Αντιευρωπαΐσμός εναντίον εκσυγχρονισμού

Τι ευρωπαϊκό εγχείρημα βρίσκεται σε πτώση. Δεν αρέσει, δυσκολεύεται να πείσει. Σε μια μερίδα της κοινής γνώμης, συνήθως «για όλα φταίει η ΕΕ», και κατά κανόνα αναλαμβάνει, ή τις φορτώνονται, ευθύνες πάνω σε δίκαιες και άδικες πραγματικότητες.

Οι δίκαιες: η ΕΕ δεν είναι κάτι ολοκληρωμένο, βρίσκεται σε διαρκή κίνηση. Ωστόσο εμφανώς λείπει η ολοένα και περισσότερη εμβάθυνση της ομοσπονδιακής λειτουργίας της, η ενοποίηση των οικονομιών στις χώρες μέλη της ευρωζώνης προχωρά με αργά βήματα, η περισσότερη ΕΕ δεν έχει καθαρό σχέδιο και γενναίους υποστηρικτές. Μια ΕΕ που φιλοδοξεί να γίνει παίκτης στη διεθνή σκηνή, κατανοεί ολοένα και περισσότερο πως μόνο με το ευρώ και την ανθρωπιστική βοήθεια δεν γίνεσαι παγκόσμια δύναμη.

Άδικες: ενώ αρκετές πολιτικές ελίτ γνωρίζουν τα δεδομένα, με μεγάλη ευκολία φορτώνουν δικές τους εθνικές ευθύνες στα σχετικά «ανώνυμα» ευρωπαϊκά σώματα, μεταθέτουν ευθύνες που τους αναλογούν στο «έτσι θέλει η ΕΕ, εγώ τι να κάνω…», ενώ πασιφανώς γνωρίζουν τις διαδικασίες, τις οποίες, άλλωστε οι ίδιοι τις ψήφισαν.

Ειδικές περιπτώσεις αποτελούν χώρες-μέλη του Νότου εξαιτίας της οικονομικής κρίσης. Μερίδα στις πολιτικές ελίτ στις δύο αυτές χώρες εμφανίζεται ως «θύμα» μιας ανάλγητης ευρωπαϊκής γραφειοκρατικής ελίτ, που πιέζει για αλλαγές. Αγνοούν τις δικές τους ευθύνες και επιχειρούν με αρκετή, ομολογουμένως, επιτυχία να εμφανιστούν ως «φιλολαϊκοί» αγωνιστές ασκώντας κριτική στην ΕΕ. Υπάρχουν διάφοροι λόγοι για αυτή την πορεία καθώς δεν αφορά πραγματικές αδυναμίες της ΕΕ, τις γνωστές μακρόσυρτες διαδικασίες στη λήψη αποφάσεων ή την άρνηση χωρών μελών να διαθέσουν περισσότερες εξουσίες στις κοινοτικές δομές. Γιατί συμβαίνει αυτό; Ένας λόγος είναι πολύ μεσογειακός: σε χώρες που βρέθηκαν προ του φάσματος της χρεοκοπίας, η πολιτική ελίτ δεν μπόρεσε να προσαρμοστεί στις εξελίξεις, συνέχισε να λειτουργεί όπως παλαιότερα, αρνείται να αλλάξει. Δεν μπορεί να προοδεύσει γιατί χρειάζεται να λειτουργεί με κανόνες, με πειθαρχία, με δεσμευτικές αποφάσεις, με σεβασμό στις κοινοτικές συμφωνίες, με αίσθηση ότι είναι με την ελεύθερη επιλογή η εκχώρηση εξουσιών από τα εθνικά κράτη στις κοινοτικές ενοποιητικές διαδικασίες .

Μερικές εθνικές κυβερνήσεις με πιο διάσημη εκείνη της Ελλάδας, δεν μπορούν να δεχθούν αυτές τις βασικές αλήθειες γιατί θέλουν δικαιώματα χωρίς δεσμεύσεις, χρήματα χωρίς προγραμματισμό, αλληλεγγύη χωρίς κανόνες, έμαθαν στην προχειρότητα και τον αυτοσχεδιασμό. Αυτή η τακτική, οδηγεί στο επόμενο βήμα: εξαγωγή της ευθύνης, φταίνε οι άλλοι στην «ανώνυμη» ΕΕ, εμείς είμαστε οι «καλοί», αυτοί οι «κακοί», εμείς με ευαισθησίες και αυτοί με απάνθρωπο πρόσωπο. Εξ’ ορισμού φιλολαϊκός είναι αυτός που διορίζει στο δημόσιο με δανεικά, που σπαταλά τους ευρωπαϊκούς πόρους σε μικροπολιτικές διανομές, που διατηρεί στη ζωή οργανισμούς που δεν κάνουν απολύτως τίποτα, που θέλει μόνο παροχές και αυξήσεις όταν δεν μπορεί να δημιουργήσει στοιχειώδη φορολογική συνείδηση και κατά συνέπεια να καταπολεμήσει τη φοροδιαφυγή, που καταγγέλλει κάθε σχέδιο σταθεροποίησης μιας οικονομίας, ζητά κάθε μέρα «ανάπτυξη», ενώ δεν έχει κανένα αναπτυξιακό σχέδιο!

Θεωρώ ότι πέρα από τις πραγματικές αδυναμίες της σημερινής διάρθρωσης της ΕΕ, υπάρχει ένα μείζον πολιτιστικό ζήτημα στην περίπτωση αυτή: η αδυναμία προσαρμογής στις σημερινές οικονομικές συνθήκες σε χώρες-μέλη συγκαλύπτεται από ορισμένες πολιτικές δυνάμεις με πατριωτικές κορόνες και εθνικολαϊστικές πρακτικές, με αντιευρωπαϊκές διαστρεβλώσεις ακριβώς για να αναποδογυρίσουν την πραγματικότητα και να προστατέψουν τις δικές τους ευθύνες μέσα στο περιβάλλον της ΕΕ. Εξαγωγή ευθύνης από ανεύθυνες συμπεριφορές και, καθόλου τυχαίο, καμμιά πρόταση για την ΕΕ ή πολύ περισσότερο καμμιά πρόταση για την «περισσότερη ΕΕ»!

Ο καθηγητής Κ. Σοφούλης γράφει στην «Μεταρρύθμιση» στις 2 Μαίου σχετικά με την ελληνική περίπτωση και τον αυξανόμενο αντιευρωπαϊσμό στην Ελλάδα το τελευταίο διάστημα: «Στην ουσία, ο διάχυτος αντιευρωπαϊσμός καλύπτει με τον μανδύα της ιδεολογίας έναν αβυσσαλέο συντηρητισμό. Τον συντηρητισμό μιας φατριαστικής κοινωνίας, που δεν θέλει να μετακινηθεί από την ισορροπία των πελατειακών κατακτήσεών της. Είναι μια κοινωνία δραματικά κατακερματισμένη, χωρίς συνδετικό κρίκο «κοινού συμφέροντος», χωρίς κοινό όραμα και ορίζοντα πέρα από την διαχείριση μιας θλιβερής καθημερινότητας. Μια κοινωνία που οι ελίτ της τρέφονται από τις προσόδους που εξασφαλίζουν παίζοντας το ρόλο εκπροσώπου και ηγέτη διαφόρων φατριών (επαγγελματικών, πολιτικών, τοπικών ακόμη και εμπορίας ιδεολογικών αγορών) και σε ανταπόδοση φουσκώνουν τις σεχταριστικές και συντηρητικές προσδοκίες της πελατείας τους. Μιας πελατείας που, προκειμένου να χάσει τα κεκτημένα της, θρυμματίζει κάθε έννοια κοινωνικού και εθνικού συμφέροντος. Όλη αυτή η δυναμικού του συντηρητισμού και της καθυστέρησης εκκολάπτεται και τρέφεται κάτω από το κέλυφος του αντιευρωπαϊσμού. Γιαυτό και έχει μεγάλη σημασία να σπάσει αυτό το κέλυφος ως προϋπόθεση ανάδειξης μιας εναλλακτικής προοδευτικής και εκσυγχρονιστικής οπτικής. Μόνο αν διαρραγεί το θερμοκήπιο του αντιευρωπαϊσμού υπάρχει πιθανότητα να αποφύγουμε τη ροπή προς επαναβαλκανοποίηση. Γιατί η χωριστική από την ΕΕ ρητορεία οδηγεί αυτομάτως στο να κατακαθίσει η χώρα μας στα φυσικά γεωγραφικά της όρια: Τα βαλκάνια».