Το Κυπριακό μετά τις προεδρικές
Το κυπριακό βρίσκεται σε μια ιδιαίτερα πολύπλοκη στασιμότητα. Είναι δυνατό να έχουμε επανεκκίνηση στις προσπάθειες για επίλυση μετά τος Προεδρικές εκλογές; Εκτιμώ ότι η απάντηση μπορεί να είναι θετική κάτω από πολύ συγκεκριμένες προϋποθέσεις:
Α. Η δημιουργία κοινής γνώμης, η συνεπής προσπάθεια για να κατανοεί πληρέστερα τι σημαίνει διχοτόμηση, ποιες είναι οι επιπτώσεις στον κυπριακό ελληνισμό από τη λύση των «δύο κρατών» με σιδερένιο παραπέτασμα ανάμεσά τους. Εφικτή λύση κάτω από τις σημερινές συνθήκες είναι η ομοσπονδιακή λύση όπως περιγράφεται στα ψηφίσματα του ΟΗΕ.
Β. Η ανάπτυξη ενός προβληματισμού σε όλο το εύρος της κοινωνίας μας ότι λύση στο κυπριακό και ξεπέρασμα της οικονομικής κρίσης είναι δύο έννοιες ταυτόσημες. Η ανάκαμψη της οικονομίας στο 60% της Κύπρου είναι ανέφικτη εξαιτίας, όχι μόνο της κατοχής, αλλά και της παγκοσμιοποιηποιημένης ανοικτής αγοράς και της διακίνησης κεφαλαίων και εργαζομένων. Η επίλυση σηματοδοτεί την πλήρη ευθυγράμμιση της κυπριακής κοινωνίας με τις σύγχρονες αντιλήψεις για την ελευθερία, τη δικαιοσύνη και την ανάπτυξη.
Γ. Η τελευταία εμπειρία έχει αποδείξει ότι δεν αρκεί μια εφικτή άποψη για να φτάσεις κάπου, όπως λ.χ. η προσπάθεια για ομοσπονδιακή λύση. Απαιτείται αναδιαμόρφωση του πλαισίου για να αλλάξουμε τις προϋποθέσεις , γι’ αυτό, άλλωστε, επιδιώξαμε την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ. Ο ενεργός ρόλος της ΕΕ στις συνομιλίες είναι ένας κρίσιμος όρος για μια νέα ισορροπία κοινών ευρωπαϊκών συμφερόντων, άρα συμμετοχή της ΕΕ με αντιπρόσωπο στις συνομιλίες στη Λευκωσία, με σχετικούς όρους εντολής και με στήριξη από ομάδα εμπειρογνωμόνων. Το ότι από το 2004 μέχρι σήμερα δεν υπάρχει αίτημα της Κύπρου στην ΕΕ για συμμετοχή της στις συνομιλίες για λύση στο κυπριακό είναι μια αντιφατική έκφραση πολιτικής που την πληρώνει η Κύπρος με περισσότερη εδραίωση των τετελεσμένων της κατοχής.
Δ. Θεωρώ ότι ο στόχος αυτός είναι δύσκολος αλλά εφικτός: πρώτα χρειάζεται να αναλύσουμε σε ποιους τομείς η ΕΕ μπορεί να σφραγίσει εξελίξεις (λ.χ. εγγυήσεις, οικονομία, ανοικοδόμηση) και στη συνέχεια να στηθεί ένας μηχανισμός με επικεφαλής έναν ειδικό απεσταλμένο που να προωθήσει εφικτές εισηγήσεις σε κύριους παίκτες, βασισμένες πάνω στα ευρωπαϊκά κείμενα. Μια σειρά από εισηγήσεις έχουν κατατεθεί από τον Γ. Κρανιδιώτη, μερικές ακόμα προστέθηκαν στη συνέχεια, αλλά μάλλον ουδείς θέλησε να τις αξιοποιήσει, γιατί υπήρχε ο «κίνδυνος» να πετύχουμε.
Ε. Η συμμετοχή της ΕΕ διευρύνει τον κύκλο των συνομιλιών, εμπλουτίζει και ισχυροποιεί τη διαπραγμάτευση και όσους διαθέτουν σύγχρονο διαπραγματευτικό πνεύμα και, κυρίως, κινητοποιεί ευρύτερες, ευρωπαϊκές δυνάμεις με επίκεντρο τη διασύνδεση της επίλυσης στο κυπριακό με την επαναφορά της Τουρκίας σε ευρωπαϊκή τροχιά όπως προνοεί το κείμενο της 3ης Οκτωβρίου 2005.
Στ. Ο εγκλωβισμός της διαπραγμάτευσης στα στενά κυπριακά πλαίσια είναι συνταγή για σταθερό αδιέξοδο. Πρώτο, γιατί η Τουρκία απαντά στο μπλοκάρισμα της ενταξιακής της πορείας με μπλοκάρισμα της διαδικασίας στο κυπριακό, και, δεύτερο, μόνο η ΕΕ, όχι η Κύπρος, μπορεί να δώσει ορισμένα κίνητρα στην Τουρκία για να αποκτήσει έτσι θετικο βηματισμό η διαδικασία επίλυσης. Επίλυση έναντι ανοίγματος ενταξιακών κεφαλαίων είναι ένα σενάριο που μπορεί να τεθεί σε συζήτηση στο πιο υψηλό ευρωπαϊκό επίπεδο. Μια σημερινή παραλλαγή της πολιτικής που οδήγησε στα κείμενα του Ελσίνκι.
Ζ. Αν όμως η πολιτική ταυτίζεται με το τακτικισμό και το ροκάνισμα του χρόνου, τότε θα παραμείνουμε στο περιθώριο, χωρίς συμμαχίες, γιατί τίποτα στην πολιτική δεν είναι αυτονόητο, ούτε σου χαρίζει κανείς κάτι επειδή έχεις το δίκαιο με το μέρος σου. Αν εννοούμε αυτά που λέμε, αν διαθέτουμε αξιόπιστη πρόταση, αν γνωρίζουμε να πείθουμε με σαφήνεια και τεκμηρίωση, τότε αποκτάμε συμμαχίες και βάσιμη ελπίδα ότι μια άλλη Κύπρος είναι εφικτή.