Οι κυρώσεις και η αλλαγή του παιγνιδιού
Μπορεί η κρίση στις σχέσεις Τουρκίας-Ρωσίας να αλλάξει την γεωπολιτικη στην περιοχή; Η απάντηση ως αυτή τη στιγμή είναι: εξαρτάται από το πόσο μακριά θα πάει η κρίση, αν οι ρωσικές κυρώσεις θα προχωρήσουν πέρα από την εμπορική/οικονομική τους διάσταση και αν η Τουρκία λάβει αντίστοιχες αποφάσεις. Αυτή την περίοδο ορισμένα δεδομένα επαναξιολογούνται καθώς το ζήτημα της ενέργειας πιέζει την τουρκική οικονομία. Οι αριθμοί μιλούν καθώς σύμφωνα με τη «Χουριέτ» «η Τουρκία εξαρτάται από εξωτερικούς προμηθευτές της κατά 90.5% στον τομέα του πετρελαίου και 98.5% στο φυσικό αέριο…Η Τουρκία αναζητά δρόμους για να διευρύνει τις πηγές της, περιλαμβανομένων του Β. Ιράκ του Ισραήλ, έτσι που η Άγκυρα να κατεβάσει την από 65% εξάρτησή της από ρωσικές πηγές» (5/12/14).
Η κρίση στις ρωσοτουρκικές σχέσεις οδηγεί σταδιακά σε περισσότερη σύγκλιση στις σχέσεις της Άγκυρας με το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ, ενώ εξαιτίας της προσφυγικής κρίσης ευνοείται η ευρωτουρκική σχέση όπως κατέδειξε η Σύνοδος Κορυφής στις Βρυξέλλες στις 29 Νοεμβρίου. Ως γνωστό, οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ προσφέρουν πλήρη κάλυψη στην Άγκυρα σε σχέση με την κατάρριψη του ρωσικού αεροπλάνου στις 24 Νοεμβρίου, ενώ στη συνέχεια η Ουάσιγκτον προσφέρει ενεργητική στήριξη στις θέσεις Ερτογάν γύρω από τις δηλώσεις Πούτιν σχετικά με παράνομο εμπόριο πετρελαίου από το ISIL μέσω τουρκικού εδάφους.
Η ρητορική και οι κυρώσεις Πούτιν, πιθανό να οδηγήσουν την Άγκυρα σε αναζήτηση μιας διαφορετικής αξιολόγησης στην εξωτερική της πολιτικής. Τρία επίπεδα αναζητούν διαφορετικές λύσεις:
Α. Στενότερη σχέση με την δυτική οικογένεια χωρών για να αντιμετωπίσει σε επίπεδο εντυπώσεων και ουσίας τη σύγκρουση με τη Μόσχα. Ο Α. Νταβούτογλου αμέσως μετά τη Σύνοδο Κορυφής της 29ης Νοεμβριου με την ΕΕ στις Βρυξέλλες, μετέβη και στα γραφεία του ΝΑΤΟ σε μια συμβολική χειρονομία αβρότητας προς τη στήριξη που του πρόσφερε ο ΓΓ του ΝΑΤΟ Γ. Στόλτεμπερκ.
Β. Μια επανασυγκόλληση της σχέσης Τουρκίας-Ισραήλ είναι πιο πιθανή από ποτέ, καθώς η γενική προσέγγιση της Άγκυρας στο χώρο της Μ. Ανατολής -και ειδικότερα του Νταβούτογλου- έχει οδηγήσει την τουρκική διπλωματία σε σημαντικά αδιέξοδα: μη παρουσία πρέσβεων σε Ισραήλ, Αίγυπτο, Συρία, μια διπλωματία «μέρος» των προβλημάτων στη Μ. Ανατολή, χωρίς συμμαχίες, άρα με αδυναμία επιρροής στις εξελίξεις. Κλειδί ασφαλώς είναι η σχέση Τουρκίας-Ισραήλ. Το ειδικό της βάρος παραμένει υψηλό στις διεθνείς ισορροπίες ισχύος. Στη σημερινή συγκυρία προστίθεται το ζήτημα της ανεύρεσης μεγάλων κοιτασμάτων φυσικού αερίου στο Λεβιάθαν, και ασφαλώς η προσπάθεια για ανεύρεση νέων αγορών για τα τουρκικά αγροτικά προϊόντα που ήδη αποκλείονται από τη ρωσική αγορά. Ειναι πιθανό ο Τ. Ερτογάν, μπροστά στην πίεση της οικονομίας να ξανασκεφθεί την εξωτερική του πολιτική στην περιοχή αυτή και να αναζητήσει λύσεις με νέο φακό. Η έως τώρα ακαμψία της Άγκυρας στα ζητήματα που συνδέονται με τη Μ Ανατολή, ενδεχομένως να αναθεωρηθεί για πολύ πρακτικούς λόγους-ενέργεια, αγροτικά προϊόντα, αγορές.
Γ. Το κόστος που προκαλεί στην τουρκική οικονομία η ρωσική στάση, χρειάζεται μια σοβαρή χειρονομία εξόδου από τη σημερινή ακροβασία σε διάφορες κατευθύνσεις στο μεσανατολικό γήπεδο. Όποιο μέτρο προχωρήσει, το «αγκάθι» θα παραμένει σε κάθε του βήμα. Θα είναι, λοιπόν, η επίλυση του κυπριακού αυτή η εξέλιξη που θα βάλει την Τουρκία σε μια πιο στέρεη σχέση με την ΕΕ, τις ΗΠΑ και τη γενικότερη Μ. Ανατολή; Αυτό το σημείο συγκεντρώνει ολοένα και περισσότερες πιθανότητες να συμβεί, καθώς η τουρκική εξωτερική πολιτική χρειάζεται ένα χειροπιαστό παράδειγμα για να βγει από τη σημερινή της αντιφατικότητα. Η πρόοδος στις διακοινοτικές συνομιλίες στη Λευκωσία, η σύντομη συνάντηση Αναστασιάδη-Νταβούτογλου με τη μεσολάβηση Γιούνκερ στις Βρυξέλλες, οι επισκέψεις Κέρυ, Λαβροφ, Χάμοντ, Στάιμάγιερ, Μογκερίνι στη Λευκωσία, η ενεργότερη συμμετοχή της ΕΕ στο διακοινοτικό διάλογο με τη σύμφωνη γνώμη της, έως τον Μάιο, αρνητικής στο ενδεχόμενο αυτό, τ/κ πλευράς, δείχνουν ότι αυτό το ενδεχόμενο μπορεί να αποτελέσει μέσα στο 2016 ένα μηχανισμό που να οδηγεί σε αλλαγή του παιχνιδιού- στη διπλωματική ορολογία η επίλυση ως game changer. Κάθε διπλωματική σχολή έχει ανάγκη από θετική ενέργεια, ειδικότερα όταν πιέζεται και ακόμα πιο ειδικά όταν μπορεί.