβαιώνουν τη γενικότερη τάση.
- Η θέση για «αμοιβαία και έμπρακτη συγνώμη και καταδίκη των εγκλημάτων και των εγκληματιών» συνιστά μια πράξη με τα χαρακτηριστικά που της δίνει ο Ν. Μαντέλα. Μια οικουμενική ανάλυση, για ηγέτες και λαούς που θέλουν να αλλάξουν τη μοίρα τους. Στην περίπτωση της Κύπρου, πολιτικές και πολιτικοί τρέφονται από την αντιπαράθεση, εκτρέφουν τη μισαλλοδοξία και την καθιστούν εργαλείο της συντήρησης του σημερινού status quo.
- Υπογραμμίζει ο Λ. Λοίζου: «η οικογένεια μου πλήρωσε αναίτια το τίμημα των εγκλημάτων στην Αλόα , Σανταλάρη και Μαράθα με τη δολοφονία του θείου μου Μιχάλη και του δεκαεξάχρονου εξαδέλφου μου Λοΐζου στο χωριό Γούφες στις 20 Αυγούστου 1974». Τι κάνει ο συντάκτης του κειμένου; Βγαίνει πάνω από το προσωπικό παράδειγμα, γι’ αυτό έχει το σθένος να μιλά για όλους τους κυπρίους, μετατρέπει την προσωπική οργή σε μια συλλογική, ορθολογική ανάλυση για το μέλλον όλης της Κύπρου.
- Άλλοι λαοί μπόρεσαν να κάνουν πράξη αυτά που προτείνει ο Λ. Λοίζου. Συνεπώς συνιστά μια εφικτή πολιτική προσέγγιση. Το παράδειγμα Γερμανίας-Γαλλίας τα λέει όλα. Ώριμοι ηγέτες και ώριμες κοινωνίες ζήτησαν την αλλαγή ώστε το μέλλον να έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά από όσα το παρελθόν. Πάνω στην προσέγγιση των δύο χωρών οικοδομήθηκε η σημερινή ΕΕ.
- Η ιστορία δεν αλλάξει κατά το δοκούν. Συγγράφεται με βάση τα στοιχεία που δίνουν οι αποδείξεις, συντάσσεται με βάση την ιστορική τεκμηρίωση. Αυτό που μετρά είναι η εξήγηση των ιστορικών φαινομένων που σημάδεψαν την Κύπρο με στόχο να επιτύχουμε σήμερα την αλλαγή. Η εξήγηση των φαινομένων ενέχει παιδευτικό χαρακτήρα. Δύσκολος στόχος. Κάθε τι που συνδέεται με το παρελθόν ενέχει εξαιρετικές μεγάλες ποσότητες ανθρώπινου πόνου. Να γιατί ο Μαντέλα διδάσκει μόνο όσους πραγματικά θέλουν να μάθουν και ενδιαφέρονται για μια διαφορετική Κύπρο!
Λάρκος Λάρκου