Αρμενοτουρκική πρόοδος.

Στις 16 Απριλίου η αρμενική κυβέρνηση έκρινε σκόπιμο να ανακοινώσει ότι βρίσκεται κοντά στη σύναψη διπλωματικών σχέσεων με τη Τουρκία. Με βάση ρεπορτάζ του ΚΥΠΕ «οι διαπραγματεύσεις βρίσκονται σε εξέλιξη και έχει σημειωθεί πρόοδος» σύμφωνα με τον αρμένιο ΥΠΕΞ Ε. Ναλμπαντιάν.

Η είδηση αυτή είναι σημαντική γιατί αφορά δύο χώρες που η παραδοσιακή τους έχθρα πάει πολύ πίσω στο χρόνο, έως τη γενοκτονία του 1915. Όπως είναι ιστορικά αποδεδειγμένο η γενοκτονία των αρμενίων οργανώθηκε από το οθωμανικό κράτος στη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και οδήγησε στο θάνατο ενάμισι εκατομμύριο αρμένιους. Η Τουρκική Δημοκρατία, από το 1923, δεν αποδέχεται τη διάπραξη της γενοκτονίας και επιχειρεί να μπλοκάρει κάθε προσπάθεια στο διεθνή χώρο που οδηγεί σε αναγνώρισή της. Η Αρμενία, άλλοτε τμήμα της ΕΣΣΔ, απέκτησε την ανεξαρτησία της μετά την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ. Η γεωγραφία και η επιδίωξη για διεκδίκηση γεωπολιτικού πλεονεκτήματος οδήγησε στη σύγκρουση Τουρκίας-Αρμενίας γύρω από το Νακόρνο-Καραμπάχ. Η επαρχία αυτή του Αζερμπαϊτζάν κήρυξε την αυτονομία της και βρήκε στήριξη από την Αρμενία. Η Τουρκία έκλεισε τα σύνορά της με την Αρμενία το 1993 με σκοπό να στηρίξει το φιλικό της γείτονα, το Αζερμπαϊτζάν. Σήμερα τα σύνορα Αρμενίας-Τουρκίας με ευθύνη της Άγκυρας εξακολουθούν να παραμένουν κλειστά, παρ’ όλες τις συστηματικές εκκλήσεις της ΕΕ αλλά και την προτροπή Ομπάμα στην τουρκική εθνοσυνέλευση στις 6 Απριλίου 2009. Ο Α. Γκιουλ έκανε το πρώτο βήμα με επίσκεψή του στο Ερεβάν για να παρακολουθήσει τον ποδοσφαιρικό αγώνα ανάμεσα στις εθνικές ομάδες των δύο χωρών στις 6 Σεπτεμβρίου 2008. Μαζί με αυτό, επεδίωξε να σπάσει τον πάγο ενός σχεδόν αιώνα αντιπαλότητας υπογράφοντας συμφωνία για αγορά από την Τουρκία ηλεκτρικής ενέργειας από την Αρμενία.

Η δήλωση Ναμπαντιάν δείχνει ότι οι δύο χώρες βρίσκονται πολύ κοντά σε μια θεαματική μεταβολή στις σχέσεις τους. Δύο παραδοσιακοί εχθροί, επιχειρούν να θέσουν τις διμερείς τους σχέσεις πάνω σε νέες βάσεις κάτι που δημιουργεί προϋποθέσεις για ξεπέρασμα των ιστορικών συγκρούσεων ανάμεσα στις δύο χώρες. Στο Ερεβάν και στην Άγκυρα προχωρούν με «δεύτερες» σκέψεις. Η ιστορία έγραψε την αδυσώπητη διάστασή της αλλά και η ίδια μαζί με τη γεωγραφία φαίνεται ότι οδηγούν τις εξελίξεις σε άλλη διάσταση. Η ΕΕ πιέζει προς αυτή την κατεύθυνση και οι δύο χώρες δίνουν περισσότερη σημασία στις προοπτικές της συνεργασίας που θα προκύψει από τη σύναψη διπλωματικών σχέσεων στο εγγύς μέλλον.