Το γιασεμί του Μ. Τόκα.
Ο Μάριος Τόκας με το σπάνιο ταλέντο του μπήκε για τα καλά στο πάνθεο των μεγάλων μουσικών. Πιστεύω ότι οι μπαλάντες του είναι στην κορυφή της ελληνικής μουσικής δημιουργίας. Αυτό ήταν το δικό του ταλέντο: σε μια εποχή που ηχούσαν οι σειρήνες του εύκολου, ο Μάριος έδειξε επιμονή. Πάντα ποιοτικός, γιατί η ψυχή του ήταν ποιοτική. Έδωσε μουσική στον Γ. Ρίτσο, τον Θ. Πιερίδη, τον Λουί Αραγκόν μέσω Α. Νεοφυτίδη, το Κώστα Μόντη, τον Κ. Χαραλαμπίδη. Με τα τραγούδια του, με τις υπέροχες μπαλάντες του γέμισε τον κόσμο γιασεμί και έντυσε με τις νότες του βαθιά ανθρώπινα συναισθήματα: την αγάπη, τη χαρά, τη λύπη, τη μοίρα, τον έρωτα, τη θυσία.
Η Κύπρος του πολιτισμού χάνει έναν σπουδαίο εκφραστή της, από τους λίγους που μπορούσε να πάρει τη μουσική του δημιουργία μακριά από τα σύνορα της Κύπρου ή της Ελλάδας.
Κρατώ επίσης από τον Μάριο τις ευαισθησίες του για την Κύπρο: βαθιά κύπριος, ανοικτός έλληνας, με πάθος για κάθε εξέλιξη για την πολιτική και πολιτιστική ζωή στην Λευκωσία και την Αθήνα. Ενημερωμένος, με άποψη, με κριτικές σκέψεις για ότι τον εμπόδιζαν να είναι αληθινός. Ανοικτός στην προοδευτική σκέψη συνδύασε με επιτυχία την πρόοδο με την παράδοση, το μπουζούκι με το βυζάντιο, την αριστερη παιδεία με την οικουμενική αντίληψη για τη μεγάλη δημιουργία. Είναι το ίδιο μουσικό ταλέντο που τραγούδησε τις απορίες του Κ. Μόντη, το δίλημμα της Ν. Γιασίν, την απόφαση του Γρ. Αυξεντίου, το θρήνο της Θεομήτορος Μαρίας, τις υπέροχες μπαλάντες στα «Βοριαδάκια», το βαθύ ζεϊμπέκικο με τα «Λαδάδικα». Είναι η ίδια η ψυχή του Τόκα: δεν μπορούσε να αγαπά λιγότερο τον Παλληκαρίδη από τον Ρίτσο, τον Κ. Μόντη από τον Τ. Ανθία. Ο οικουμενικός Τόκας αγκάλιασε με το έργο του διαχρονικές αξίες, πέρασε πέρα από τα ιδεολογικά σύνορα για να δώσει στο έργο του τη σφραγίδα του λιτού, του αληθινού, και του κλασσικού. Ο αυθεντικός Τόκας υπήρξε ο οικουμενικός Τόκας.
Ταυτόχρονα ήταν ένας ενεργός πολίτης, ένας εκλεκτός διανοούμενος, ένας μεγάλος κύπριος που τίμησε όσο λίγοι την κυπριακή του ταυτότητα στον ελλαδικό χώρο.
Ο Μ. Τόκας τιμήθηκε με το βραβείο πρωτοποριακής δημιουργίας Γ. Κρανιδιώτης το 2002. Με δική του εισήγηση η Επιτροπή του Βραβείου απένημε το βραβείο στον –όπως είπε ο ίδιος- «μεγαλύτερο κύπριο ποιητή», τον Κώστα Μόντη, το 2003. Ήταν παρών στην εκδήλωση για τον Μόντη. Τραγούδησε στο πιάνο ποίηση του Νίκου Κρανιδιώτη στη μνήμη Γιάννου και Νικόλα Κρανιδιώτη.
Ήταν «γεμάτος» ο εσωτερικός κόσμος του Μ. Τόκα. Γι’ αυτό και παρέμεινε πάντα πολίτης με ήθος, με ευπρέπεια, με σεμνότητα. Το έργο του θα αντέξει επειδή είναι κλασσικό. Ο χρόνος θα δώσει ακόμα πιο μεγάλη διάσταση στη μουσική του υπογραφή. Σε κάθε μέρος που πήγε η μουσική του. Στη Λεμεσό, στη Βιέννη, στην Αθήνα, στην Αμμόχωστο και ασφαλώς όπου μυρίζει γιασεμί…
Λάρκος Λάρκου