Το δίκτυο ασφαλείας για την Κύπρο
Σε ένα κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο κυριαρχούν αβεβαιότητες, αγωνίες και ερωτηματικά (κατοχή, επίλυση) υπάρχει πρόσφορο έδαφος για να αναπτυχθεί περαιτέρω η στρατηγική της σύγχυσης. Οι κύπριοι πολίτες θέτουν ερωτήματα για τις επιδιώξεις της Τουρκίας και η ιστορική εμπειρία επιβεβαιώνει τους δισταγμούς και τις αμφιβολίες τους..
Είναι κεντρικό ζήτημα στις διεργασίες για την επίλυση του κυπριακού να αντιμετωπισθεί το αίσθημα ανασφάλειας των Ε/Κ όπως αυτή προκύπτει από τις περιπέτειες του παρελθόντος και κυρίως από την τραγωδία του 1974.Η πλειοψηφία των ε/κ θέτει συστηματικά το ερώτημα κατά πόσον η Τουρκία θα τηρήσει την υπογραφή της σε ένα τελικό κείμενο συμφωνίας.
Το δικαιολογημένο αυτό ερώτημα είναι ταυτόσημο με την ίδια την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ε.Ε. από τις 16 Απριλίου 2003 με ολοκλήρωση στο διαδικαστικό- τυπικό της στοιχείο την 1 Μαϊου 2004. Η Ε.Ε. έχει κατακτήσει με έργα 50 ετών την ειρηνική συνύπαρξη ανάμεσα στα κράτη – μέλη, την αναζήτηση συμβιβαστικών συμπεριφορών από τα μέλη, την οικοδόμηση μιας συνεπούς ζώνης σταθερότητας μέσα στο θεσμικό της πλαίσιο. Κατά συνέπεια, το σχέδιο «Κύπρος – Ε.Ε.» με την τελική ένταξη στη ζώνη της σταθερότητας είναι το δίκτυο ασφάλεια για τους Ε/Κ, είναι η ομπρέλα πολιτικής και διπλωματικής ενδυνάμωσης σε όλα τα επίπεδα. Η Ε.Ε. είναι ο κεντρικός ρυθμιστής των επί μέρους συμφερόντων ανάμεσα στα κράτη μέλη, ο μηχανισμός που ισορροπεί ανάμεσα στο γενικό και το ειδικό, και η εμπειρία δείχνει ότι τα έχει καταφέρει σε γενικές γραμμές.. Ασφαλώς σε μια τελική λύση στο κυπριακό το σύστημα εγγυήσεων είναι μεγάλης σημασίας και πρέπει να ανταποκρίνεται στην ιδιότητα της Κύπρου ως κράτους-μέλους της ΕΕ. Αυτό όμως που είναι το στρατηγικό στοίχημα για τη Λευκωσία είναι να δουλέψει πάνω στο ευρωπαικό πλαίσιο που παρέχει το υλικό για να είναι το δίκτυο ασφαλείας αποτελεσματικό δίκτυο για την ευρωπαική Κύπρο.
Στον πολιτικό αγώνα δεν υπάρχουν πλαίσια ασφαλείας που με μαγικό ραβδί επιλύουν τα πάντα.. Το δίκτυο ασφαλείας οικοδομείται με την δραστήρια συμμετοχή μας στην Ε.Ε., με την δημιουργία νέων συμμαχιών, με τους χειρισμούς της, και την παρουσία της, με δίκτυα ανάπτυξης συμφερόντων μέσα στην Ε.Ε. (οικονομικά, πολιτικά, αμυντικά, πολιτιστικά, συμμετοχή σε προγράμματα, δράσεις που να προωθούν κοινά ευρωπαϊκά συμφέροντα). Όλα αυτά βελτιώνουν την εικόνα της Κύπρου, της δίνουν κύρος και αξιοπιστία. Το δίκτυο ασφαλείας συνδέεται με τις ιδέες, τις πρωτοβουλίες , το κύρος που δημιουργεί ένα νέο μέλος της ΕΕ και με τις δικές του πρωτότυπες σκέψεις που δείχνουν μια κατανόηση του ευρύτερου κοινοτικού συμφέροντος.
Η Κύπρος είναι στην Ε.Ε. από τις 16 Απριλίου 2003 και το γεγονός αυτό δεν βελτίωσε το αίσθημα ασφάλειας των Ε/Κ γιατί ορισμένα τμήματα της πολιτικής ηγεσίας υποστήριξαν ή αποδέχθηκαν την ένταξη από ανάγκη, όχι από επιλογή, από μικροϋπολογισμούς, όχι από ορθολογιστική ανάλυση του διεθνούς περιβάλλοντος και το ρόλο της Κύπρου σε αυτό.
Όσοι απλά ήταν θεατές ή αντίθετοι με τις μεγάλες πολιτικές πρωτοβουλίες (Τελωνειακή Ένωση.-1988, 6 Μαρτίου 1995, Ελσίνκι,1995), δεν ήταν εύκολο να πείσουν ότι έχουν κατανοήσει τη βαθύτερη σημασία της 16ης Απριλίου 2003.
Η ενταξιακή πορεία συνιστούσε μια πορεία μεταμόρφωση της Κυπριακής Δημοκρατίας – από το κίνημα των Αδεσμεύτων στην συμμετοχή της στην ΕΕ. Αυτή η μεταμόρφωση δεν έγινε ένα μαζικό πολιτικό «κεκτημένο» γιατί οι δυνάμεις της αμφιβολίας έβλεπαν διαρκώς παγίδες, ναυάγια, αποτυχίες.. Είναι η διορατικότητα του Γ. Κρανιδιώτη που πίεζε για εξελίξεις και πρωτοβουλίες και αυτό δημιουργούσε ένα κλίμα σύγχυσης ως προς το τελικό αποτέλεσμα.
Η εξωτερική πολιτική χρειάζεται χρόνο, επιμονή και συνέπεια για να φέρει αποτελέσματα και πριν από όλα θέλει σχέδια, στόχους, τεκμηρίωση, πολιτικό προσωπικό που να ανταποκρίνεται με επάρκεια στους καθορισμένους τελικούς στόχους.