Τριπλή ενίσχυση στις συνομιλίες
Το κυπριακό έχει μια ολόκληρη ιστορική διαδρομή πίσω του. Διαθέτει πεποιθήσεις, σλόγκανς, ταμπού, αγωνίες, συνήθως χαμηλές πτήσεις, οπισθοδρομήσεις, προσδοκίες. Έτσι και τώρα οι συζητήσεις ενόψει της επανάληψης των συνομιλών συχνά εκφεύγουν της σημερινής δυσκολίας και αναζητούν δικαίωση σε παλαιά σχήματα που δεν απέδωσαν (π.χ. τετραμερή) ή σε σενάρια που προκαλούν αναστολές (π.χ. συμμετοχή της Τουρκίας στις συνομιλίες, επικοινωνία με τον ε/κ διαπραγματευτή). Το ερώτημα έχει πολύ συγκεκριμένη βάση και αφορά όλους: έχει αποδώσει η παραδοσιακή μορφή των διακοινοτικών συνομιλιών στο κυπριακό; Το κλασσικό σχήμα με τους δύο συνομιλητές με συναντήσεις στην παρουσία του Αντιπροσώπου του ΟΗΕ, έχει οδηγήσει κάπου; Η κοινή γνώμη είδε μια ουσιώδη πρόοδο με το γνωστό σχήμα; Όπως όλοι γνωρίζουμε, δεν απέδωσε, άρα δεν θα ήταν συνετό να το επαναλάβουμε.
Δεν αρκεί να προβάλλουμε ενστάσεις, ή να επικαλούμαστε τι έγινε στη δεκαετία του 50 αλλά να δούμε στις σημερινές συνθήκες ποια διαφοροποίηση μπορεί να αυξήσει τη δυναμική των συνομιλιών, να δούμε τι δεν πέτυχε στο παρελθόν και επί αυτού να σκεφθούμε ένα άλλο πλαίσιο, ένα διαφορετικό σχήμα με την ελπίδα να έχει περισσότερες πιθανότητες να αποδώσει. Είμαι από εκείνους που πιστεύουν ότι το παραδοσιακό σχήμα στις διακοινοτικές συνομιλίες έχει εξαντλήσει τη δυναμική του, συνεπώς αν επιθυμούμε να υποστηρίξουμε τη σημερινή διαδικασία χρειάζεται να της δώσουμε νέο πλαίσιο, άρα να την ενισχύσουμε με νέα δυναμική επί της ουσίας. Σε αυτό το πλαίσο τρία σημεία μπορούν να βοηθήσουν σωρρευτικά:
Α. Συμμετοχή της ΕΕ στις συνομιλίες συμμετοχή στις διαπραγματεύσεις με σημαντική προσωπικότητα, με δυνατότητα παρεμβάσεων, με εισηγήσεις, με συμβολική και ουσιαστική παρουσία. Θυμίζω ότι όταν η Κύπρος ήταν υποψήφιος μέλος η ΕΕ διόρισε τον Σερζ Αμπού ως παρατηρητή στις συνομιλίες με απόφαση Ζακ Ντελόρ. Δέκα χρόνια μέσα στην ΕΕ η Κύπρος δεν υπέβαλε κάποιο αίτημα, αν δεν παρεμπόδιζε η ίδια τη συμμετοχή της ΕΕ στις συνομιλίες.
Β. Ανάπτυξη των συνομιλιών στο σύνολο των κεφαλαίων, όχι κεφάλαιο με κεφάλαιο που καθηλώσει τη διαδικασία στις επιμέρους αντιθέσεις. Επίσης, είναι σημαντικό σε αυτό το πλαίσιο της «διασταυρούμενης» διαπραγμάτευση να προηγηθούν κρίσιμα κεφάλαια που να δείχνουν στους πολίτες ένα πιο χειροπιαστό όφελος από μια λύση. Ειδικότερα το εδαφικό για τους ε/κ και το θέμα της διακυβέρνησης για τους τ/κ μπορεί να προηγηθούν για να «καθοδηγήσουν» άλλα, εξίσου σημαντικά κεφάλαια.
Γ. Η απόφαση των ΥΠΕΞ Ελλάδας και Τουρκίας να δοθεί η δυνατότητα στους δύο διαπραγματευτές να συζητούν θέματα στην Αθήνα και την Άγκυρα προσδίδει αύξηση του βεληνεκούς στην αναζήτηση λύσης. Ασφαλώς δεν λύνει κάτι με έναν αυτόματο τρόπο αλλά το κυπριακό πάντα διέθετε μεγάλες ποσότητες από σημειολογία και εντυπώσεις.
Η τριπλή ενίσχυση του διακοινοτικού διαλόγου αφορά την πολιτική και τη διαπραγματευτική του φόρμουλα. Τα μείζονα ακολουθούν και μπορεί να θεωρηθουν ως οι κατευντήριες βάσεις της διαπραγμάτευσης. Είναι κεντρική αξία σε μια λύση η αποδοχή της αρχής για ένα κράτος, μια κυριαρχία, μια ιθαγένεια, μια διεθνή προσωπικότητα, κατά συνέπεια με μια φωνή στην ΕΕ. Οι δύο ομόσπονδες πολιτείες να καλύπτουν όλες τις άλλες πτυχές και οι οποίες να ενσωματώτονται στην έννοια του ενός και αδιαίρετου κράτους. Η ισορροπία ανάμεσα στο «μαζί» και «μόνοι» συνιστά τη μόνη πιθανότητα να βγούμε από τα αδιέξοδα δεκαετιών και να προσδώσουμε ρεαλιστική βάση στις προσπάθειες για μια διαφορετική πορεία των συνομιλιών.