Αγάλματα και παρακμή

Η συνήθεια πλέον δεν αρκεί. Χρειαζόμαστε κάτι διαφορετικό. Έτσι δεν αρκεί να εκφωνούμε πύρινες ομιλίες για τις λαμπρές επετείους του Μάρτη και του Απρίλη. Η Κύπρος έχει ανάγκη μια διαφορετική κουλτούρα. Ας το θέσουμε με έναν άλλον τρόπο: μια χώρα που πριν από τρία χρόνια, μόλις που απέφυγε την χρεοκοπία, πώς εορτάζει χωρίς να καταθέτει έναν ευρύτερο προβληματισμό, να αλλάξει, έστω, την τεχνική στη ρητορική της;

Η Κύπρος για μια σειρά από λόγους οδηγήθηκε στο χείλος του γκρεμού. Πώς αυτό αποτυπώνεται στον πανηγυρικό λόγο; Πώς συνδέεται ο ύμνος σε ηρωικές πράξεις του παρελθόντος με την χρεοκοπία, τη διαπλοκή, τη διαφθορά, τα σκάνδαλα, την παρακμή; Κάποιος μπορεί να υμνεί έναν ήρωα, να καταθέτει το θαυμασμό του για έργα άξια του δημόσιου επαίνου, αλλά δεν μπορεί να αγνοεί τη σημερινή πραγματικότητα, να αδιαφορεί για όσα περιβάλλουν σήμερα την πατρίδα μας, επειδή «εορτάζουμε», άρα να μην θίγουμε τα κακώς κείμενα, γιατί έτσι μάθαμε από τις σχολικές μας εμπειρίες.

Οι αναφορές χρειάζεται να είναι διπλές: παλαιές και σημερινές, θετικές αναφορές και αυτοκριτική διάθεση, έπαινος και ενδοσκόπηση για όσα δεν πήγαν καλά, παρέμβαση στο δημόσιο λόγο που να διαθέτει παιδευτικό χαρακτήρα και περιεχόμενο. Για να γίνει αυτό χρειάζεται αυτοπεποίθηση, γνώση της διαδρομής, αναζήτηση κάθε αιτίας που κράτησε τη νήσο στην παρακμή, τόλμη και μαχητικότητα για να δημιουργήσουμε μια νέα πολιτική πρακτική.

Σήμερα κάθε πολίτης, θέτει ερωτήματα και, κατά κανόνα, δεν βλέπει απαντήσεις, ικανές να προωθούν μια μεταρρυθμιστική ατζέντα, ικανή να αλλάξει τις αιτίες που μας έφεραν στην παρακμή. Για παραδειγμα, είναι σημαντικό να υμνείς τους ήρωες, αλλά εξίσου σημαντικό σήμερα είναι να συμβάλλεις στην προώθηση μιας πορείας από αλλαγές που προωθούν τη διαφάνεια και την ελεγξιμότητα στο δημόσιο βίο. Είναι σημαντικό να λες «ζήτω», αλλά εξίσου σημαντικό να λες ότι χρειάζεται οι έχοντες να συνεισφέρουν περισσότερα στην αναπτυξιακή προσπάθεια, ότι ηγετικότητα δεν είναι μόνο ο ύμνος για την 9η Ιουλίου, αλλά και ο συστηματικός αγώνας για τη στήριξη των πιο αδύναμων, η αλληλεγγύη, η κοινωνική προστασία για όσους η κρίση πίεσε περισσότερο. Δεν αρκεί το λεκτικό «ζήτω», χρειάζεται και η κριτική παρατήρηση για όσους με την οικονομική τους δυνατότητα, μπορούσαν να κτίσουν ένα νηπιαγωγείο παραπάνω και δεν το έπραξαν, για όσους μπορούσαν να πουν «τώρα είναι η ώρα της κοινωνικής αλληλεγγύης» και απουσίασαν από κάθε πρωτοβουλία.

Η κατανάλωση ρητορείας στις επετείους έχει μιαν ειδική ευθύνη γιατί φτάσαμε σε αυτό το σημείο. Η αντίληψη ότι ο επετειακός λόγος είναι ταυτόσημος με την αμετροέπεια, τα επίθετα και τις θαυμαστές εικόνες του παρελθόντος, έχει ειδική ευθύνη γιατί συμβάλλει στο δικό του επίπεδο (στο σχολείο, στην εκκλησία, στα θέατρα) στο να δημιουργούμε πολίτες που χειροκροτούν χωρίς να θέτουν ερωτήματα, πολίτες που μένουν στην επιφάνεια των πραγμάτων, γιατί έχουν εκπαιδευτεί στην τυποποιημένη σκέψη.

Πιθανό πολλοί να πιστεύυν ότι έτσι τιμούμε τους ήρωες, χωρίς να συνδέουμε τις τιμές με τις σημερινές ειδήσεις, χωρίς να συνδέουμε τις τιμές με αναφορές στις αθλιότητες που περιβάλλουν τις καθημερινές μας ειδήσεις. Η μη αναφορά, η αποσιώπηση, η μη αναζήτηση είναι ο βέβαιος τρόπος για να συνεχίσουμε, εν μέσω ηρωικών εξάρσεων, τον ίδιο ολισθηρό δρόμο της κατανάλωσης της παράδοσης για να κρύψουμε έτσι τη γύμνια της σημερινής πραγματικότητας. Η πρακτική αυτή οδηγεί στην ιδιώτευση, στην αποστροφή του πολίτη από την πολιτική, οδηγεί στη ματαίωση μιας ελπίδας, οδηγεί ακριβώς στον αντίθετο δρόμο από εκείνον που λεκτικά υμνείται στη διάρκεια μιας επετειακής εκδήλωσης.