Το δίλημμα της ΑΤΗΚ.
Η συζήτηση είχε τον τίτλο «αυτονόμηση της ΑΤΗΚ». Η κυβέρνηση παρουσίασε στην Επιτροπή Συγκοινωνιών της Βουλής στις 23 Σεπτεμβρίου την άποψή της για το μέλλον της ΑΤΗΚ. Το νομοσχέδιο θα αντικαταστήσει όλους τους νόμους που διέπουν τη λειτουργία της ΑΤΗΚ, η οποία θα ονομαστεί σε «Αυτόνομες Τηλεπικοινωνίες Κύπρου». Οι αντιθέσεις ήταν σημαντικές.
Η κυβέρνηση δια του Γ.Δ. του Υπουργείου Οικονομικών Α. Πατσαλίδη υποστήριξε ότι «το νομοσχέδιο ετοιμάσθηκε με στόχο να παρασχεθεί στην αρχή η απαιτούμενη ευελιξία ώστε να μπορέσει να αντεπεξέλθει στο ελευθεροποιημένο περιβάλλον που επιβάλλει η ΕΕ και για να εξυπηρετήσει την πολιτική ότι δεν ιδιωτικοποιείται κανένας οργανισμός δημόσιας ωφέλειας…η ΑΤΗΚ θα δραστηριοποιείται σε περισσότερους τομείς και θα ιδρύει θυγατρικές εταιρείες…ο εποπτικός ρόλος ανατίθεται στο Υπουργικό Συμβούλιο και θεσμοθετείται όργανο εσωτερικού ελέγχου…παρέχεται στην ΑΤΗΚ όπως και στην ΑΗΚ το ίδιο φορολογικό καθεστώς (10%) με τις άλλες δημόσιες εταιρείες».
Ο πρόεδρος Δ.Σ. της ΑΤΗΚ Σ. Κρεμμός εξέφρασε τη διαφωνία του με το προταθέν νομοσχέδιο λέγοντας ότι «απονευρώνει» το Δ.Σ. της ΑΤΗΚ, εκχωρώντας τις εξουσίες του στο Υπουργικό Συμβούλιο και το Υπουργείο Οικονομικών. Σε δήλωσή του ο Σ. Κρεμμός είπε πως «με βάση το άρθρο 18 του νομοσχεδίου προβλέπει πως το ύψος των τελών για τις υπηρεσίες θα αποφασίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο» και ότι η ΑΤΗΚ «θα εμπλακεί στις γραφειοκρατικές διαδικασίες του Υπουργείου Οικονομικών και η ευελιξία δεν θα είναι παρά σύνθημα» ( στοιχεία από το ΚΥΠΕ, 23/9).
Η πρόταση της κυβέρνησης, εκτιμώ, ότι είναι αντιφατική. Είναι λ.χ. σωστή η εισήγηση για την παροχή στην ΑΤΗΚ της δυνατότητας να ιδρύει θυγατρικές εταιρείες. Η πρόταση, ωστόσο, τελικά περιπλέκει την λειτουργία της ΑΤΗΚ, π.χ. το Υπουργικό Συμβούλιο θα αποφασίζει το ύψος των τελών (!), και το Υπουργείο Οικονομικών, ως γνωστόν, έχει άλλη αποστολή από τον έλεγχο της ΑΤΗΚ…
Στην πραγματικότητα επιχειρείται η νομοθέτηση ενός ξεπερασμένου μοντέλου διοίκησης την στιγμή που η ΑΤΗΚ, όπως και άλλοι ημικρατικοί οργανισμοί, χρειάζεται να δουλέψουν με σύγχρονο πνεύμα, σε άλλη κατεύθυνση. Σήμερα χρειάζεται να πάμε μπροστά, όχι να γυρίσουμε στον φαύλο κύκλο του κεντρικού ελέγχου. Οι πιο κάτω εισηγήσεις που παραθέτω, κατά τη γνώμη μου, βοηθούν στον πραγματικό εκσυγχρονισμό της ΑΤΗΚ:
Πρώτο, επείγει η αλλαγή στον τρόπο διορισμού μελών στα Δ.Σ. των ημικρατικών οργανισμών. Σήμερα γίνεται με βάση την κομματική «νομιμοφροσύνη» ή τις κομματικές συμμαχίες στις προεδρικές εκλογές. Αύριο μπορεί να γίνονται με βάση τη δυνατότητα προσώπων να υλοποιήσουν μια στρατηγική, με βάση την ειδική γνώση.
Δεύτερο, ο Γ.Δ. ενός ημικρατικού οργανισμού μπορεί να προέρχεται είτε από το εσωτερικό προσωπικό, είτε από την ελεύθερη αγορά, η θέση να είναι ανοικτή για διεκδίκηση σε κάθε πολίτη με τις ειδικές γνώσεις και τις κατάλληλες ηγετικές ικανότητες.
Τρίτο, η πολιτική της μερικής μετοχοποίησης με το δημόσιο να ελέγχει το πλειοψηφικό πακέτο, προσφέρει νέες δυνατότητες αύξησης του κεφαλαίου και παρέχει νέες δυνατότητες επενδύσεων προς όφελος τόσο του κοινωνικού συνόλου όσο και των εργαζομένων σε ένα ημικρατικό οργανισμό.
Τέταρτο, τα πάγια ή κεφαλαιουχικά κέρδη ημικρατικών οργανισμών αποτελούν εθνικό πλούτο και η με νομοθετική ρύθμιση κατάθεσή τους στις τράπεζες αποτελεί αναχρονιστική πρακτική. Η αξιοποίηση αυτού του τεράστιου κεφαλαίου μπορεί να δώσει ώθηση σε νέες επενδύσεις προς όφελος του καταναλωτή και της οικονομίας γενικότερα.
Πέμπτο, νέα, αντιγραφειοκρατική δομή με αξιοποίηση στοιχείων από την ανοικτή αγορά. Το ζήτημα λ.χ. της παροχής υπηρεσιών της ΑΤΗΚ και το Σαββάτο είναι σημαντικό, περαιτέρω αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων που προσφέρει η ηλεκτρονική εποχή με μείωση της απόστασης από τον πελάτη.
Έκτο, το συνδικαλιστικό κίνημα στο χώρο των ημικρατικών οργανισμών έχει μακρά εμπειρία από διεκδικήσεις και προσαρμογές σε νέα δεδομένα. Συνεπώς και τώρα μπορεί να δουλέψει με άλλους ρυθμούς και οι αλλαγές να προκύψουν με τη δική του δημιουργική συναίνεση.
Εκτιμώ ότι άλλες προτεραιότητες χρειάζεται η ΑΤΗΚ, αυτές που μπορούν να την κάνουν πιο ισχυρή στη σημερινό ανοικτό, ανταγωνιστικό περιβάλλον που η ΕΕ έχει θεσμοθετήσει. Η εισήγηση της κυβέρνησης συνολικά δεν βοηθά. Με διάλογο και πειθώ μπορεί να πάμε σε μια διαφορετική κατεύθυνση.