Απο το Ερζερούμ στη Λευκωσία

Ο Γ. Παπανδρέου και ο Τ. Ερτογάν στις 7 Ιανουαρίου στο Ερζερούμ κηρύσσουν την έναρξη των εργασιών της ετήσιας σύνοδου των τούρκων πρέσβεων. Ολόκληρο το σώμα των διπλωματών που υπηρετούν στο τουρκικό ΥΠΕΞ παρακολουθεί μια μάλλον απρόσμενη εναρκτήρια τελετή. Ο λόγος, οι επαφές και η επικοινωνία δημιουργούν ένα πλέγμα διαβουλεύσεων που προωθεί τη διπλωματία της συνεννόησης στις ε/τ σχέσεις. Αυτή η πρωτοβουλία Παπανδρέου συνδέεται με τις δημόσιες δηλώσεις του ότι η Αθήνμα ευνοεί την οικοδόμηση βημάτων για ένα «νέο Ελσίνικι». Σύμφωνα με την πρόταση η Αθήνα θα συμβάλει στην προώθηση της ευρισκόμενης προ αδιεξόδου ενταξιακής πορείας της Τουρκίας με αντάλλαγμα τη διευκόλυνση της διαδικασίας επίλυσης στο κυπριακό και στο ζήτημα της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο.

 

Αναμφίβολα τέτοιες πρωτοβουλίες δίνουν την πολιτική ομπρέλα για να διευκολυνθούν οι συνομιλίες και οι διερευνητικές επαφές. Ωστόσο τα ζητήματα είναι πολύπλοκα και ο χρόνος δεν είναι μια απολίτικη υπόθεση. Οι επαφές χρειάζεται να συνδέονται με την πραγματικότητα και οι σχεδιασμοί να ενδιαφέρονται για το κομμάτι που αφορά συγκεκριμένα αποτελέσματα από την άσκηση αυτής της πολιτικής. Αν λ.χ. είναι αμοιβαία επωφελής μια πολιτική, αν αποδίδει κέρδη και στα δύο μέρη, αν διαφαίνεται κάποια θετική κατάληξη μιας προσπάθειας. Θεωρώ ότι δεν μπορεί να παραμένει ασύνδετη λ.χ. η πτυχή της διαπραγμάτευσης στο κυπριακό και οι προτάσεις που καταθέτει η τ/κ πλευρά στο ένα ή το άλλο κεφάλαιο, άρα η προοπτική της επίλυσηςτου κυπριακού, από τη συνολική ε/τ προσέγγιση.  Χρειάζεται να συνδέονται με βάση την πρακτική εφαρμογή της διπλωματίας της συνεννόησης και να αξιολογούνται τα επόμενα βήματα ή οι σημερινές προκλήσεις.

 

Κατά συνέπεια, το τρίγωνο ανάμεσα στο κυπριακό, τις σχέσεις Τουρκίας-ΕΕ, και τη διπλωματία της συνεννόησης Ελλάδας-Τουρκίας διαπλέκεται και είναι ευθύνη της Αθήνας να διαγνώσει τα αποτελέσματα από την πρακτική της εφαρμογή και να προσαρμόζει την πολιτική της. Για παράδειγμα σημαντικό κομμάτι της σχέσης Τουρκίας-ΕΕ αφορά το γεγονός ότι ελάχιστα κεφάλαια της διαπραγμάτευσης παραμένουν για να ανοίξουν, αλλά η Αθήνα δεν φαίνεται να διατυπώνει μια άποψη επ’ αυτού. Είναι σημαντικό να παραμένει ανοικτή η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας υπό τη βασική προϋπόθεση να υπάρχει πραγματικό αποτέλεσμα στο πεδίο της άσκησης της πραγματικής πολιτικής. Η άνευ όρων πορεία, η διευκόλυνση χωρίς πρακτικό αποτέλεσμα δεν είναι μια αμοιβαία επωφελής συνεννόηση.