Αυτός ο άγνωστος γείτονας…

Γιατί η ε/κ κοινωνία αισθάνεται άβολα με το γύρο περιβάλλον της, ενώ αισθάνεται τόσο καλά όταν είναι «μόνη» της; Η ε/κ μοναδικότητα εγκαθίσταται στο κέντρο κάθε ανάλυσης, καθώς αποτελεί ένα μείζονα χαρακτηριστικό του τρόπου που εξηγούμε τον εαυτό μας και τον κόσμο. Μέσα σε αυτή τη αντίληψη περνά και η κυρίαρχη ε/κ οπτική σχετικά με τους τ/κ είτε ως οργανωμένη κοινότητα, είτε ως άτομα.

Δύο κοινότητες που έχουν συγκρουστεί κατά καιρούς, και οι  οποίες λόγω της στρατιωτικής κατοχής από την Τουρκία τμήματος της εδάφους του νησιού, ζουν χωριστά, είναι φυσικό επακόλουθο να έχουν ζητήματα προς επίλυση. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, εκτιμώ ως εξής την κυρίαρχη ε/κ αφήγηση για τον «μέσο» τουρκοκύπριο:

Πρώτο, εφόσον η Κύπρος ανήκει στην ε/κ κοινότητα, στην κυρίαρχη ε/κ αφήγηση όλοι οι άλλοι που κατοικούν στο νησί εδώ και αιώνες εμφανίζονται ως «παρείσακτοι». Η ε/κ κοινότητα διεκδικεί την απόλυτη αίσθηση υπεροχής απέναντι στην ιστορική εξέλιξη της νήσου, γι’ αυτό οτιδήποτε άλλο εξελίσσεται δίπλα μας το αγνοούμε ή αδιαφορούμε γι’ αυτό. Το εκπαιδευτικό μας σύστημα δίνει μεγάλη βαρύτητα στα ζητήματα γύρω από την εθνική καταγωγή, ωστόσο, δεν ήταν, ούτε είναι σε θέση να καλλιεργήσει άλλες έννοιες εξίσου σημαντικές με την εθνική ταυτότητα όπως διαφορετικότητα, πολιτιστικές ταυτότητες, ατομικός και συλλογικός αυτοπροσδιορισμός, ή κοινοτισμός.

Δεύτερο, από το 1950 η ε/κ κοινότητα εμφάνιζε τον εαυτό της ως το αιώνιο θύμα ξένων συνωμοσιών που επιβουλεύονταν την ύπαρξή της σε αυτό το ανατολικό άκρο της Μεσογείου. Η ε/κ πολιτική ελίτ είχε το δίκαιο με το μέρος της, συνεπώς κάθε ένας που είχε διαφορετικά συμφέροντα ή προσεγγίσεις στο κυπριακό αυτόματα έμπαινε στην κατηγορία του «εχθρού», οι άλλοι απαγορευόταν να έχουν δικά τους συμφέροντα ή να έχουν διαφορετικές προτεραιότητες όπως συνέβαινε με την τ/κ κοινότητα.

Τρίτο, από το ?50 είμαστε στο ίδιο έργο θεατές: η ε/κ ελίτ η οποία ασκούσε τον έλεγχο στην κυρίαρχη ε/κ αφήγηση, επέβαλε μιαν μονοδιάσταση ερμηνεία των εξελίξεων. Έχοντας χαρακτηριστικές αδυναμίες στο να αντιμετωπίσει τις, κατά καιρούς, προκλήσεις  κατασκεύασε τη θεωρία του αιώνιου θύματος, ότι οι ξένοι κάθε στιγμή επιβουλεύονται τα συμφέροντά μας. Αυτή η νοοτροπία οδήγησε στην πολιτική της περιχαράκωσης,  δυσκόλεψε αφάνταστα τη συνεννόηση ανάμεσα στις δύο κοινότητες και ασφαλώς αξιοποιήθηκε τα μέγιστα από την ντενκτασική διοίκηση για να επιβάλει μηνύματα αποξένωσης και αντιπαλότητας.

Τέταρτο, όλο το δίκαιο είναι δικό μας. Ακόμα και όταν οι αριθμοί μιλούν με σαφήνεια. Για παράδειγμα ο συνολικός αριθμός των κυπρίων που έχουν δηλωθεί αγνοούμενοι από το 1963 έως το 1974 είναι 2142. Από την τουρκική εισβολή 1600 ελληνοκύπριοι και 42 από το 1964. Από τις διακοινοτικές συγκρούσεις 1963-64 μέχρι τον Αύγουστο του 1974, 500 τουρκοκύπριοι. Ακόμα και όταν η ΔΕΑ παρέχει ακριβή στοιχεία για το σύνολο των αγνοουμένων, η ε/κ κοινότητα –κατά κανόνα- αρνείται να ελέγξει τους αριθμούς και βεβαίως αρνείται να εξηγήσει τα γεγονότα που κρύβονται πίσω από αυτούς. Αν όλο το δίκαιο είναι δικό μας, τότε όλο το άδικο είναι δικό τους ακόμα και όταν η ε/κ ηγεσία  τρία μόνο χρόνια από την επικύρωση του συντάγματος της Ζυρίζης ζήτησε την πλήρη αναθεώρησή του!

Πέμπτο, η υποτίμηση ή και αγνόηση της τ/κ ταυτότητας αποτελεί μια κορυφαία αντίληψη στην ε/κ κοινωνία. Η τ/κ πολιτιστική δραστηριότητα δεν μάς λέει απολύτως τίποτα. Η υποτίμηση δεν προκύπτει από καλλιτεχνικά κριτήρια- συνδέεται με πολιτικές στάσεις, οφθαλμοφανή παράγωγα μιας λανθάνουσας υπεροψίας απέναντι στην τ/κ «υστέρηση». Είναι γι’ αυτό που αρκετοί ε/κ νιώθουν καλά μόνο αν συναντήσουν κάτι στην τ/κ κοινότητα που να είναι, ή μοιάζει να είναι, ε/κ προέλευσης…

Έκτο, η δικαιολογημένη οργή από την εισβολή του 1974, έφερε το αίσθημα της ματαίωσης για πολλούς ε/κ. Η επί δεκαετίες ρητορεία Ντενκτάς περί «δύο κρατών» δίπλα δίπλα, στη συνέχεια η αδυναμία της ε/κ ηγεσίας να μετατρέψει την ένταξη στην ΕΕ σε καταλύτη της λύσης, έχουν οδηγήσει στη συνάντηση με το αδιανόητο- τη σταδιακή διολίσθηση μέρους της ε/κ κοινής γνώμης στην ιδέα των «δύο κρατών», ουσιαστικά εκχώρηση του 37% της Κύπρου στην Τουρκία.

Έβδομο, Σε μια άλλη προσέγγιση των πραγμάτων η αναζήτηση της τεκμηριωμένης αλήθειας είναι το κλειδί για να δούμε τα πράγματα πέρα από το άσπρο-μαύρο, να βγούμε πέρα από την κοινοτική αυτοδικαίωση. Είναι χρήσιμο να  συζητήσουμε αλήθειες και ψέματα  βγαίνοντας έξω από το κέλυφος της περιχαράκωσης που επεξεργάστηκε η ε/κ ελίτ για να κρύψει τις ανεπάρκειές της- από την αδράνεια στη συνεχή διολίσθηση στην πολιτική της «καθαρής», πλην «μισής» Κύπρου.

Όγδοο, παρά τις δυσκολίες, παρατηρούμε ότι όπου υπάρχουν μνήμες συνεργασίας ε/κ και τ/κ (λ.χ. μετάβαση στις γενέθλιες κατοικίες) ή όπου αναπτύσσονται συνέργειες με σημερινό περιεχόμενο (λ.χ δράσεις στο «Σπίτι της Συνεργασίας» ή εκδηλώσεις με τις εκπαιδευτικές οργανώσεις) οι προοπτικές της αλλαγής μεγαλώνουν. Θέλω να υπογραμμίσω τόσο τις δυσκολίες του εγχειρήματος όσο και τις πολλές της προοπτικές. Η ε/κ κοινωνία έχει την ευθύνη να κάνει κάτι παραπάνω:  να δείξει συστηματικότητα σε μια πολιτική ανοικτών οριζόντων, να δείξει ότι καταλαβαίνει τι σημαίνει 1η Μαίου 2004. Η ένταξη στην ΕΕ παρέχει τις βάσεις για μια νέα στρατηγική, αυτήν που θα μετέτρεπε τις ευρωπαϊκές αξίες σε μάχιμες κυπριακές πολιτικές. Πώς τα κατέφεραν άλλοι λαοί αξιοποιώντας το ευρωπαϊκό χαρτί; Έτσι μπορούμε και εμείς. Είναι ζήτημα σχεδίου, ηγετικότητας και επιμονής.

Λάρκος Λάρκου