Πολυκομματικό Μέτωπο Ευθύνης

Η Κύπρος μέσα στο χρόνο, Το Κυπριακό μέσα στο εκτόπισμα του χρόνου. Η προβληματική στις συνολικές της διαστάσεις. Η γεωστρατηγική όψη, μέσα από την ανάλυση των επιμέρους συστατικών του.

Η Άγκυρα αναδεικνύει τις προτεραιότητες μιας πολιτικής που, ενώ αντικρίζεται ως ενδιάμεση προοπτική, εντούτοις επικάθηται σε μια μακρόχρονη κατάληξη. Ο επίλογος των επιδιώξεων της έχει επανειλημμένα δηλωθεί. Θα ήταν, ίσως, αχρείαστο σε κόσμο που γνωρίζει, να θίγονται αχρείαστα πράγματα. Εξάλλου ο Ντερβίς Έρογλου επιμελήθηκε τη σύνοψη των στόχων και φρόντισε τη σταθερή επιβεβαίωση τους.

«Ένας τρόπος υπάρχει για την κατάργηση των συνόρωνμε τη μετάβαση στις νότιες ακτές του νησιού!…» Είτε ως «ειρηνευτική επιχείρηση», είτε ως «μετάβαση στις νότιες ακτές», ο συνολικός στόχος εκφράζεται από τους επίγειους ελεγκτές της πολιτικής ζωής στην Άγκυρα. Το Τουρκικό Γενικό Επιτελείο Στρατού  [έκδοση «Ελληνοτουρκικές Σχέσεις και Μεγάλη Ιδέα», 1975] διευκρινίζει με απρόσμενη αποκαλυπτικότητα πως «η αντιμετώπιση της κατάστασης αυτής (σημ. σημερινές διακρατικές ισορροπίες) και η τοποθέτηση των Τουρκικών δικαίων σε στέρεη βάση θα επιλύσει τα στρατηγικά προβλήματα του Αιγαίου, της Μεσογείου και γύρω από τη Μεσόγειο και θα εξασφαλίσει την παγκόσμια ειρήνη και ασφάλεια…».

Η επιδίωξη της δημιουργίας σήμερα «στέρεης βάσης», για την προώθηση των τουρκικών δικαίων, δένεται πολύπλευρα με την επίλυση των «στρατηγικών προβλημάτων» στο Αιγαίο και στη σχεδιαζόμενη διαδικασία ασφάλειας στη Μεσόγειο» (Κύπρος). Πάντοτε, εν ονόματι της ειρήνης! Είτε παγκόσμιας είτε περιφερειακής. Η Άγκυρα – πρέπει αυτό να εκτιμηθεί δεόντως – αποκαλύπτει, έστω και μέσα από πολιτικές αλχημείες, τις προθέσεις της. Η προσάρτηση της Κύπρου στο μητροπολιτικό της γεωπολιτικό χώρο, επιλύει τα προβλήματα ασφάλειας στο «μαλακό» (θαλάσσιο) υπογάστριό της. Αφαιρεί μια πρόσβαση στο χώρο ενός αντιπάλου στα δυτικά (Ελλάδα), ενώ προσθέτει για τον εαυτό της ένα σημαντικό γεωπολιτικό «κλειδί», στα ευρύτερα πλαίσια κινήσεων και ανακατατάξεων στην πάντοτε ενδιαφέρουσα περιοχή της Μ. Ανατολής.

Οι επιδιώξεις της Άγκυρας, το απαραίτητο πρώτο βήμα ώστε οι πολιτικές δυνάμεις της Κύπρου να κάνουν βήματα πέρα από τη διάγνωση. Οι σημερινές ισορροπίες στο Κυπριακό «εσωτερικό μέτωπο» δεν ικανοποιούν ούτε τους ίδιους τους πολιτικούς σχηματισμούς του τόπου, αν κρίνουμε από ορισμένες διακηρύξεις τους [διακηρύξεις για την Πρωτοχρονιά, το Πάσχα ή και για την «επέτειο» της 20ης Ιουλίου].

Απλά μαθήματα ρεαλιστικής πολιτικής: Οι επιδιώξεις του αντιπάλου, οι φιλοδοξίες του τέλους για την ίδια την Κύπρο και το λαό της, συνθέτουν μια πραγματικότητα αλλά και προδιαγράφουν ένα συγκεκριμένο πλαίσιο πορείας. Η διάταξη των πολιτικών δυνάμεων του τόπου οφείλει (τουλάχιστο) να κινείται στις διαδικασίες δημιουργίας μηχανισμών αποτροπής ή και ακύρωσης των φιλοδοξιών των Στρατηγών της Άγκυρας. Αυτός ο κεντρικός προσανατολισμός – μελετώντας και τις ευρύτερες εξελίξεις του Κυπριακού – είναι δεσμευμένος από την ίδια την ιστορία να στηρίξει την εθνική συντήρηση, αλλά και να δημιουργήσει όρους λαϊκής άνοιξης σε τόπο και χρόνο.

ΕΙΚΟΝΕΣ ΤΟΥ ΣΗΜΕΡΑ

Εντυπωσιακή από κάθε άποψη η εικόνα. Δερύνεια. Αύγουστος 1986. Εκδήλωση Αμμοχωστιανών (15 Αυγούστου ’86) με ην ευκαιρία της συμπλήρωσης 12 χρόνων από την κατάληψη της πόλης από τα τουρκικά στρατεύματα.

Ο κόσμος παρακολουθεί. Οι τέσσερις ομιλητές – εκπρόσωποι κομμάτων στο βήμα: «…Να καταλήξουμε σε ορθές αποφάσεις για το μέλλον και να ενωθούμε στην επιδίωξη των κοινών στόχων και σκοπών…» (Γ. Μάτσης, πρώτος αντιπρόεδρος του ΔΗΣΥ, «Αλήθεια», 17 Αυγούστου ’86).

Από την πλευρά του, ο Γ.Γ. του ΑΚΕΛ Ε. Παπαϊωάννου διακηρύσσει «για άλλη μια φορά» ότι «επιβάλλεται η ενότητα δράσης όλων των πατριωτικών δημοκρατικών δυνάμεων με βάση την κοινή γραμμή των ψηφισμάτων του ΟΗΕ και των συμφωνιών κορυφής για τη λύση του Κυπριακού…», («Ο Φιλελεύθερος», 17 Αυγ. ’86).

Στο ίδιο πνεύμα, αλλά με διαφορετικό λεξιλόγιο και οι ομιλίες δυο άλλων εκπροσώπων Κομμάτων. Από το ΔΗΚΟ ο Αλ. Γαλανός, Κοινοβουλευτικός του εκπρόσωπος. Από το Σ.Κ. ΕΔΕΚ, ο Δ. Ηλιάδης, βουλευτής.

Η εικόνα θα ήταν διασκεδαστική, αν δεν ήταν βέβαια τραγική.

Οι εκπρόσωποι των 4 κομμάτων, εξηγούν στο ακροατήριο τα αγαθά αποτελέσματα της πιθανής ενότητας γύρω από μια κοινή αποδεκτή πορεία.

Το ερώτημα: Υπάρχουν σε κάποια κόμματα ενδείξεις ή (αποδείξεις) πως το εμπόδιο είναι ο ίδιος ο λαός; Πώς θα ερμηνευθεί το γεγονός ότι απευθύνονται οι ρητορικές εξάρσεις περί ενότητας στον κόσμο και όχι λ.χ. στους ίδιους τους εαυτούς των πολιτικών ηγεσιών, έστω και σαν πρόκληση για σύγκριση;

Αντί, με άλλα λόγια, να θίγονται πράγματα αυτονόητα, θα ήταν προφανώς κάτι καλύτερο οι ίδιες ηγεσίες να αναλύσουν τις αιτίες της απουσίας ενότητας στο εσωτερικό μέτωπο της Κύπρου. Αλλά κι αν κάποιος κόσμος φέρεται σαν σε διασπαρμένο μέτωπο, αυτό δεν προήλθε ως κίνηση αυτόφωτη. Προηγήθηκαν οι κομματικές διελκυστίνδες που είναι πιθανόν να δημιούργησαν και ανάλογες παρενέργειες σε λαϊκό επίπεδο. Μια και όλοι θεωρούν πως η ενότητα αποτελεί τη βασική προϋπόθεση πάνω στην οποία θα κινηθεί το Κυπριακό ζήτημα, ας αναρωτηθούμε: Πόσες και ποιες πρωτοβουλίες έχουν αναληφθεί, με ποιες προτάσεις, με πόση ειλικρίνεια, ώστε κάποτε να φτάσουμε σε ένα «λογικό» επίπεδο κοινής πορείας;

Δεν αρκεί η ρητορική επίκληση της ενότητας. Ούτε προφανώς πέφτει από τον ουρανό ως μάννα, ούτε διορίζεται ή κληρονομείται ως «τάλαντο της φυλής». Και πολύ περισσότερο: Δεν μετατρέπεται σε αντικείμενο που φιλοδοξεί να «ηρεμήσει» τη λαϊκή αυτενέργεια. Να την επικαλούμαστε, να δίνουμε όρκους πίστης στο όνομά της, για να κρύψουμε (ίσως) τα βαθύτερα αίτια της απουσίας της μια και δημόσια δεν ομολογείται, αλλά στην πράξη τροχιοδρομείται… Η διαπίστωση: Ο αγώνας ένας, αλλά οι κομματικές οπτικές τέσσερις. Ένας αγώνας … δια τέσσερα!… Το ερώτημα – πρόκληση, με συνέχειες… Και το πιο εντυπωσιακό: Κάθε κόμμα, κατά κανόνα, αυτοαναγορεύεται σε ιδιοκτήτη της ιστορικής μοίρας του τόπου. Ιδιοκτήτης της «γραμμής σωτηρίας», μια και τα άλλα τρία κόμματα εισηγούνται συνήθως πορείες «καταστροφής». Εικόνες από την πολιτική καθημερινότητα της σύγχρονης Κύπρου: Τα κόμματα κατά κανόνα αποδέχονται την ιδέα περί ενότητας. Ωστόσο μένει η πράξη για να δώσει ποσότητες πιστευτότητας στην ιδέα. Εκεί ασφαλώς θα δοκιμαστεί το ιδεολογικό τους τάλαντο, χωρίς ωστόσο να εξισώνονται ανόμοιες προθέσεις στις διάφορες κομματικές πολιτικές διαθέσεις.

Πόσα και ποια κόμματα διαμορφώνουν τη φυσιογνωμία τους λαμβάνοντας υπόψη και τη λογική της συνεργασίας με άλλους πολιτικούς σχηματισμούς; Πόσα και ποια κόμματα «διαμορφώνουν» μέλη και οπαδούς μέσα από το πρίσμα μιας πιθανής συνεργασίας; Πόσα και ποια κόμματα αφήνουν περιθώρια, ώστε μια πιθανή διακομματική τριβή σήμερα, να παρέχει κάποια περιθώρια διαλόγου αύριο;

Το κεντρικό σημείο: η ανάδειξη ορισμένων ζητημάτων, μέσα από την ορολογία «εθνικά θέματα» μοιάζει κάποτε με την ανάποδη όψη της γυναίκας του Καίσαρα. Δεν αρκεί η αποδοχή της ονομασίας ή του χαρακτηρισμού για να είναι ένα εθνικό θέμα πράγματι εθνικό. Χρειάζεται να είναι, όχι να φαίνεται. Ή πιο σωστά, και να φαίνεται και να είναι. Ο αντίλογος σε όλες αυτές τις σκέψεις είναι ενδεχομένως φυσιολογικός. Και συνεργασίες διαφόρων τύπων, έχει γνωρίσει κατά καιρούς ο τόπος, αλλά και πρόσφατα οι δημοτικές εκλογές (Μάιος ’86) κατάδειξαν άλλα πράγματα. Ωστόσο, η σύγχρονη πολιτική εμπειρία εντός και εκτός Κύπρου, δίνει σχόλια επί της ουσίας: Συνεργασίες που δεν επεξεργάζονται σε καθορισμένους τομείς πλαίσιο συμφωνιών βάθους για «κοινή πορεία», λειτουργούν περισσότερο σαν ευκαιριακή συγκόλληση κορυφής, ερήμην (μερικές φορές) της πραγματικότητας. Οι δημοτικές εκλογές μπορεί να έδωσαν κάποια στοιχεία τακτικής συνεργασιών, αλλά όταν τούτα μεταφέρονται σε άλλα επίπεδα (λ.χ. στο Κυπριακό) κατά παράδοξο τρόπο εισέρχονται στη σφαίρα της λογικής του «μαύρου – άσπρου».

Στις δημοτικές εκλογές παρουσιάζονται ακόμα και οι απίθανοι σχεδιασμοί συνεργασίας σ’ ένα κλίμα απουσίας ιδεολογικού μπούσουλα. Πώς αυτό το κλίμα μπορεί να έχει ισχύ στις δημοτικές εκλογές, αλλά να λάμπει δια της απουσίας του σε άλλα πιο κρίσιμα ζητήματα; Η ύπαρξη ή η ανυπαρξία του, ευκαιριακή ή αποσπασματική, οδηγεί κατ’ ευθείαν στο στόχο: Η φιλοσοφία περί προγραμματικών πολιτικών συνεργασιών στοιχείο αμφιλεγόμενο. Και όταν κάποτε μπει σε διάλογο, κατηγορείται σαν το μέγιστο σφάλμα γιατί ακριβώς είναι «συνεργασία», γιατί η λογική των συνεργασιών νιώθει να είναι σαν ο αποδιοπομπαίος τράγος της κυπριακής πολιτικής σκηνής… Η λογική που απουσιάζει των καθηκόντων. Ίσως γιατί είναι στοιχείο κοινής λογικής. Από τις συνεργασίες χωρίς αρχές (δημοτικές εκλογές), στο άγχος μήπως δύο φορείς πουν ορισμένα κοινά πράγματα στο Κυπριακό…

ΤΟ ΠΡΕΠΕΙ ΤΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ

Μια πολύχρονη πολιτική πρακτική άφησε τα δικά της ίχνη. Οι αντιρρήσεις κάποιων κομματικών επιτελείων ενδεχομένως να είναι ρεαλιστικές: Θα χάσουμε την ιδεολογική μας καθαρότητα; Θα βάλουμε νερό στο κρασί μας;

Το σχόλιο: Αν το «κρασί» κάπου φαίνεται να ταυτίζεται με την ίδια την πατρίδα μας, τότε, ναι, το «νερό υπηρετεί τον πιο ψηλό στόχο της πολιτικής πράξης στη σημερινή Κύπρο. Τη δημιουργία όρων και προϋποθέσεων ώστε η πατρίδα και ο λαός της να σηκώσουν τον Ήλιο της Δικαιοσύνης στο δικό τους ουρανό.

Το γράμμα και το πνεύμα της λογικής των Συμμαχιών, απαιτεί μια απλή παρουσίαση του. Οι επί μέρους ενότητες της όψης του, είναι:

1) Συνεργασία. Δεν σημαίνει ομοφωνία. Ούτε μείωση, ή πολύ περισσότερο περιορισμό, των όρων διεξαγωγής του Κοινοβουλευτικού «παιχνιδιού».

Συνεργασία σημαίνει αγώνα για ανεύρεση σημείων επαφής, σημείων για αμοιβαία αποδεκτή πλατφόρμα διακομματικής πορείας. Αυτή και μόνο η πλατφόρμα δεσμεύει τα μέρη της συνεργασίας.

Με άλλα λόγια: Συμφωνούμε (και συνεργαζόμαστε) για όσα συμφωνούμε. Διαφωνούμε σε όσα διαφωνούμε… Ταυτόχρονα διευρύνουμε τις προσπάθειες, ώστε το πλαίσιο της συνεργασίας να αποκτά ολοένα και νέα «προϊόντα» συνεργατικής λογικής.

2) Ενδεχομένως να γίνει η διαπίστωση: Τα κόμματα εκφράζουν διαφορετικά κοινωνικά στρώματα και τάξεις. Άρα παρουσιάζουν και διαφορετικές φιλοδοξίες, έχουν διαφορετικούς προσανατολισμούς, θεμελιώνουν τη δική τους αυτόνομη κοσμοθεωρητική συγκρότηση. Τι θα γίνει λοιπόν; Θα τεθούν οι κομματικοί σχηματισμοί στην κλίνη του Προκρούστη εν ονόματι μιας γενικής – ίσως και αφηρημένης – ιδέας περί ενότητας; Θα ήταν ένα βέβαιο ιδεολόγημα να υποστηρίξει κανείς πως θα ισοπεδωθούν οι κοινωνικές αντινομίες ή θα διαγραφούν επειδή «πρέπει» να επιτευχθεί ενότητα. Εξάλλου, κι αν ακόμα επιτευχθεί «ενότητα κορυφής», η κοινωνία δεν θα μπορέσει να την ακολουθήσει εξαιτίας της διαταξικής της συγκρότησης.

Ίσως γι’ αυτό η απλόχερη Συνεργασία των «Τεσσάρων» σ’ αυτή την συγκυρία, να μοιάζει κάπου δυσχερής. Να γιατί το δυσχερές των «Τεσσάρων» ανοίγει διόδους για διάλογο, έστω και με «Δυο». Με προοπτική ο διάλογος – σε επόμενο χρονικό διάστημα – να δοκιμάσει την αντοχή του και με συνομιλητές πέραν από τους «Δυο». Ενότητα, ναι. Μα από κάπου θα πρέπει να κάνει βήματα συγκεκριμένα. Με προοπτικές, με μικρά αλλά σταθερά βήματα. Με επιδίωξη τη μέγιστη δυνατή συναντίληψη των φορέων της πολιτικής. Εξάλλου, οι κομματικοί συσχετισμοί στην Κύπρο, όπως έχουν καταγραφεί μέσα από τις βουλευτικές εκλογές (’81, ’85), δεν δίνουν σε κανένα το δικαίωμα της αυτοαναγόρευσης σε αποκλειστικό χειριστή του εθνικού λόγου. Αλλά, κι αν ακόμα κάποια εκλογική μέρα αναδείξει τον αυτόνομο σχηματισμό του 50%, η έγνοια του θα μπορούσε να ήταν το κίνημα διαφωνίας του 49% και η δημιουργία γέφυρας επαφών με αυτό. Τουλάχιστον ο Αττίλας δεν θα παρέλειπε να υπενθυμίζει τούτο το πρώτιστο καθήκον…

3) Αλλά και πάλιν τα πράγματα δεν ομαλοποιούνται. Κόμματα υποστηρίζουν ότι με αυτές τις προϋποθέσεις υπογράφουν λ.χ. συμφωνία σχηματισμού «μεταβατικής κυβέρνησης». Άλλα κόμματα, άλλες προϋποθέσεις. Με άλλα λόγια, επειδή θα διαφωνήσουμε σε κάποια (ακαθόριστη) μέρα του μέλλοντος αναγορεύουμε τη μελλοντική διαφωνία σε σταθερό κριτή για όσα οφείλουμε να πράξουμε ή να παραλείψουμε τώρα;

Επιτέλους, μπορούμε να κάνουμε αυτά που διακηρύσσουμε σήμερα, και ας έχουμε το δικαίωμα της διαφωνίας – όταν έρθει η ώρα της «μιας» υπογραφής. Εξάλλου εκείνος που με μόνιμο τρόπο θα κρίνει (και κρίνει) συμφωνίες και διαφωνίες, του τότε και του σήμερα, είναι ο ίδιος ο λαός. Ποιος μπορεί να τον υποκαταστήσει;

4) Συμμαχιολογίας συνέχεια: Κατά καιρούς προβάλλεται η λογική περί σχηματισμών «Μετώπων Σωτηρίας» για τον «τόπο». Ωστόσο η προγραμματική αποτυχία του σχηματισμού τους μπορεί να είναι ένα καίριο σημείο προβληματισμού. Ενώ οι φιλοδοξίες είναι συνεργατικές, ο επίλογος ατροφικός. Τι συμβαίνει λοιπόν;

Στο βαθμό που η λογική των «Μετώπων Σωτηρίας» ισοδυναμεί με επιβολή ή μονόδρομη αποδοχή των θέσεων ή όρων του ενός πάνω σε πιθανούς συνεταιριστές του, τούτο εκ των πραγμάτων οδηγεί σε βάσιμα συμπεράσματα. Μέτωπα δεν γίνονται μέσα από φιλολογίες που ενδεχομένως μπορούν να ισούνται με μονόδρομη κατάργηση ή «περιορισμό» του «άλλου» κομματικού λόγου. Και πολύ περισσότερο όταν σημαίνουν μετατροπή του «άλλου» σε ουραγό ή χειροκροτητή των θέσεων «του ενός» που αυτοαναγορεύεται σε αποκλειστικό κάτοχο της αλάθητης «γραμμής σωτηρίας». «Μέτωπα» δεν μπορούν να γίνουν όταν ζητάς από κάποιον «άλλο» να ημιδιαλύσει την αυτονομία του για να έρθει σαν «βοηθητικός υπηρεσίας» στην πολιτική άλλων. Να απαιτείς, με άλλα λόγια, (ή κάποτε και να απορείς) γιατί δεν «αποσύρονται» οι «άλλοι», για να γίνεις ο ίδιος αυτοκράτορας της «γραμμής», χωρίς καν να υπολογίζονται οι «γνωματεύσεις» του λαού πάνω στο ίδιο θέμα…

5) Η διεθνής εμπειρία για ανάλογους ή παραπλήσιους με το Κυπριακό ζήτημα συσχετισμούς υπάρχει ασφαλώς για να βοηθήσει τη μελέτη, την ωρίμανση, την εξαγωγή (κάποιων) αδρών συμπερασμάτων.

Η φιλοσοφία περί Συμμαχιών, με άλλους όρους και άλλα δεδομένα, υπήρξε μια καθολική θεωρητική σύλληψη σε περιόδους εθνικοαπελευθερωτικού «στίγματος» στην ιστορία των λαών. Και το είδος του επιλόγου στις περιόδους, συνυφασμένο έντονα με τις δυνατότητες σύνδεσης της θεωρητικής «σύλληψης» με τις κομματικές ή άλλες πραγματικότητες και συσχετισμούς. Το ταλέντο υπέρβασης των δευτερευουσών αντιθέσεων προς την κατεύθυνση δημιουργίας της πρωτεύουσας θέσης, υπήρξε το πιο εξαιρετικό καθήκον σε στιγμές εθνικοαπελευθερωτικού «χειμώνα». Συγκρίσεις ας μη γίνουν. Κύπρος από τη μια( εισβολή-κατοχή), διεθνείς εμπειρίες από την άλλη…

Το «Εσωτερικό» Μέτωπο στην Κύπρο, με όλες τις δομές και τα παράγωγά του, φαίνεται πως συγκινείται περισσότερο στην ιδέα της παράτασης της ζωής μας στην ίδια την πατρίδα μας. Ωστόσο, ποιους ικανοποιεί η ιδέα περί παράτασης ζωής; Αυτό διεκδικούμε;  Στην «παράταση ζωής» η πιο κάτω θέση: Δεν διεκδικούμε απλά μια παράταση μιας κάποιας ζωής, αλλά απαιτούμε να έχουμε την ίδια τη ζωή στη δική μας πατρίδα. Διεκδικούμε το δικαίωμα στη χαρά, τη συμμετοχή στην ευτυχία σε πατρίδα ανεξάρτητη, κοινωνικά δίκαιη. Με την λαϊκή κυριαρχία ως τον άξονα της πολιτειακής της άρθρωσης.

Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ

Όπως σ’ όλες τις περιπτώσεις, έτσι και η Κύπρος δεν θα μπορούσε να ήταν η εξαίρεση. Όπως όλες οι διαταξικές κοινωνίες έτσι και η Κυπριακή δημιουργεί όρους αντιπαλότητας, κοινωνικά αντίρροπων προσεγγίσεων. Ο ταξικός χωρισμός της, το βάθρο των αντιθέσεων. Η εθνική και κοινωνική διάσταση του εθνικοαπελευθερωτικού λόγου, δυο όψεις του ίδιου νομίσματος. Η διεύρυνση της Δημοκρατίας, βήμα αρχής.

Ενδεχομένως να δημιουργεί κάποια σύγχυση ο όρος «εθνικής διάσταση». Ωστόσο αν το υποκείμενο της «διάστασης», ο ίδιος ο λαός δεν μετέχει στις διαδικασίες και τις παραμέτρους της πορείας μέσα από όρους μιας «μίνιμουμ» κοινωνικής ισορροπίας τότε η πορεία θα συνεχίζεται μεν από τους «ειδήμονες» στην κορυφή, αλλά το υποκείμενο του αγώνα θα παρουσιάζει εικόνα «αδιαφορίας» ή και «φυγής» μέσα από έμμεσες αρνήσεις που ισοδυναμούν ωστόσο με άμεσες θέσεις. Πιο συγκεκριμένα: Κυπριακό και «κοινή πορεία» δεν είναι απλά και μόνο οι όποιοι χειρισμοί γύρω από αυτή ή την άλλη «πρωτοβουλία Κουεγιάρ». Κυπριακό είναι και ορισμένα μεγάλα ζητήματα τα κοινωνικής προβληματικής. Το ζήτημα του πολιτιστικού μας είδους. Το ζήτημα πιο ειδικά της γλώσσας στη σημερινή Κύπρο. Το ζήτημα του ρουσφετιού, σε όλη την κρατική και κοινωνική του εμβέλεια με τις ανάλογες «παρενέργειες». Ειδικά για το τελευταίο σημείο, των ρουσφετιών, επιβάλλεται μια ανάλογα ειδική σημείωση: Αν το στίγμα της πορείας, αν η αναζήτηση του «μέσου», αν η απογοήτευση της απουσίας του «μέσου», έχει δημιουργήσει όρους κοινωνικής απόρριψης, άρα και λόγους για προσπάθεια ατομικής άρσης τους, ίσως, για όλα τούτα το κοινωνικό μέτωπο μιας πορείας να «μπάζει νερά». Ένας κόσμος που υποχρεώνεται να χαμογελάσει από πόρτα σε πόρτα, ένας κόσμος που «ευτυχεί» κινούμενος ανάλογα με τις «γνωριμίες» σε ένα χωρίς αρχές και ιδεολογία ευρύ δίκτυο πελατειακών σχέσεων και διαμεσολαβήσεων, δεν μπορεί να είναι κοινωνικά νικηφόρος κόσμος. Το ιστορικό συμπέρασμα: Ένας λαός με τάσεις επίπλαστης αξιοπρέπειας, με άπτερο ήθος, δημιουργημένο τεχνητά, είναι ασφαλώς ότι καλύτερο για έναν επιτήδειο Αττίλα, στο εσωτερικό μας. Σε ακραίο επίπεδο, ένας λαός του οποίου θίγεται συχνά η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, δεν μπορεί να κάνει ένα αξιοπρεπή αγώνα. Ίσως μάλιστα να γίνεται και σε ορισμένα επίπεδα το αντίθετο: Απογοήτευση για την πολιτική, κορεσμός, φυγή, ισοπέδωση των πάντων…

Πόσες φορές να είναι οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου που υπολογίζουν τη σημασία της ατομικής ψυχολογίας ή και του ατομικού ήθους στη διαμόρφωση των θέσεων τους ή και στις προοπτικές δημιουργίας ενότητας στο «εσωτερικό»;

Η κοινωνική διάσταση της «κοινής πορείας» μπορεί μέσα στο χώρο να αποτελεί τη λαϊκή ραχοκοκαλιά για τις άλλες παραμέτρους του Κυπριακού – διεθνή, αμυντική, οικονομική. Στον οικονομικό τομέα, η βελτίωση της θέσης των εργαζομένων μέσα σε μια δικαιότερη κατανομή του «κρατικού προϊόντος» ενδυναμώνει τις προοπτικές αντοχής και θωρακίζει αποτελεσματικότερα το «υποκείμενο» του αγώνα. Τους ίδιους του εργαζόμενους.

ΓΙΑ ΜΙΑ ΝΕΑ ΠΟΡΕΙΑ

Ο Πανεπιστημιακός δάσκαλος Απόστολος Λάζαρης δίνει μια άποψη κατευθείαν στην καρδιά του ζητούμενου στη σημερινή Κύπρο: «Υπάρχουν ακριβώς περιπτώσεις όπου η υπερκομματική πολιτική είναι η πιο αποτελεσματική κομματική πολιτική».

Ατυχώς η πραγματικότητα στην Κύπρο αναστρέφει την άποψη Λάζαρη: η πιο βαθιά κομματική πολιτική μέσα από «αφύσικες» κολυμβήθρες βαφτίζεται «υπερκομματική πολιτική» και «όστις θέλει οπίσω της ελθείν…». Ένας τρόπος πολιτικής λειτουργίας, που ενώ δίνει όρκους πίστης στην «κοινή πορεία» και στην «ανάγκη ενότητας», εντούτοις έχει αποδείξει πως είναι μια στατική αντίληψη περί πολιτικής.

Αλλά κι αν μια δυναμική προοπτική επιχειρήσει να αντικαταστήσει τη σημερινή εικόνα, οι επιφυλάξεις θα είναι αναπόφευκτες. Τα κόμματα διαφωνούν, έχουν άλλες «γραμμές». Πώς θα επιτευχθεί μια πορεία συναντίληψης όταν το σημερινό μέτωπο είναι πολυδιασπασμένο; Απάντηση σε όμοια ερωτήματα χρήζει μιας ευρύτερης ανάλυσης.

1) Αναζήτηση «κοινής πορείας» σημαίνει πολύχρονες προσπάθειες ώστε η αναζήτηση να αποκτήσει σάρκα και οστά. Και ασφαλώς μέχρι την μακρινή εκείνη περίοδο, κενό δεν θα υπάρξει. Κυβέρνηση υπάρχει και είναι η δική της πολιτική που κατά βάση θα ασκείται μέχρι τη διαμόρφωση εκείνων των χαρακτηριστικών μας ευρείας πολιτικής συναντίληψης – άρα και ενός διαμορφωμένου νέου μοντέλου πορείας.

2) Το κλασσικό απόφθεγμα περί «Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας» θα μπορεί να είναι ένα στοιχείο – επιστέγασμα των προσπαθειών για «κοινή πορεία». Στο βάθρο που ζητείται σήμερα ο σχηματισμός τέτοιας κυβέρνησης χωρίς προϋποθέσεις ή και χωρίς αρχές, ίσως τούτο το στοιχείο να μας δίνει και την ασφαλή, πρόβλεψη: Μια τέτοια κυβέρνηση, με τις σημερινές ιδιομορφίες του πολιτικού τρόπου του σκέπτεσθαι, θα έχει περιθώρια ζωής όσο – ίσως – και το χρονοδιάγραμμα της ορκωμοσίας της… Εξάλλου, όπως είναι γνωστό σε όλους, το άλογο οφείλει να προηγείται της άμαξας.

3) Κλειδί της επιτυχίας των προσπαθειών για «κοινή πορεία» – σε περιπτώσεις όπως το τωρινό «σχίσμα» των πολιτικών δυνάμεων του τόπου:

α) η διαμόρφωση «πλαισίου αγώνα». Ο καθορισμός των επιδιώξεων μας, με άλλα λόγια, ο προσδιορισμός του ως πού μπορούμε να φτάσουμε – με βάση την ανάγνωση των συσχετισμών εντός και εκτός Κύπρου, αλλά και των όρων που μπορεί να βελτιωθούν ή να επιδεινωθούν μέσα στο χρόνο.

β) Η διαμόρφωση «πλαισίου συμβιβασμού».Ο καθορισμός δηλαδή των όρων ασφαλείας που φιλοδοξούμε να διέπουν τη μακροπρόθεσμη λύση και που θα διασφαλίζουν προφανώς ένα λειτουργικό «ιστορικό συμβιβασμό».

4) Το οργανωτικό πεδίο των προσπαθειών έχει τη δυνατότητα να πάρει διάφορες μορφές. Μπορεί μια από αυτές να είναι ένας αναθεωρημένους τρόπος λειτουργίας. Του «Εθνικού Συμβουλίου». Μπορεί να είναι η σύσταση μιας Μόνιμης Διακομματικής Επιτροπής επαφής για το Κυπριακό και τις προοπτικές του. Το ζήτημα της οργανωτικής πλευράς ασφαλώς και μπορεί να ακούσει και εξειδικευμένες προτάσεις. Μένει όμως να ακούσει και την πολιτική βούληση των φορέων της πολιτικής, έτσι ώστε το οργανωτικό μέρος να έχει περισσότερο διαδικαστικό, παρά ουσιαστικό χαρακτήρα.

5) Κάθε πρωτοβουλία – προωθείται ή ακυρώνεται – σύμφωνα με το είδος του ιδεολογικού της προσανατολισμού. Πώς προσεγγίζει τις συγκυρίες, πώς φιλοδοξεί να τις υπερβεί – έστω και ετερόρρυθμα.

Μέσα στις σημερινές δυσμενείς (για την Κύπρο) ισορροπίες ασφαλώς ο καθένας έχει το δικαίωμα να κάνει λόγο για την ιδεολογική επάρκεια του πολιτικού μετώπου αποτροπής – όπως τουλάχιστο οριοθετείται σήμερα. Το πολυδιασπασμένο μέτωπο αποτροπής του σήμερα, δεν φαίνεται να ικανοποιεί ούτε αυτούς ακόμα τους δημιουργούς του. Στην αγωνία ή το παρατεταμένο αδιέξοδο, μια πρόταση που μπορεί να γίνει ρεαλιστική. Η τέλος πάντων που φιλοδοξεί να είναι εποικοδομητική.

Στο μέτωπο του διαχωρισμού, η θέση για τη δημιουργία και στήριξη ενός Πολυκομματικού Μετώπου Ευθύνης για ενδυνάμωση της πολιτικής προοπτικής για μια ενιαία και ανεξάρτητη Κύπρο.

Μια όμοια προοπτική αν δεν παρέχει – και δεν παρέχει – «συνταγές σωτηρίας», ωστόσο φιλοδοξεί να κινητοποιήσει τις δυνατότητες του Κυπριακού πολιτικού κινήματος σε κατευθύνσεις – τουλάχιστο – «ανεκτής συνεργασίας», άρα και πιο αποτελεσματικών όρων παρέμβασης στο συνολικό Κυπριακό ζήτημα μέσα στο χρόνο. Ένα «Πολυκομματικό Μέτωπο Ευθύνης» φιλοδοξεί να μεγιστοποιήσει τις δυνατότητες άσκησης λειτουργίας πολιτικής στα επίπεδα παρουσίας της: φιλοδοξεί να ενδυναμώσει ποσοτικά και να πυκνώσει ποιοτικά το είδος μιας πολιτικής πορείας σε συνθήκες «καιρών χαλεπών» που προδιαγράφουν ακόμα πιο δύσκολες συγκυρίες στο μέλλον.

Στην άσκηση συνολικής εθνικιστικής πολιτικής από την πλευρά της Άγκυρας, η απάντηση μπορεί να είναι η εθνικολαϊκή κοινή στρατηγική με βάση επεξεργασμένα διαγράμματα άμεσων και στρατηγικών επιδιώξεων. Με συνειδητή αποδοχή ενός ποιοτικά ανώτερου τρόπου επικοινωνίας ανάμεσα στις διπλωματικές δυνάμεις του τόπου.

6) Μια όμοια προοπτική επικάθηται σε μια συμπυκνωμένη παγκόσμια εμπειρία που, από όποια σκοπιά κι αν ιδωθεί, το συμπέρασμα είναι κοινό. Η φιλοσοφία των Συμμαχιών, κλειδί μιας νέας προοπτικής. Και οι διαφορές; Και οι εξάρσεις «κομματικού πατριωτισμού»; Τι θα γίνει; Στις διαδικασίες αναζήτησης ενός Πολυκομματικού Μετώπου Ευθύνης οι εκπλήξεις θα έχουν να διαδραματίσουν το δικό τους ρόλο.

Μερικές ηγεσίες κομμάτων, θα βρεθούν προ εκπλήξεων μόλις διαπιστώσουν τις ποσότητες συμφωνίας που υπάρχουν μεταξύ τους και που οι σημερινές ροπές «πολιτικαντισμού» κάνουν να είναι σαν σε περιθώριο.

Οι ποσότητες συμφωνίας – έστω και « δια Δύο» – μπορούν να κινήσουν σημαντικές εκπλήξεις. Μια επιμέρους διαφωνία δεν μπορεί λ.χ. να οδηγήσει σε αδιέξοδο άλλες πιθανές συμφωνίες. Κατοχυρώνουμε τις συμφωνίες, κατοχυρώνουμε και τις διαφωνίες μας. Έτσι μπορεί να αναδειχτεί ένα διαλεκτικό πολιτικά modus vivendi για το σύνολο των συμφωνιών, αλλά και το σύνολο των διαφωνιών.

7) Η πολιτική, για όσους την βλέπουν σαν μια κορυφαία εκδήλωση της ανθρώπινης δραστηριότητας, θα αποκτήσει θερμούς φίλους – αν κινηθεί σε ένα καινούργιο άξονα πορεία. Όχι βέβαια για να ικανοποιηθούν ή να κάνουν γυμναστική τα (όποια) δόγματα πάνω στον πολίτη. Αλλά για να μπορέσει η πολίτης να κάνει βήματα πέρα από τα δόγματα. Με το δικαίωμα συμμετοχής στην Άνοιξη για κάθε πολίτη, σε μια κοινωνία των πολιτών.

Με το δικαίωμα στο όραμα για κάθε πολίτη της αδέσμευτης σκέψης και του αέναου πάθους για την Πατρίδα – χωρίς προστάτες. Για την Κύπρο της Ειρήνης. Για να είναι, Κύπρος και Ειρήνη, ισόποσα αγαθά για όλους, ανεξάρτητα από εθνική προέλευση.

Του Λάρκου Λάρκου
Άρθρο στην εφημερίδα ο Φιλελεύθερος