3η Οκτωβρίου: Ένα χρόνο μετά

Στις 3 Οκτωβρίου 2006 συμπληρώνεται ένας ακριβώς χρόνος από την επίσημη συμφωνία των 25 για έναρξη ενταξιακών συνομιλιών με την Τουρκία. Το ερώτημα, ως εκ τούτου, είναι πολύ συγκεκριμένο: πού πάει το τουρκικό τρένο; Πώς εξελίσσεται το ευρωτουρκικό ταγκό;

Το πρώτο συμπέρασμα εκτιμώ ότι είναι η διαπίστωση ότι τα δύο μέρη στις 3 Οκτωβρίου 2006 είναι πιο μακριά από ότι ήταν στις 3 Οκτωβρίου 2005.

Η 3η Οκτωβρίου 2005 συμβόλιζε μια ελπίδα για πολλούς τούρκους και μια «νέα εποχή» για την πολιτική Ερντογάν. Σήμερα τα πράγματα παραμένουν σε μια εξελισσόμενη στασιμότητα. Παρ’ όλες τις μεταρρυθμίσεις που ψήφισε το τουρκικό κοινοβούλιο-τις περισσότερες και μεγαλύτερες στην σύγχρονη τουρκική ιστορία- εντούτοις η γεύση παραμένει γλυκόπικρη. Το τουρκικό τρένο κινείται πολύ αργα και διαρκώς βγαίνουν στην επιφάνεια τα σημεία που καθιστούν την πορεία διαρκώς και πιο προβληματική όπως οι δίκες πνευματικών ανθρώπων για προσβολή της «τουρκικότητας» στηριγμένης στον παρόντα τουρκικό ποινικό κώδικα. Έτσι αρκετές θετικές μεταρρυθμίσεις «πνίγονται» μέσα από τις αντιδραστικές διατάξεις άρθρων του ποινικού κώδικα π.χ. πρόοδος στην προσπάθεια για λιγότερο κράτος στην οικονομία αλλά σταθερές καταδίκες που συνδέονται με την ελευθερία της έκφρασης. Σήμερα, ένα χρόνο μετά, η ΕΕ είναι ένα «στοίχημα» και όχι ένα «όραμα» όπως ήταν πριν ένα χρόνο για πολλούς τούρκους. Η ΕΕ πλέον δεν αρέσει στους μισούς τούρκους, σε αντίθεση με τους εντυπωσιακούς αριθμούς που έπαιρνε πέρσι την ίδια εποχή η «ιδέα» της ΕΕ-από το 74 στο 54%…

Μέσα στην ΕΕ η επέτειος της 3ης Οκτωβρίου 2005 δείχνει ότι σημαντικές δυνάμεις φαίνεται να ξανασκέφτονται-για μερικούς ισχύει μόνο το «σκέφτονται»- τα όσα αφορούν το περιεχόμενο της ευρωτουρκικής σχέσης. Το δίλημμα «ένταξη ή ειδική σχέση» προς το παρόν πάει στις καλένδες, αφού όλοι συμφωνούν ότι κάτι τέτοιο θα προκύψει σε μια δεκαετία από σήμερα. Προτιμούν να μην το ανακατεύουν το θέμα ή ακόμα πιο καθαρά προτιμούν να το αφήσουν να εξελίσσεται στη διαδρομή του χρόνου. Είναι βέβαιο ότι η λύση της «Ειδικής Σχέσης» έχει σημαντικούς υποστηρικτές τόσο μέσα στην ΕΕ, όσο και μέσα στην Τουρκία-ειδικά από το κεμαλικό κατεστημένο.

Είναι πολύ πιθανό στο τέλος του δρόμου να συμφωνηθεί η αναζήτηση μιας ειδικής φόρμουλας «λίγο μέσα, λίγο έξω» από τη θεσμική ΕΕ υπό το φως των δεδομένων εκείνης της συγκυρίας. Ένας συνδυασμός συμφωνημένων κειμένων που θα προωθούσαν την «ένταξη με ειδική σχέση». Η εξέλιξη αυτή θα κριθεί με αναζήτηση μιας ιδιότυπης νομικής φόρμουλας ικανής να συγκεράσει μια απρόβλεπτη, και υπό τις περιστάσεις ιδιότυπη σχέση, και για την οποία τότε θα απαιτηθεί σημαντική ποσότητα συναίνεσης ανάμεσα στην ΕΕ και την Τουρκία. Ειδικό ζήτημα που χρειάζεται μεγάλη και επίπονη διαπραγμάτευση είναι εκείνο που αφορά τη διακίνηση των τούρκων εργαζομένων στις χώρες-μέλη της ΕΕ. Το σημείο αυτό προκαλεί μια γενικότερη επιφύλαξη και φόβο ανάμεσα στη μεγάλη πλειοψηφία των κυβερνήσεων και της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης, γι’αυτό οι Βρυξέλλες είναι υποχρεωμένες να του δώσουν ειδική προσοχή, ζητώντας ειδικές ρυθμίσεις και μόνιμες εξαιρέσεις.

Ουσιώδες παραμένει το ερώτημα ποια θα είναι η μορφή της ΕΕ τα επόμενα 10 ή 15 χρόνια, συνεπώς και το ζήτημα σε ποια ΕΕ θα «ενταχθεί» η Τουρκία. Τα αδιέξοδα με την Ευρωπαϊκή Συνταγματική Συνθήκη είναι σημαντικά, ο γαλλογερμανικός άξονας έχει χάσει την προηγούμενη προωθητική του δύναμη, και ο δρόμος που ακολουθεί η ΕΕ αυτό το διάστημα δεν είναι τόσο διαυγής. Είναι μια πολύ πιθανή εξέλιξη η λειτουργία μιας ΕΕ των διαφορετικών ταχυτήτων, των “δύο ή τριών κύκλων”, συνεπώς μια ΕΕ που θα εξελίσσεται με διαφορετικούς ρυθμούς και εντέλει με διαφορετική θεσμική συγκατοίκηση. Σε μια τέτοια εξέλιξη η Τουρκία είναι πιθανόν να πάρει μια θέση στον “τρίτο κύκλο”, που θα περιλαμβάνει τις ολιγότερο προσαρμοσμένες στα ευρωπαϊκά απαιτούμενα χώρες. Συμμετοχή σε ορισμένους «κύκλους δραστηριότητας» της, αλλά αποκλεισμός από τη συμμετοχή σε ζητήματα που συνδέονται με τον σκληρό πυρήνα της θεσμικής ΕΕ. Κατ’ αυτό το σενάριο η ομάδα των πρωτοπόρων χωρών θα αποκτήσει τη δυνατότητα να υλοποιεί τις πιο προωθημένες πολιτικές δράσεις, αφήνοντας πίσω τους απρόθυμους ή τους ανέτοιμους.