Το κλασσικό ερώτημα
Η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ ενίσχυσε το αίσθημα ασφάλειας των ε/κ και τόνωσε την αντίληψη ότι δεν είμαστε μόνοι. Η αλλαγή αυτή έχει επιτρέψει στην Κύπρο να αποκτήσει ένα νέο πεδίο διεκδίκησης, διαβούλευσης και συμβιβαστικών συμπεριφορών που εξυπηρετούν ταυτόχρονα τα εθνικά και τα ευρωπαϊκά/κοινοτικά συμφέροντα. Έτσι εξελίσσεται για 50 τόσα χρόνια η ΕΕ και η ένταξη της Κύπρου δεν θα ανατρέψει αυτό τον κανόνα. Σε ορισμένους συμπατριώτες μας έχει αναπτυχθεί η αίσθηση ότι με ένα κουμπί μπορεί η Κύπρος να επιβάλει όλους τους όρους της. Κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό γιατί εάν ήταν έτσι τα πράγματα δεν θα υπήρχε ΕΕ, ή εάν υπήρχε, θα ήταν ακόμα στην εποχή της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα.
Αν κάθε μέλος προσέρχεται σε μια κοινοτική συνεδρίαση με την επιθυμία να τα «πάρει όλα», τότε όλα θα ήταν ακίνητα. Στην Κύπρο κάθε συζήτηση για την πολιτική μας στην ΕΕ περιλαμβάνει και ένα βέτο (72 αρίθμησε ο Τ. Παπαδόπουλος), άλλοι ζητούν βέτο σε κάθε κεφάλαιο της ενταξιακής διαπραγμάτευσης. Στην πράξη τα κεφάλαια της τουρκικής υποψηφιότητας ανοίγουν (6 ήδη, συν 2 με 3 στο α’ εξάμηνο του 2008 επί σλοβενικής προδρίας) αλλά βέτο δεν ασκείται και καμμία εξήγηση δεν υπάρχει. Συχνά στην πατρίδα μας ζούμε σε ένα κόσμο δημαγωγίας, παραπλάνησης, καλλιέργειας ψευδαισθήσεων γιατί δεν μπορούμε να ακολουθήσουμε με έργα μια επιτυχημένη ευρωπαϊκή πολιτική. Σύμφωνα με τους κανονισμούς μπορεί να υπάρξει τερματισμός της διαπραγμάτευσης με απόφαση του 1/3 των μελών και συμφωνία του Συμβουλίου. Μια χώρα μόνη της δεν μπορεί να ακυρώσει μια διαδικασία που έχει ξεκινήσει, κάτι άρχισε με ομοφωνία. Μπορεί ένα μέλος μόνο του να δημιουργήσει προσωρινά προβλήματα, αλλά η διαπραγμάτευση θα συνεχιστεί με άνοιγμα του επόμενου κεφαλαίου και το προηγούμενο θα επανέλθει πιο ύστερα. Είναι μέρος της κοινοτικής πρακτικής: εάν δυσκολεύεις μια διαπραγμάτευση, αυτόματα τίθεται το ερώτημα.Τι ζητάς ως αντάλλαγμα για να συναινέσεις; Κάθε μέλος θέτει τα αιτήματά του στο τραπέζι της διαραγμάτευσης. Στην περίπτωση που η Κύπρος ενδιαφέρεται να εμποδίσει ή να δυσκολέψει τη διαπραγμάτευση της τουρκικής υποψηφιότητας, θα ερωτηθεί από τους εταίρους: τι ζητάς ως αντάλλαγμα για να άρεις τις αντιρρήσεις σου; Δυστυχώς, σχεδόν τέσσερα χρόνια ως μέλος της ΕΕ, η Κύπρος δεν έχει απαντήσει αυτό το «κλασσικό» κοινοτικό ερώτημα.
Στο συνολικό επίπεδο με δύο τρόπους μπορεί ένα μέλος να επιτύχει τους μέγιστους στόχους του: είτε στην αρχή μιας διαπραγμάτευσης -απαιτείται ομοφωνία ανάμεσα στα μέλη-, είτε στο τέλος της διαδικασίας-απαιτείται και έγκριση από τα εθνικά κοινοβούλια. Η έναρξη της ενταξιακής διαπραγμάτευσης της Τουρκίας έγινε στις 3 Οκτωβρίου 2005. Τι αιτήματα υπέβαλε η Κύπρος; Ποιος τα θυμάται; Τι έγινε από τότε; Στην πραγματικότητα η Τουρκία προχωρεί στον ενταξιακό της δρόμο χωρίς κανένα πραγματικό αντάλλαγμα στην Κύπρο. Αυτό είναι και η απόδειξη ότι η διαπραγμάτευση της 3ης Οκτωβρίου 2005 υπήρξε η χειρότερη δυνατή από την πλευρά της κυπριακής κυβέρνησης. Στην πιο σημαντική στιγμή, η Κύπρος μπορούσε να προβάλει /αξιοποιήσει/ανταλλάξει το βέτο με την ουσία του κυπριακού (εισβολή/κατοχή/επίλυση). Η κυβέρνηση κατέβασε τον πήχυ τόσο χαμηλά που ουδείς πλέον θυμάται γιατί συναινέσαμε να αρχίσει η κατοχική δύναμη ενταξιακές συνομιλίες…