Το Κρανς Μοντανά διά χειρός Έϊντε
Η συνέντευξη που έδωσε στον Απ. Ζουπανιώτη στο ΚΥΠΕ ο Ειδικός Σύμβουλος του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ για την Κύπρο, Έσπεν Μπαρθ Έιντε στις 22 Ιουλίου είναι μια σημαντική παρέμβαση στις εξελίξεις όπως αυτές (δεν) διαμορφώνονται μετά την θεαματική αποτυχία στις συνομιλίες στο Κρανς Μοντάνα. Με τα σχόλια ή τις εκτιμήσεις του συμβάλλει στην καλύτερη κατανόηση θεμάτων που έτρεξαν στο διάστημα από τις 28 Ιουνίου έως τις 7 Ιουλίου. Από όποια σκοπιά και να δει κανείς τη συνέντευξη, θα την βρει σημαντική και θα σταθεί οπωσδήποτε στις κρίσιμες στιγμές που οδήγησαν σε ναυάγιο και αυτή την προσπάθεια αλλά και σε νέα θέματα που πρώτη φορά βλέπουν το φως της δημοσιότητας όπως λ.χ. το γεγονός πως ο ΟΗΕ λέει με σαφήνεια πως «η Συνθήκη Εγγυήσεων και το δικαίωμα επέμβασης έπρεπε να λήξουν αμέσως». Παραθέτω είκοσι σημεία από αυτήν:
- Επιχειρεί συνολική αποτίμηση της προσπάθειας: «Όταν λέω ότι πρόκειται για συλλογική αποτυχία, πρέπει να πω ότι περιλαμβάνει όλους όσοι ήταν εκεί. Αν κάτι αποτύχει, όλοι πρέπει να σκεφτούν τι πρέπει να κάνω για να το βελτιώσω, αντί να τρέχω και να πω ότι όλοι οι άλλοι έκαναν τα λάθη. Πρέπει να πω ότι αισθάνθηκα πως είμαστε πολύ καλά προετοιμασμένοι».
- Διατυπώνει μια νέα κατεύθυνση στα ζητήματα ασφάλειας: «Είχαμε πάρα πολλές διμερείς συναντήσεις, πηγαινοερχόμαστε μεταξύ των εγγυητών, αναπτύσσοντας πολλές συγκεκριμένες ιδέες για την ασφάλεια και τις εγγυήσεις και μπορώ να σας πω τώρα ότι από νωρίς είχα την πεποίθηση πως η Συνθήκη Εγγυήσεων και το δικαίωμα επέμβασης έπρεπε να λήξουν αμέσως. Δεν υπάρχει χώρος γι’ αυτά σε ένα σύγχρονο κυρίαρχο κράτος».
- Εξηγεί τις θέσεις του για τα τουρκικά στρατεύματα: «Τα στρατεύματα είναι κάτι άλλο. Μερικά από τα στρατεύματα που βρίσκονται στην Κύπρο έχουν την προέλευσή τους από τη Συνθήκη Συμμαχίας του 1960. Αυτή ήταν μια ιδέα κάποιου είδους αμυντικής συμμαχίας μεταξύ της Κύπρου και ορισμένων γειτονικών κρατών. Αυτό είναι πραγματικά φυσιολογικό. Πολλές χώρες έχουν αμυντική συνεργασία με άλλους. Μπορείτε να έχετε ή δεν μπορείτε να έχετε. Είναι μια επιλογή, υπό την έννοια ότι αν θέλετε τη στρατιωτική παρουσία. Αλλά, τα στρατεύματα που ήρθαν το 1974 κατά την άσκηση του λεγόμενου δικαιώματος παρέμβασης – το οποίο βεβαίως αμφισβητείται – δεν δικαιολογούνται πλέον στην κατάσταση μετά τη διευθέτηση, διότι βάση του τουρκικού επιχειρήματος – με το οποίο οι Ελληνοκύπριοι δεν συμφωνούν – ήταν εκεί για να αποκαταστήσουν τη συνταγματική τάξη. Αν υπάρξει διευθέτηση, υπάρχει πραγματικά μια συνταγματική τάξη, έτσι ώστε το επιχείρημα να έχει εκλείψει».
- Δίνει πληροφορίες για τη γνωστή πρόταση για ένα Σύμφωνο Φιλίας και εξηγεί τις ε/κ ανησυχίες: «Η ιδέα ήταν να αναπτυχθεί μια έννοια ασφάλειας, όπου τα στρατεύματα θα μειωθούν γρήγορα στο επίπεδο της Συνθήκη Συμμαχίας και επίσης θα επιστρέψουν στο σκοπό της Συνθήκης Συμμαχίας, την οποία θα μπορούσαμε να μετονομάσουμε. Θα μπορούσε να γίνει Σύμφωνο Φιλίας, όπου θα έχετε περιορισμένο αριθμό στρατευμάτων για κάποιο χρονικό διάστημα, αλλά χωρίς απολύτως καμία σύνδεση με οποιονδήποτε εσωτερικό ρόλο, με άλλα λόγια, χωρίς κανένα ρόλο στα εσωτερικά θέματα…Νομίζω ότι αυτό εξυπηρετεί σε μεγάλο βαθμό την ελληνοκυπριακή ανησυχία ότι ένα σύγχρονο κράτος δεν μπορεί να έχει ένα σύστημα όπου άλλα κράτη θα διατηρούν μονομερές δικαίωμα επέμβασης. Εάν κάποια στρατεύματα επρόκειτο να παραμείνουν, ακόμα και για κάποιο χρονικό διάστημα, έπρεπε να πλαισιωθούν στη λογική κάποιου είδους αμοιβαία συμφωνημένου αμυντικού διακανονισμού, δηλαδή αυτό που αρχικά ήταν γνωστό ως Συνθήκη Συμμαχίας».
- Επιχειρεί κάποια σχόλια για τις ανησυχίες των τ/κ: «Ωστόσο, για να φτάσουμε σε αυτόν τον στόχο, θα έπρεπε πρώτα να απαντήσουμε σε μια άλλη ερώτηση, που ήταν η ανησυχία των Τουρκοκυπρίων: Πώς μπορούμε να είμαστε ασφαλείς χωρίς την παρουσία τουρκικών στρατευμάτων; Τι θα συμβεί αν τα πράγματα καταλήξουν ξανά σε τρομερά λάθος, όπως συνέβη τότε μεταξύ 1963 και 1974; Τότε προσπαθήσαμε να πούμε ότι εάν είχαμε έναν διεθνή μηχανισμό παρακολούθησης της εφαρμογής τουλάχιστον για το χρόνο που θα χρειαστεί μέχρι να ολοκληρωθεί πλήρως η διαδικασία για όλες τις πτυχές της υλοποίησης, αυτό το γεγονός θα μπορούσε να αποκλείσει την ανάγκη ύπαρξης συστήματος εγγύησης, επειδή τώρα βρίσκεστε κάτω από κάποιο είδος μηχανισμού παρακολούθησης του ΟΗΕ. Αυτό, σε συνδυασμό με όλες τις εσωτερικές πτυχές – τη συνταγματική τάξη, τον σεβασμό της πολιτικής ισότητας και των μηχανισμών εσωτερικής ασφάλειας των ομοσπονδιακών και των συνιστωσών πολιτειών – θα εξυπηρετούσε αυτό το οποίο κάνει μια χώρα, με την ομοσπονδιακή, την πολιτειακή, την τοπική αστυνομία κ.λπ».
- Μιλά για θεμελιώδη αλλαγή μέσα σε ένα νέο σύστημα ασφάλειας: «Το αποτέλεσμα θα ήταν μια θεμελιώδης αλλαγή στο σύστημα ασφαλείας, αλλά ταυτόχρονα θα απαντούσε σε μερικές από τις ανησυχίες των Τουρκοκυπρίων. Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα πράγματα – και για μερικούς από εμάς μια επιμορφωτική εμπειρία – ήταν η δεύτερη σύνοδος της Διάσκεψης, το Μοντ Πελεράν, όπου έγινε πολύ σαφές σε όλους μας πως οι ανησυχίες του μέσου Ελληνοκύπριου και οι ανησυχίες των Τουρκοκυπρίων ήταν σε διαφορετικά επίπεδα. Οι Τουρκοκύπριοι έχουν κληρονομήσει από την ανάγνωση της ιστορίας της δεκαετίας του 1960 μια ανησυχία για τη ζωή και την περιουσία των ατόμων, αλλά και μια ανησυχία για την ταυτότητα και την κοινότητα. Έτσι οι ανησυχίες τους είναι του επιπέδου της κοινότητας. Η ελληνοκυπριακή ανησυχία είναι περισσότερο η ανησυχία για την ασφάλεια του κράτους και πώς διασφαλίζουμε ένα κυρίαρχο κράτος χωρίς κίνδυνο παρεμβάσεων από άλλες χώρες. Και οι δύο ανησυχίες είναι απόλυτα δικαιολογημένες και στην πραγματικότητα δεν είναι ασυμβίβαστες. Θα μπορούσατε να απαντήσετε και στα δύο με τον ίδιο τρόπο. Απομακρύνουμε το δικαίωμα των άλλων χωρών να παρέμβουν, αλλά διατηρούμε ένα διεθνές σύστημα που εγγυάται ότι η υλοποίηση θα συμβεί και κανείς δεν θα αποσπαστεί από το κράτος».
- Μιλά σε κάποιο βαθμό για το παρασκήνιο της μεγάλης νύχτας στο Κρανς Μοντάνα, βράδυ 6ης, ξημερώματα 7ης Ιουλίου: «Είναι δύσκολο να μιλήσω για εμπιστευτικές συνομιλίες. Πρέπει να διατηρήσω κάποια πράγματα εμπιστευτικά. Αυτό που μπορώ να σας πω είναι ότι ο ΓΓ δεν παρερμήνευσε τίποτα. Ήμασταν στην ίδια συνάντηση και ήταν αρκετά σαφές τι συνέβαινε. Από τις διάφορες διμερείς επαφές είδαμε τη δυνατότητα να φτάσουμε εκείνη τη νύχτα στο τελικό συνολικό πακέτο. Ένα συνολικό πακέτο με πολλά στοιχεία σε αυτό, ένα από τα οποία θα ήταν το τέλος των εγγυήσεων».
- Μιλά για το ζήτημα της καταγραφής μιας ενδεχόμενης συμφωνίας στο ζήτημα της ασφάλειας: «Η συμφωνία θα καταγραφόταν από εμάς αφού θα συμφωνείτο από τους επικεφαλής της αντιπροσωπείας (των αντιπροσωπειών). Είναι κατ’ ακρίβεια μια φυσιολογική διαδικασία στο τέλος παρόμοιων διαπραγματεύσεων. Όλα τα μέρη είχαν ορισμένες γραπτές προτάσεις, αλλά υπήρχαν και ορισμένα πράγματα που είπαν στον ΓΓ. Επειδή ο ΓΓ δοκίμαζε τα όρια του καθενός από τους συμμετέχοντες. Είπε, θέλω να ακούσω τι θέλεις, θέλω να μάθω ποια είναι η κόκκινη γραμμή σου και θέλω να κατανοήσω πού είναι η ευελιξία σου».
- Σχολιάζει τις πληροφορίες ότι υπήρξε μια παρανόηση στις συνεννοήσεις ανάμεσα στον ΓΓ του ΟΗΕ και τον Υπεξ της Τουρκίας Μ. Τσαβούσογλου σε μια πολύ καθοριστικής σημασίας στιγμή: «Δεν είναι ακριβώς ότι συνέβη. Το πρόβλημα είναι ότι αυτές οι συνομιλίες ήταν εμπιστευτικές. Αλλά μερικά από αυτά που έχω διαβάσει ότι φέρεται να ανέφερε σε εκείνο το δείπνο είναι απλά λάθος. Επιτρέψτε μου να πω αυτό. Σε αυτά τα ιδιαίτερα ευαίσθητα ζητήματα, ο ΓΓ, εγώ και δύο μέλη της ομάδας μου ήμασταν σε πάρα πολλές διμερείς συναντήσεις, εξετάζοντας τα όρια των απόψεων των ατόμων, συμπεριλαμβανομένης ασφαλώς της Τουρκίας, για να δούμε αν υπήρχε ένα τελικό πακέτο που πιστεύαμε ότι θα δεχτούν οι υπόλοιποι. Έτσι, αυτό που είπε ο ΓΓ στο δείπνο βασίστηκε σε αυτές τις συνομιλίες και δεν ήταν λάθος.
Επιτρέψτε μου να μιλήσω γενικά γιατί είναι ευκολότερο να απαντήσω. Ένα μέρος σε μια τέτοια συνάντηση μπορεί να πει, «αυτή είναι η θέση μου, αυτή είναι η θέση σου, αυτά δεν είναι συμβατά». Ένας διαμεσολαβητής ή ένας διευκολυντής μπορεί να πει «εάν εσείς μετακινηθείτε λίγο εδώ και αυτός λίγο εκεί, τότε, θα μπορούσαμε να βρούμε κάτι αμοιβαία αποδεκτό; Αυτό θα μπορούσε να είναι μια προφορική επικοινωνία και στη συνέχεια ο ΓΓ θα μπορούσε τελικά να πει «αυτή είναι η αναγνωσή μου της συζήτησης» (“this is my reading of the room»).Τότε θα μπορούσε να καταγραφεί. Ετσι ορισμένες φορές γίνεται σε δύσκολες διαπραγματεύσεις, όπως αυτές. Δεν είναι κάθε τι βασισμένο σε έγγραφες τοποθετήσεις». - Τέρμα στο σύστημα εγγυήσεων: «Η σταθερή μας πεποίθηση ήταν και παραμένει ότι σε αυτή τη συνολική ανάγνωση θα ήταν δυνατόν – με βάση πολλούς παράγοντες – να τεθεί τέρμα στο σύστημα εγγυήσεων. Αυτό που δεν μπορούσαμε ακόμα να πούμε ήταν ότι είχαμε την τελική απάντηση στο χρόνο της παρουσίας των στρατευμάτων. Ήταν σαφές ότι τα στρατεύματα θα ήταν μειωμένα και ήταν επίσης σαφές ότι όταν μειώνονταν θα ήταν κάτω (πίσω) στα παλιά επίπεδα. Αλλά μεταξύ της ρήτρας λήξης ισχύος και της ρήτρας αναθεώρησης δεν είχαμε ακόμα την τελική συμφωνία.
Συνεπώς, προχωρούσαμε προς μια σημαντική πρόοδο όσον αφορά τις εγγυήσεις, αλλά εξακολουθούσαμε να έχουμε τα εκκρεμή ζητήματα στα στρατεύματα. Επιτρέψτε μου να είμαι σαφής: Υπήρχε συμφωνία ότι ο αριθμός τους θα ήταν πολύ χαμηλός μετά τη μείωση, ο χρόνος δεν είχε ακόμη συμφωνηθεί». - Οι εγγυήσεις και η θέση της Τουρκίας: «Η επίσημη θέση της Τουρκίας ήταν ότι οι εγγυήσεις θα πρέπει να καταργηθούν σταδιακά μετά από αρκετά χρόνια. Αυτή η άποψη ήταν γνωστή σε όλους. Αλλά πέραν τούτου, ο ΓΓ και εγώ όταν δοκιμάζαμε την ευελιξία όλων, κατανοήσαμε ότι ως συμβολή στο τελικό πακέτο, θα έπρεπε να είναι δυνατόν όλοι να συμφωνήσουν σε άμεσο τερματισμό των επεμβατικών δικαιωμάτων με την έναρξη της ισχύος – αλλά, φυσικά, μόνο εάν συμφωνήσουν με το υπόλοιπο του τελικού πακέτου».
- Ο ρόλος του ΓΓ του ΟΗΕ: «Επιπλέον, θα έπρεπε αυτό να είναι μια συμβιβαστική πρόταση από τον ΓΓ – όχι πρόταση από κανένα μέρος. Στη διάρκεια της διάσκεψης, ο ΓΓ, ο κ Φέλτμαν και εγώ, είχαμε όλοι μας καταστήσει σαφές σε αυτούς ότι δεν πιστεύουμε καθόλου ότι μια συμφωνία θα είναι δυνατή χωρίς τερματισμό των επεμβατικών δικαιωμάτων. Κι αυτό ήταν αυξανόμενα κατανοητό σε όλους».
- Γιατί έθεσε τέρμα στη διαδικασία ο ΓΓ του ΟΗΕ; «Έλαβε την απόφαση αυτή αφού πήρε την αίσθηση του τι συνέβαινε στο δωμάτιο και τι έγινε εκείνο το βράδυ. Εξήγησα επί μακρόν στο Συμβούλιο Ασφαλείας – ότι τα διαφορετικά μέρη είχαν επικεντρωθεί σε διαφορετικά στοιχεία. Οι Τουρκοκύπριοι είχαν επικεντρωθεί σε θέματα πολιτικής ισότητας και οι Ελληνοκύπριοι σε θέματα ασφαλείας. Αυτό είναι θεμιτό. Θα είχαμε μια λύση που θα προσφέρει ένα νέο καθεστώς ασφαλείας, το οποίο θα μπορούσε να αποτελεί μέρος μόνο ενός συνολικού πακέτου. Δεν μπορούσε να υπάρχει από μόνο του. Μία διαδοχική προσέγγιση, πρώτα κάνεις την ασφάλεια, στη συνέχεια το περιουσιακό, τη διακυβέρνηση κ.λπ. δεν θα δούλευε. Στην κρίσιμη αυτή τελική στιγμή μία συμφωνία θα υλοποιείτο μόνο ως πακέτο, όπου όλοι θα κατόρθωναν να πάρουν ό,τι ήταν περισσότερο σημαντικό γι’ αυτούς, ενώ θα βοηθούσαν τους άλλους να πάρουν ό,τι ενδιέφερε περισσότερο τους άλλους».
- Ανοίγματα Αναστασιάδη και συνολικο πακέτο: «Επικεντρωθήκαμε σε αυτό, αλλά πρέπει να πω ότι υπήρξαν μερικά πολύ σημαντικά και πολύ εποικοδομητικά ανοίγματα από την ελληνοκυπριακή πλευρά … από τον κ. Αναστασιάδη, στο εσωτερικό μέτωπο. Βεβαίως, ήταν και στο πλαίσιο «υπό όρους» (pretended) ή αντικείμενο άλλο επιτευγμάτων. Δεν υπήρξαν προσφορές που θα ίσχυαν από μόνες τους. Εξαρτιόντουσαν από άλλα επιτεύγματα. Αυτό είναι λογικό. Αυτό ακριβώς προσπαθούσαμε να κάνουμε. Ο ΓΓ ρωτούσε, «ποια είναι τα τελικά χαρτιά σας, μπορείτε να πάτε λίγο μακρύτερα;» και κατά περίσταση τα μέρη μας έλεγαν «ναι, μπορούμε να προχωρήσουμε λίγο περισσότερο αν κι οι άλλοι πράξουν το ίδιο».
- Τι θα γίνει στη συνέχεια; «Θα μπορούσαμε να ξεκινήσουμε αύριο το πρωί, αν ήταν στο χέρι του ΟΗΕ. Αλλά χρειαζόμαστε όλα τα μέρη να συνεχίσουν και δεν διαισθάνομαι ότι αυτό συμβαίνει τώρα. Ελπίζω όμως να διαπιστώσω περισσότερα από τους ηγέτες όταν τους συναντήσω ξανά την επόμενη εβδομάδα. Ο ΓΓ είπε ότι μετά από όσα που άκουσε κατά τη διάρκεια του δείπνου, δεν βλέπει καμία προοπτική συνέχισης της διάσκεψης, για παράδειγμα την επόμενη εβδομάδα, με δεδομένη τη διάθεση που δημιουργήθηκε. Ρώτησε τους συμμετέχοντες αν συμφωνούσαν και συμφώνησαν. Ήταν ένα κλειστό και πολύ ιδιαίτερο δείπνο. Αυτό που μπορώ να σας πω είναι ότι όλοι στο δωμάτιο κατανοούσαν ότι δεν πήγαινε πουθενά. Η επιδείνωση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης ήταν προφανής… Το κλίμα, ο τόνος, ο τρόπος που μιλούσαν οι άνθρωποι ο ένας για τον άλλο και μεταξύ τους δεν ταίριαζε σε ανθρώπους που επρόκειτο να ενώσουν την πατρίδα τους».
- Τι βλέπει ως τελευταίο του καθήκον πριν την αποχώρησή του από τη θέση του ως Ειδικού Σύμβουλου του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ για την Κύπρο τον προσεχή Σεπτέμβριο: «Θα ήθελα πάρα πολύ να ακούσω τις σκέψεις τους, τι θέλουν να κάνουν στη συνέχεια, για να μοιραστώ τις εντυπώσεις μου με τον ΓΓ τώρα που η «φρέσκια σκόνη» μετά το Crans-Montana κατακάθισε. Επειδή το τελευταίο μου κύριο καθήκον σε αυτή την αποστολή θα είναι – μαζί με την ομάδα μου – να ετοιμάσω την έκθεση του Γενικού Γραμματέα για την ιστορία αυτών των συνομιλιών. Πρέπει να θυμόμαστε ότι ο κ. Αναστασιάδης και ο κ. Ακιντζί έχουν πάρει αυτή τη διαδικασία πολύ πιο πέρα από ό, τι έχουμε δει πριν. Έχουμε κυριολεκτικά χιλιάδες σελίδες εγγράφων, σημειώσεων και τοποθετήσεων. Έχουμε ένα «πηγάδι» με το τι συνέβη σε αυτές τις εκατοντάδες και εκατοντάδες συναντήσεις. Κάποιος πρέπει να κάνει απολογισμό όλων αυτών. Υποθέτω ότι το κάνουν επίσης (οι πλευρές), αλλά εμείς τα Ηνωμένα Έθνη θα το κάνουμε σίγουρα. Και πάλι, πρέπει να πω ότι, παρά την θλιβερή έκβαση της Διάσκεψης, ήμουν πολύ εντυπωσιασμένος από αμφότερους τους ηγέτες και τις διαπραγματευτικές ομάδες τους και όλα όσα πέτυχαν – σε μια πραγματικά καθοδηγούμενη από τους ηγέτες διαδικασία».
- Ανησυχεί για το παιχνίδι αλληλοεπίρριψης ευθυνών: «Νομίζω ότι είναι πολύ ανθυγιεινό και μετατρέπει τα περίπλοκα ζητήματα σε παρεκκλίσεις. Πρέπει να πω, από τότε που ξεκίνησαν οι διαπραγματεύσεις Ακιντζί – Αναστασιάδη τον Μάιο του 2015, για ενάμιση ολόκληρο χρόνο δεν υπήρχε σχεδόν κανένα blame game σε επίπεδο ηγετών. Ασφαλώς ορισμένοι από τους πολιτικούς κύκλους και από τις δύο πλευρές κατηγορούν όλους τους άλλους όλη την ώρα, αλλά οι ηγέτες το απέφευγαν. Αλλά, κάποια στιγμή περίπου πέρυσι το χειμώνα αυτό άλλαξε και αρχίσαμε να βλέπουμε δημόσιες δηλώσεις που αμφισβητούσαν τις προθέσεις του άλλου και έκτοτε ένιωθα ότι αυτό γινόταν όλο και πιο δύσκολο. Μερικές φορές επικρίθηκα ότι είμαι υπερβολικά αισιόδοξος στην Κύπρο. Ίσως ήμουν! Τώρα εδώ και μισό χρόνο δεν είμαι αισιόδοξος – να είμαι ειλικρινής – και δεν θα βρείτε ούτε μια πολύ αισιόδοξη δήλωση από μένα το 2017. Αλλά εξακολουθώ να έχω αυτή την εικόνα. Καλά εντάξει – θέλω να πω τώρα – είναι καλή ώρα για να το πω – ότι ήμουν αισιόδοξος για δύο κύριους λόγους: Ο ένας ήταν επειδή είδα ότι όλα αυτά τα προβλήματα ήταν όλα απολύτως επιλύσιμα, αλλά ακόμα πιο σημαντικό, διότι για πολύ καιρό είδα την αποφασιστικότητα, την ηγεσία και τη θέληση των ηγετών να κόψουν δρόμο (cut through). Επιλύσαμε το θέμα της ιθαγένειας. Αυτό είναι μεγάλο. Επιλύσαμε τα ζητήματα των εσωτερικών ελευθεριών, θέτοντας τις βάσεις για ένα κανονικό, ομοσπονδιακό κράτος. Και ούτω καθεξής. Λύσαμε πολύ μεγάλα ζητήματα και στη συνέχεια κολλήσαμε σε ορισμένες ερωτήσεις που τις είδα ως σχετικά μικρά θέματα. Αλλά κάποια στιγμή στα τέλη του περασμένου φθινοπώρου, νομίζω ότι κάτι συνέβη το περασμένο φθινόπωρο. Οι ιστορικοί θα βρουν το γιατί. Κάποια στιγμή, το κλίμα και η εμπιστοσύνη επιδεινώθηκαν σημαντικά. Δεν μιλώ μόνο για την εμπιστοσύνη σε επίπεδο ηγετών, αλλά και η εμπιστοσύνη και η κατανόηση μεταξύ των δύο κοινοτήτων άρχισαν να αλλάζουν. Ίσως επειδή χάναμε τη δυναμική. Αυτές οι διαδικασίες έχουν το χρόνο τους κι αν ο χρόνος δεν ξοδευτεί καλά, μπορεί να χαθεί».
- Αναφορά σε μια στρατηγική πρόοδο: «Αυτό που ελπίζαμε και στοχεύαμε ήταν να έχουμε μια στρατηγική πρόοδο (breakthrough) σε έξι στρατηγικά ζητήματα. Τα οποία είναι:
Πώς θα αντικαταστήσουμε τη Συνθήκη Εγγυήσεων με έναν μηχανισμό εφαρμογής;
Τι κάνουμε με τα στρατεύματα;
Αν θα υπάρξει εκ περιτροπής προεδρία και εάν θα είναι με διασταυρούμενη ψήφο και ούτω καθεξής.
Τι θα συμβεί σε “ένα συγκεκριμένο μέρος” στην εδαφική ρύθμιση;
Τι συμβαίνει με το καθεστώς ιδιοκτησίας; Θα μπορούσαν να υπάρχουν δύο καθεστώτα, ένα για τις περιοχές που υπάγονται στην εδαφική αναπροσαρμογή και ένα για εκείνες που δεν υπόκεινται σε εδαφική προσαρμογή;
Πώς αντιμετωπίζουμε το ζήτημα της ισοδύναμης ή ειδικής μεταχείρισης των Τούρκων υπηκόων;
Αν είχαμε απαντήσει σε αυτές τις ερωτήσεις, θα μπορούσαμε να είχαμε ξεπεράσει το «σημείο μη επιστροφής». Θα πρέπει ακόμη να γράψουμε τη συμφωνία, όλα τα στοιχεία της συμφωνίας, αλλά να θυμάστε ότι είχαμε ήδη ετοιμάσει εκατοντάδες σελίδες…Αυτό που θα συνέβαινε αν είχαμε επιτύχει στο Κραν Μοντανά, θα ήταν να βάλουμε τότε μια ομάδα επιφανών δικηγόρων και να πούμε: Εδώ είναι η πολιτική συμφωνία, φτιάξτε τη σε σύνταγμα. Εδώ είναι η συμφωνία για το περιουσιακό και γράψτε τη σε ένα κείμενο νόμου.
Ναι, θα χρειαζόταν λίγος χρόνος, αλλά η ιδέα ήταν να ξοδέψουμε αυτό τον χρόνο. Τον Ιανουάριο του 2016 υπήρξε συμφωνία των ηγετών να αρχίσουν να εργάζονται για ένα σύνταγμα. Και οι δύο δεσμεύτηκαν ο ένας στον άλλο για να στείλουν τους καλύτερους δικηγόρους τους να αρχίσουν να συντάσσουν μόνο τα τμήματα που μπορούμε να γράψουμε. Επειδή υπήρχαν συμφωνίες και τελικά να τις συμπληρώσουμε. Δεν ξεκίνησε ποτέ». - Οι απόψεις του σχετικά με την καλύτερη προετοιμασία της διάσκεψης: «Αυτό που θέλω να πω και θέλω δώσω πρώτος το παράδειγμα, είναι ότι όλοι πρέπει να εξετάσουμε τι πρέπει να είχαμε κάνει διαφορετικά. Αλλά αυτή η ιδέα ότι δεν ήμασταν προετοιμασμένοι είναι λίγο παράδοξη. Έχω ακούσει από τότε που ανέλαβα ότι αυτή (η διαδικασία) είναι καθοδηγούμενη από τους ηγέτες και ανήκει σε αυτούς και εμείς απλά διευκολύνουμε. Προσυπογράφω πλήρως σε αυτό. Αν κάποιος ήταν απροετοίμαστος, ίσως είναι οι άνθρωποι που ήταν υπεύθυνοι, όχι οι άνθρωποι που τους βοήθησαν».
- Η μεθοδολογία της διαπραγμάτευσης: « Από τον Ιανουάριο, όταν είχαμε στις 11 του μήνα την πολύ επιτυχημένη άσκηση των χαρτών – πράγμα που σημαίνει ότι βρισκόμαστε για καλά στο 5ο κεφάλαιο και στη συνέχεια στη 12η Ιανουαρίου ανοίξαμε τη Διάσκεψη με επίκεντρο την ασφάλεια και τις εγγυήσεις – καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι τα υπόλοιπα ζητήματα “make or break” ήταν λίγα αλλά μεγάλα. Θα μπορούσαμε να ζήσουμε ολόκληρη τη ζωή μας στην ουδέτερη ζώνη προσπαθώντας να τα συζητήσουμε ένα προς ένα, αλλά δεν θα απέδιδε – θα μπορούσαν να λυθούν μόνο με κάποιο πάρε-δώσε. Το θέμα της προεδρίας, για παράδειγμα, δεν θα συνέβαινε απλά μια ηλιόλουστη μέρα, εκτός αν κάποιος έλεγε «εντάξει, μπορείτε να έχετε την εκ περιτροπής προεδρία, ας δούμε τώρα τι μπορώ να πάρω». Ήταν ανάγκη να τα εξετάσουμε σε πακέτο. Εκείνη την εποχή δεν έγινε αποδεκτή και υπήρχαν κάποιοι φόβοι και αντιστάσεις στην ιδέα της πακετοποίησης, αλλά μόλις πήγαμε στο Κραν Μοντανά αυτό ήταν το παιγνίδι. Μόλις έφτασε ο Γενικός Γραμματέας, είπε αυτό που έλεγα από τον Ιανουάριο, ότι αυτό μπορεί να λειτουργήσει μόνο σε ένα πακέτο. Και είπε, μετά από καλές προετοιμασίες εντοπίσαμε έξι ζητήματα ως τα καθοριστικά ζητήματα. Όλοι τους συμφώνησαν. Ενεγράφησαν σ’ αυτό και δεν ήταν κάτι που τους αναγκάσαμε. Πρέπει να γνωρίζουμε τι συμβαίνει με τις δύο συνθήκες, με το περιουσιακό κ.λπ.
Δεν χρειάζεται να γνωρίζουμε τα πάντα τώρα. Σε αυτές τις διαδικασίες θα υπάρχει μια φάση όπου οι δύο πλευρές λένε «μπορεί να λειτουργήσει ή μπορεί να μην λειτουργήσει». Έτσι θα πρέπει να προσπαθήσω να το κάνω να λειτουργήσει αλλά πρέπει να κρατήσω επιφύλαξη για τις επιλογές μου έτσι ώστε να είμαι εντάξει αν δεν λειτουργήσει. Και έπειτα φτάνεις σε ένα σημείο όπου κάνεις αυτό που ονομάζω «χειραψία», όπου μπορούμε να το κάνουμε να δουλέψει, να κάνουμε ένα κράτος. Μπορούμε να κάνουμε μια νέα κατάσταση πραγμάτων, μπορούμε να οικοδομήσουμε μια ομοσπονδιακή Κύπρο….Η κύρια συμβολή του Γενικού Γραμματέα στο Κραν Μοντανά ήταν να πει ότι αυτά τα έξι πράγματα μπορούν όλα να λυθούν εδώ, αλλά μόνο με τη μορφή ενός πακέτου. Η τραγωδία αυτού του γεγονότος που εμπόδιζε τη λύση δεν ήταν αυτό που θα μπορούσε να είναι το τελικό αποτέλεσμα, αλλά η αδυναμία να φτάσουμε σ `αυτό το τελικό αποτέλεσμα. Νομίζω ότι ξέρω ποια θα ήταν η τελική συμφωνία. Νομίζω ότι ο Νίκος Αναστασιάδης ξέρει και νομίζω ότι ο Μουσταφά Ακίντι ξέρει και ο κ. Τσαβούσογλου και ο κ. Κοτζιάς γνώριζαν πώς θα έμοιαζε το τελικό αποτέλεσμα. Και η υποκειμενική μου άποψη είναι ότι όλοι θα μπορούσαν να ζήσουν με αυτό. Αλλά δεν μπορούσαμε να φτάσουμε εκεί, γιατί παλεύαμε για το πώς θα βάλουμε τα πράγματα σε μια ακολουθία με τρόπο που θα μπορούσε να κάνει όλο αυτό να δουλέψει. Και αυτό με κάνει να λυπούμαι».