Πρόοδος και Συντήρηση στα ανοικτά σύνορα
Πρόοδος και συντήρηση είναι έννοιες που έχουν περιεχόμενο, ταυτότητα και στόχους ανάλογα με το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο εξελίσσονται. Κάθε εποχή είχε τις ενστάσεις της: να διατηρήσουμε την παράδοσή μας, ήταν ένας κοινός τόπος σε πολλές περιόδους της νεοελληνικής ιστορίας. Η απόσταση από τις δυτικές κοινωνίες ήταν σημαντική και αυτό ενοχλούσε. Ο πολιτικός ηγεμονισμός ορισμένων δυτικών δυνάμεων ήταν μια δικαιολογημένη αιτία που προκαλούσε αντιπαραθέσεις και αποξένωνε τμήματα του ελληνικού έθνους από μια σαφή «δυτική πορεία» -ΕΟΚ, ΕΕ.
Η ελληνική πολιτιστική κληρονομιά ήταν πλούσια, και αντικατοπτρίζει διαφορετικές εκφράσεις (λ.χ. Σπάρτη, Αθήνα, Βυζάντιο, Κοινότητες επί Τουρκοκρατίας).
Η παράδοση όμως, δεν ήταν ποτέ μια, ούτε είχε καθολική αποδοχή – λ.χ. Γλωσσικό ζήτημα στον 20ο αιώνα, λαϊκή μουσική, εκπαιδευτική μεταρρύθμιση με τον Γ. Παπανδρέου, ελληνισμός και χριστιανισμός στα βυζαντινά χρόνια, Εκκλησία και Παραδόσεις.
Πίσω όμως από αυτές τις διαφορετικές ελληνικότητες, στην κοινή γνώμη υπήρχε σταθερά και αναλλοίωτα μια αμφισβήτηση της δυτικής πορείας της Ελλάδας ή της Κύπρου εξαιτίας της δίκαιης οργής για το ρόλο δυτικών δυνάμεων σε κρίσιμες στιγμές της νεότερης ιστορίας της Κύπρου (1974) ή της Ελλάδας (1967).
Υπήρχε μια εσωστρέφεια, μια αμυντική στάση ως αντίδραση στην άδικη αυτή συμπεριφορά. Η γοητευτική από την άλλη άποψη περί της συμμετοχής μας στην «καθ’ ημάς Ανατολή» προσέφερε κάποια συναισθηματική λύτρωση, αλλά ήταν πολιτικά αδιέξοδη. Ποιο ήταν το πολιτικό της όχημα;
Έτσι, έστω και με τα δύο «στρατηγικές με το ζόρι» ,η Ελλάδα με την συμβολή του Κ. Καραμανλή και η Κύπρος με το σχέδιο του Γ. Κρανιδιώτη είναι πλήρη μέλη της ΕΟΚ / 1981 ΕΕ (2004).
Σήμερα το ερώτημα «πρόοδος ή συντήρηση» έχει να κάνει με ένα συνολικό σχέδιο για να φθάσει μια κοινωνία σε πιο υψηλά επίπεδα ανάπτυξης (οικονομία, πολιτισμός, παιδεία κλπ.) και να κινηθεί με επάρκεια στον ευρωπαϊκό «μέσο όρο». Αυτή είναι μια οικονομική θεωρία που παραπέμπει τα κριτήρια / μεγέθη / αριθμούς. Όσα έθνη ή λαοί έχουν να πουν κάτι παραπάνω από τα «κριτήρια του Μάαστριχτ» έχουν το προνόμιο μέσα στο ευρωπαϊκό πλαίσιο να δουλέψουν με άλλες προτεραιότητες, με άλλες προσδοκίες, με άλλες ταχύτητες. Κανένας λαός δεν έχει χάσει την ταυτότητά του , συνεπώς δεν συντρέχει κανένας λόγος να χάσουμε την παράδοση μας επειδή είμαστε στην Ε.Ε. των 25. Η επίκληση της ταυτότητας ή οι φόβοι ότι θα χάσουμε την ιδιαιτερότητα μας συνδέονται μόνο με μια φοβική ελληνικότητα που βλέπει παντού εχθρούς, συνομωσίες και παγίδες.
Η ελληνική ταυτότητα μέσα στην Ε.Ε. αποκτά ένα ευρύτερο πλαίσιο και νέες δυνατότητες με τη σύνδεση της με τα σύγχρονα ρεύματα σκέψης και τις παγκόσμιες πολιτιστικές εξελίξεις. Η εθνική ταυτότητα θα αποκτήσει ένα δημιουργικό χρώμα εάν λειτουργεί σε ευρύτερα σύνολα, στα υπερεθνικά σχήματα όπως η Ε.Ε.
Η κατανάλωση της παράδοσης συνδέεται με μια «τουριστική» ματιά στον πολιτιστικό μας πλούτο. Η ταυτότητα πρέπει να αγκαλιάσει τις νέες εξελίξεις, τους νέους τομείς αξιοποίησης της μνήμης, να διευρύνει το ίδιο το περιεχόμενο της, άρα δεν έχει να φοβηθεί τίποτα από την πρόκληση που δημιουργούν τα ανοικτά ευρωπαϊκά σύνορα.
Η πολιτεία χρειάζεται να διαγράψει αυτό το νέο πλαίσιο αλλαγών και να παρέχει τα μέσα για να μπορεί η Κύπρος να είναι με αξιώσεις σε αυτό το πολιτιστικό συναγωνισμό, συνεπώς να ανταποκριθούμε με αξιώσεις στο ερώτημα «πρόοδος ή συντήρηση» σήμερα. Η παράδοση, η πολιτιστική ανάπτυξη, η πρόοδος συνδέονται με την ανάγκη να είμαστε παρόντες με πολιτιστικές προτάσεις. Κύπρος και Ελλάδα μαζί, Κύπρος και Ελλάδα ξεχωριστά έχουν την ευκαιρία να σχεδιάσουν πάνω σε νέα πολιτιστικά σχέδια αυτά που η έννοια «πρόοδος» σηματοδοτεί στη σύγχρονη εποχή. Το προνόμιο είναι μοναδικό για την Κύπρο και την Ελλάδα: συμμετέχοντας στην Ε.Ε. των 25 έχουν το πλεονέκτημα να διαθέτουν πολιτιστικές γέφυρες με χώρες της Μ. Ανατολής, ενώ ασκούν πολιτιστική γοητεία στην Α. Ευρώπη και τα Βαλκάνια. Η πολιτιστική ανάπτυξη που είναι εξωστρεφής αξιοποιεί όλα τα πλεονεκτήματα της για να εμπλουτίσει τη σύγχρονη πολιτιστική δημιουργία.